ΟΙ ΝΕΟΙ ΠΟΥ ΓΡΑΦΟΥΝ (ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ ΤΟΥ 1947)

ΟΙ ΝΕΟΙ ΠΟΥ ΓΡΑΦΟΥΝ

ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΕΣ

Δυο παραθερίστριες

(μεγάλες φεμινίστριες)

Αφού έπιναν σα ναύτες

(δίχως να ‘ναι κι από δαύτες).

Εμορφώσανε τη γνώμη,

πως μπορούσανε ακόμη,

μπάρκουλο να κουμαντάρουν

στον καιρό να κοντραστάρουν.

Ανοιχτήκανε στα πρίμα

κι ως τις βάρησε το κύμα

εξερνούσανε σα γάτες

κ’ ας το πίνανε σα ναύτες.

ΠΑΝΑΓΗΣ Σ. ΜΠΗΤΡΟΣ

«ΚΥΡΗΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ» ΤΕΥΧΟΣ 5, ΙΟΥΝΙΟΣ 1947, ΣΕΛΙΔΑ 23

Είναι φανερό ότι η εισβολή της γυναίκας στα εγκόσμια δημόσια είναι όλο και πιο διακριτή. Γι αυτό και η υπερβολή της σκωπτικής διάθεσης του στιχουργού, που μιλάει για γυναίκες όχι της Αίγινας αλλά για παραθερίστριες που δεν κατέχουν το πιόμα. Ο φεμινισμός είναι μια άλλη υπόθεση εργασίας βέβαια και δεν εξαντλείται σ’ ένα σχόλιο, διακρίνεται από την πορνεία αλλά ταυτίζεται με το αστικό περιβάλλον που ενσωματώνει μικρούς κοινωνικούς …εξισωτισμούς που ακόμα το νησί δεν δύναται. Γι αυτό και η ολίγον φεμινίστρια-παραθερίστρια αποτελεί και πιο εύκολο στόχο. Στην ίδια σελίδα του «Κήρυκα» υπάρχει γελοιογραφία με ξανθιά τουρίστρια στην προκυμαία, γυρισμένη προς τη θάλασσα, της οποίας ανασηκώνεται ελαφρώς το φουστάνι από το αεράκι που φυσάει. Δυο καρικατούρες ναυτικών (φορούν κούκο ή τραγιάσκα;) λίγο πιο πέρα από αυτήν, με μουτζουρωμένες μύτες (μεθύστακες;)και ελαφριές ρυτίδες (μεγαλούτσικοι σε ηλικία;) σχολιάζουν: Ανέκαθεν φίλε μου ο μπάτης, ήταν ευεργετικός για …τους ναυτικούς.

Για να μην το ξεχειλώσει, όμως, εντελώς ο «Κήρυκας» και να κρατήσει και ολίγον τα προσχήματα στην ίδια σελίδα έχει και ένα 5στροφο στιχούργημα της ΤΑΡΣΙΑΣ Ι. ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ για το εκκλησάκι του Αϊ-Νικόλα με τίτλο «ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ».

Στην Αίγινα πριν 10 χρόνια

 

Αποσπάσματα από την προκήρυξη της πρωτοβουλίας πολιτών Αίγινας, διαβάζεις, για να μην ξεχνάμε το πού πήγε μια μικρή προσπάθεια που έγινε όχι για να ανοίξει αλλά για να κλείσει το θέμα. Στις 11 Δεκέμβρη του 2002 πραγματοποιήθηκε αποκλεισμός του λιμανιού από τους Φορείς+Δημοτική Αρχή Αίγινας ως διαμαρτυρία για τα λιγοστά δρομολόγια και την αύξηση των εισιτηρίων. Το αποτέλεσμα ήταν να «καεί» και αυτό το ζήτημα στο οποίο οργανικά απείχε ο λαός της Αίγινας. Η πρωτοβουλία πολιτών Αίγινας συμμετείχε διανέμοντας 3 παραμυθάκια: 1ο)Η καλή και η κακή εταιρία, 2ο)Η κακή και η καλή λαϊκή εταιρία και 3ο)Ο Φορέας και η Πολιτικικίτσα. Με ένα σαρκαστικό λόγο και κάνοντας χρήση της παράδοσης του παραμυθιού, αντιπαραταχθήκαμε βασικά στις απόψεις περί των καλών εταιριών ή των εταιριών ‘’βάσης’’ και βέβαια στην αντίληψη ενός διαμεσολαβημένου αγώνα που δίνει ένσημα στους παράγοντες που άλωναν και συνεχίζουν να αλώνουν το δημόσιο βίο και κάνει τη θέση του καθημερινού ανθρώπου όλο και πιο παρακατιανή.

 

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΙΣ 11-12-02 ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ

1)Η «Συντονιστική» επιτροπή Φορέων εκπροσώπησε μόνο τα πρόσωπα που την απαρτίζουν και όσους βέβαια που χωρίς καμιά διαδικασία ‘’εκχώρησαν’’ αυτό το ‘’δικαίωμα’’. Ούτε καν συγκάλεσαν τα μέλη των φορέων που εκπροσωπούν παρά μονάχα με τους τίτλους τους βρέθηκαν στο παρασκήνιο ενός συμβουλίου ‘’ειδικών’’. Η «Συντονιστική» επιτροπή Φορέων δεν ήταν συντονιστική. Έπαιρνε αποφάσεις. Άλλα αποφασίστηκαν στη Λαϊκή Συνέλευση στο Δημοτικό Θέατρο στις 1 Δεκέμβρη κι άλλα αποφασίστηκαν από τους «εκπροσώπους» των Φορέων αυτών για την κινητοποίηση στις 11-12. Η τετράωρη κατάληψη του λιμανιού μετατράπηκε σε δίωρη και ταυτόχρονα δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για να αποκλειστεί και κάθε άνθρωπος που δεν έφερε τον τίτλο του εκπροσώπου φορέα. Εν τέλει το κύριο σώμα της συγκέντρωσης δια βοής αποφάσισε για άλλη μια ώρα αποκλεισμού του λιμανιού με τη συμφωνία του εκπροσώπου της Επαγγελματικής, ενώ κατάφερε με απλούς τρόπους να αποκλείσει και το λιμάνι της Σουβάλας «που δεν ήταν στο πρόγραμμα». Όσοι από τους εκπροσώπους θεώρησαν τον εαυτό τους υπεράνω των υπολοίπων ξεπεράστηκαν από τη διάθεση του κόσμου να μην εκτονώσει το ζήτημα της ακτοπλοϊκής συγκοινωνίας σε κάποιους δεκάρικους λόγους…

2)Είναι τουλάχιστον αστείο να ακούμε κι από καλοπροαίρετους συμπολίτες μας ότι ο βουλευτής της Α΄ Πειραιά με τη μαύρη καμπαρντίνα και το χαμογελαστό προσωπείο «έφερε κόσμο και κράτησε τη συγκέντρωση». Ο «κύριος» αυτός δεν έκανε τίποτε άλλο από το να χρησιμοποιήσει τη συγκέντρωση για να επιβεβαιώσει το «λαϊκό του προφίλ»… Κατά τη γνώμη μας είναι πού μεγάλο λάθος να πιστεύουν οι συμπολίτες μας ότι η παρουσία κάποιων μαϊντανών θα νομιμοποιήσει τις προσπάθειες αυτές, Το αντίθετο: θα τις καθοδηγήσουν σύμφωνα με τα συμφέροντά τους…

3)Τα παραμυθάκια που μοιράζαμε στη συγκέντρωση δεν ήταν παρά ένας άλλος τρόπος να πούμε αυτά που λέμε, σ’ αυτό το κείμενο που διαβάζετε… Δεν φωτογραφίζαμε κανένα ιδιαίτερα – πόσο μάλλον ανθρώπους με τους οποίους έχουμε συνεργαστεί μέχρι τώρα για πολύ σημαντικά ζητήματα τοπικά και μη…

4)Δεν ζήσαμε την αληθινή τρομοκρατία, αυτήν του κράτους. Οι φουσκωτοί τρομοκράτες του Λιμενικού Σώματος που με τις φόρμες ξυλοκοπήματος σουλάτσερναν στο λιμάνι όταν η κινητοποίηση παρατάθηκε, είναι αυτοί που θα αντιμετωπίσουμε όπως τους αντιμετωπίζει κάθε αγωνιστική κινητοποίηση των ναυτεργατών… Λίγο παραπάνω να «κουνηθούμε» θα τους βρούμε μπροστά μας έτοιμους να μας ανοίξουν τουλάχιστον τα κεφάλια…

5)Νομίζουμε ότι δεν είναι ο καλύτερο τρόπος αγωνιστικής κινητοποίησης ο αποκλεισμός του Λιμανιού… Αυτή η μορφή δράσης μας φέρνει σε σύγκρουση με τους συμπολίτες μας, είτε αυτοί θέλουν να ταξιδέψουν, είτε που θέλουν να αποβιβαστούν στο νησί ως απλοί επιβάτες ή μεταφορείς… Πρέπει τα δικαιώματά μας να τα διεκδικήσουμε αλλιώς: α)με συγκεντρώσεις ανοιχτές που θα κρατάνε επίκαιρο το ζήτημα των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών β)με μαζική άρνηση πληρωμής εισιτηρίων σε οργανωμένες μετακινήσεις διαμαρτυρίας…

6)…Εμείς θεωρούμε ότι τα προβλήματα των ναυτεργατών είναι σε πρώτη προτεραιότητα. Εξ’ άλλου η εντατικοποίηση στην εργασία που κάνουν είναι αυτή που προκαλεί τα περισσότερα «ατυχήματα»

7)Θα συνεχίσουμε να εκφράζουμε τη διαφορετικότητά μας και παράλληλα θα στηρίζουμε και θα συμμετέχουμε σε κάθε δημόσια συγκέντρωση… Δεν θα μπούμε σε μια ‘’σούπα’’ δήθεν διεκδικήσεων μαζί με δημάρχους, παράγοντες, επίδοξους καραβοκυραίους, μικροεφοπληστές κλπ… Είναι ελάχιστα αντιπροσωπευτικό το θέατρο της ενότητας του κόσμου κάτω από κοινά αιτήματα.

8)…Κάθε εταιρία ακόμα και η πιο μικρή θέλει να γίνει μεγαλύτερη και θέλει να μονοπωλήσει με τους όρους της ένα σπουδαίο αγαθό: τη μετακίνηση. Τόσο οι μικρές εταιρίες που κάποιοι αποκάλεσαν «συμμάχους στον αγώνα μας», όσο και κάποιοες άλλες λαϊκής βάσης λειτουργούν στη βάση της εκμετάλλευσης της ανθρώπινης εργασίας και της κυριαρχίας. Οι συγκεκριμένοι που τις επικαλούνται είναι ή μελλοντικοί μέτοχοι ή μελλοντικοί πολιτικοί παράγοντες που μας ‘’σώζουν’’ και για αυτό αγωνίζονται. Δεν θα κάνουμε πλάτη σε καμιά εταιρία που θέλει στις πλάτες μας να πλουτίσει μ’ όσα μισαδάκια κι ας μας χαρίσει για ευνόητους λόγους.

9)Αυτά πιστεύουμε και σ’ όποιον ή όποια θέλει το δημόσιο διάλογο είμαστε ανοιχτοί. Κάθε τρεις και λίγο αφισοκολλούμε, μοιράζουμε φυλλάδια ενημερωτικά, ξέρουν πού εργαζόμαστε, ξέρουν πού μένουμε, ξέρουν τι πιστεύουμε για το δημόσιο χώρο… διακηρύσσουμε την ανάγκη της συνέλευση του λαού της Αίγινας ως το μοναδικό τρόπο να παίρνονται αποφάσεις ώστε να συμμετέχει ο λαός. Πιστεύουμε ότι είναι ο μοναδικός τρόπος λήψης αποφάσεων για όλα τα προβλήματα του νησιού όπως η ύδρευση, το θέμα της υγείας, το κυκλοφοριακό και άλλα.

10)Επειδή πολλοί συμπολίτες μας θεωρούν ότι το πρόβλημα είναι τοπικό και σκόπιμα προωθείται ως τέτοιο από τους κυρίαρχους τοπικούς παράγοντες έχουμε να πούμε τα εξής: α)Το ίδιο και χειρότερο πρόβλημα βιώνει το σύνολο της νησιώτικης και παράκτιας Ελλάδας β)Το πρόβλημα έχει τις παγκόσμιες διαστάσεις και αφορά τον αυστηρό καθορισμό των πληρωμάτων, την άρση του καποτάζ αλλά και τις σχέσεις του εφοπληστρικού λόμπι με τα κράτη…

11)Υιοθετούμε την πρόταση συμπολίτη μας από τη Σουβάλα, για την επόμενη συνάντησή μας στο Ποδοσφαιρικό γήπεδο της Αίγινας…

ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ:

ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΓΩΝΑ

ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΜΕΣΑ ΛΑΪΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΑΙΓΙΝΑΣ

ΓΕΝΑΡΗΣ 2003

ΜΙΑ ΕΚΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΑΙΓΙΝΗΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ

«…Εκ των 150 και πλέον εκδρομέων που έλαβαν μέρος σημειώνομεν μερικούς των οποίων ενθυμούμεθα τα ονόματα.

Ο κ. Καρακατσάνης με την κ. Καρακατσάνη και τα τέκνα των, ο κ. Κοσμάς Ψυχοπαίδης με τις δυο θυγατέρες του, ο κ. Γεωργόπουλος με την κυρία του και τη χαριτωμένη κορούλα του Ρίκα, ο κ. Ιωάννης Λεούσης του Μ.Τ.Σ. (Μετοχικού Ταμείου Στρατού;) μετά της κυρίας Λεούση και των χαριτωμένων παιδιών των, η λόγια συμπολίτις μας κ. Πιπίτσα Ζητρίδου και ο κ. Ζητρίδης. Ο Δ)ντης της Τραπέζης Ελλάδος και θερμός φίλος της Αίγινας . Γ. Παπαχρυσάνθου. Ο ακούραστος και ευγενικός ταμίας του Συλλόγου κ. Άγγελος Λεούσης και ο κ. Δημ. Γλύκας της Ιονικής Τραπέζης μετά της κυρίας του. Ο κ. Κωνστ. Τζίτζης υφασματέμπορος, ο κ. Ιωάν. Γ. Λεούσης εμπορορράπτης μετά της θυγατρός του, ο αγαπητός σύμβουλος κ. Ν. Σαλλιαρέλης, ο κ.Ιωάν. Ροδίτης, ο κ. Ευάγγελος Πτερούδης μετά της κυρίας του, ο Αυγ. Καφετζής μετά της κυρίας του, ο κ. Αντ. Λεούσης αδαμαντοπώλης, ο κ. Λουκ. Τζίτζης μετά της κυρίας του και των εχόντων γνήσιον Αιγινήτικον χρώμα παιδιών του, ο κ. Ευάγ. Τζίτζης αξιωματικός με την μνηστήν του, ο πρόεδρος αυτοκινητιστών κ. Βαρουνάκης, ο κ. Κωνσταντίνου Δ(της της Λαϊκής Τραπέζης, ο κ. Γεώργ.Μπίλιος και ο υιός του κ. Μιχ. Μπίλιος, ο έμπορος κ. Ιωάν. Αλυφαντής μετά της οικογενείας του γαμβρού του κ. Μπέση, η κ. Μάρκου Κωνσταντίνου μετά των τέκνων της, ο κ. Τηλέμ. Τσαλπατούρος μετά της συζύγου του, η κ. Παπαγεωργίου, ο εν Πειραιεί δικηγόρος κ. Ιωάν. Λυκούρης με τον Γ. Λυκούρην του περιοδικού «Κύρηξ της Αιγίνης» με την κ. Μαρ. Λυκούρη και την δίδα Ευρ. Λυκούρη, ο κ. Αριστ. Κόκκινος μετά της οικογενείας του, κ. Αθαν. Χαλδαίος, ο κ. Κ. Κάτσας, ο κ. Ν. Γκίκας,ο κ. Λαμπαδάριος μετά της οικογενείας του και άλλοι των οποίων δεν συγκρατούμεν τα ονόματα».

ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ, τεύχος 5, Ιούνιος 1947, σελίδες 7-8

…Κι όμως κάτι υπολανθάνει ακόμα μέσα στους Αιγινήτες…(1947)

ΑΙΓΙΝΑΙΑ ΕΜΠΟΛΗ (2)

Υπό ΣΤΥΛ. ΕΜ. ΛΥΚΟΥΔΗ, ακαδημαϊκού, υποναυάρχου ε.α.

 «…Τα αιγινήτικα κανάτια είναι πάντα περιζήτητα στους Αθηναίους, από τα σπητικά εκείνων που δεν υπήρξαν ούτε «μαυραγορίτες» ούτε «συνεργασθέντες» και που γι αυτό δεν έχουν ούτε φρινζιτέρ ούτε ψυγείο. Αναγκαία συνέπεια αφού Αθηναίοι και Αιγινήτες, έπαυσαν να υποβλέπωνται πλειά. Πόσοι Αθηναίοι δεν παραθερίζουν ή δεν θα ποθούσαν να παραθερίσουν στο ωραίο γειτονικό τους νησί; Πόσοι Αιγινήτες δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι στα Αθήνας και μέσα σ’ αυτούς πόσοι δεν έχουν ψηλές θέσεις στην κοινωνία, στην κρατική υπαλληλία, στις επιστήμες, στις τέχνες;

Κι όμως κάτι υπολανθάνει ακόμα μέσα στους Αιγινήτες, από την παληά τους υπόβλεψι μα εκδηλωμένο πλειά σε εκφυλισμένη, σε άκακη, σε έξυπνη εκδήλωσι;

Μπορεί κανείς Αιγινήτης να μου αναφέρει έστω και ένα μονάχα ξένο που δέκα λεπτά αφ’ ής πρωτοπατήση στη μπρος στο σπήτι Καλούδη προκυμαία, να μην έχει πάρη από τους αυταπάγγελτους νουνούς που ελλοχεύουν από τα τραπεζάκια των παραλιακών καφφενείων, παρατσούκλι πολύ τεριαστό του»;

ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ 1947, σελίδα 2

Η αριστερά του Κυρίου και οι εφοπληστές…

αναδημοσίευση από την Κόντρα

Πλημμύρα… εθνικών ευεργετών στην Κουμουνδούρου

Μια συνάντηση Τσίπρα και λοιπών ΣΥΡΙΖΑίων με το προεδρείο της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών αποτελεί είδηση για πρωτοσέλιδο. Η πιο επιθετική μερίδα του ντόπιου κεφαλαίου δεν κάνει συναντήσεις μ’ όποιον όποιον. Και ποτέ δεν κάνει συναντήσεις οι οποίες προηγουμένως δεν έχουν ετοιμαστεί προσεκτικά «διά της διπλωματικής οδού» (παρασκηνιακά δηλαδή). Θυμηθείτε τι απαντούσαν το περασμένο καλοκαίρι εφοπλιστές σαν τον Ρέστη (για να μας φορολογήσεις θα πρέπει να μας βρεις πρώτα) ή τον πρόεδρο της ΕΕΕ Βενιάμη (η φορολογία που πληρώνουμε στην Ελλάδα είναι στα ίδια επίπεδα με τη φορολογία στην Ολλανδία, την Κύπρο, τη Μάλτα). Μπορούμε, βέβαια, ν’ αντιληφθούμε τους… ευνόητους λόγους που επέβαλαν στη συριζική ηγεσία να μη κάνει ιδιαίτερο ντόρο γύρω απ’ αυτή την είδηση. Οταν συναντιέσαι με καπιταλιστές-γκάνγκστερ δεν είναι και ό,τι καλύτερο για τα συμφέροντα των εργαζόμενων. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά, παραθέτοντας καταρχήν το δελτίο Τύπου που εξέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ στις 14 Δεκέμβρη: 
 
«Ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ Αλέξης Τσίπρας, με τους βουλευτές Γιώργο Σταθάκη, υπεύθυνο ΕΕΚΕ Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Θοδωρή Δρίτσα, βουλευτή Α΄ Πειραιά και Νήσων, υπεύθυνο τμήματος Ναυτιλίας, συναντήθηκαν σήμερα με το προεδρείο της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, μετά από αίτημα της Ενωσης. Η συνάντηση είχε χαρακτήρα αμοιβαίας ενημέρωσης και ανταλλαγής απόψεων. Η αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ- ΕΚΜ έθεσε τα ζητήματα: α. της φορολόγησης των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και της αύξησης των εσόδων από αυτές. β. της συμβολής της ναυτιλίας στην ανασυγκρότηση της ναυπηγικής βιομηχανίας. γ. του θαλάσσιου τουρισμού, σε σχέση με τις μαρίνες, την ανάπτυξη του κλάδου και την αύξηση των φορολογικών εσόδων. δ. τα εργασιακά και το μισθολόγιο στην ελληνόκτητη ποντοπόρο ναυτιλία των κατώτερων πληρωμάτων με στόχο την αντιμετώπιση της ανεργίας των Ελλήνων ναυτικών. ε. την αναβάθμιση της ναυτικής εκπαίδευσης, με ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη να ξεπεραστούν τα εμπόδια για την πρακτική άσκηση των εκπαιδευομένων. Ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ Αλέξης Τσίπρας εξέφρασε την άποψη ότι “η ελληνική ναυτιλία πρέπει να διατηρήσει τον πρωτεύοντα ρόλο της παγκοσμίως” και ταυτόχρονα αυτό πρέπει να “αντιστοιχεί σε αυξημένο όφελος για το σύνολο της κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας”».
 
Είμαστε σίγουροι ότι την ανακοίνωση αυτή θα την προσυπέγραφαν όλοι οι γκάνγκστερ της θάλασσας. Αλλωστε, το γεγονός ότι οι ίδιοι δεν εξέδωσαν κανένα δελτίο Τύπου και ότι τα παπαγαλάκια τους κάθε άλλο παρά «αντι-συριζικά» συμπεριφέρθηκαν («Σε ιδιαίτερα καλό κλίμα έγινε χθες η πρώτη συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με το προεδρείο της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών με επικεφαλής τον πρόεδρο Κ. Θ. Βενιάμη καθώς αντηλλάγησαν απόψεις για το μέλλον της ναυτιλίας», έγραφε για παράδειγμα το «Εθνος», ενώ η εφοπλιστική «Καθημερινή» αναπαρήγαγε απλώς το δελτίο του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αναμεταδόθηκε από το ΑΠΕ), δείχνει ότι έμειναν απόλυτα ικανοποιημένοι από τη συνάντηση και ότι το δελτίο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ τέθηκε υπόψη τους και συμφώνησαν. Συμφώνησαν καθότι δεν περιλαμβάνει τίποτα συγκεκριμένο, παρά μόνο τίτλους θεμάτων. 
 
Ποια είναι, για παράδειγμα, η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για τη φορολόγηση των ναυτιλιακών επιχειρήσεων; Οι εφοπλιστές έχουν ήδη συμφωνήσει με τη συγκυβέρνηση Σαμαρά να δώσουν «οικειοθελώς» 800 εκατ. ευρώ για μια διετία, στο πλαίσιο της φορολόγησης των πλοίων. Ποια ακριβώς πρέπει να είναι η –κατά ΣΥΡΙΖΑ– συμβολή τους στην ανασυγκρότηση της ναυπηγικής βιομηχανίας και πώς θα υποχρεωθούν για κάτι τέτοιο, όταν είναι γνωστό ότι αυτή τη στιγμή ναυπηγούν μερικές εκατοντάδες πλοία κυρίως σε κινέζικα και κορεάτικα ναυπηγεία; Και με τον θαλάσσιο τουρισμό τι ακριβώς «παίζει», όταν οι θέσεις των εφοπλιστών για το καμποτάζ και την κρουαζιέρα είναι γνωστές; Σε τι ακριβώς αναφέρεται η φράση «εργασιακά και μισθολόγιο κατώτερων πληρωμάτων» και μάλιστα «με στόχο την αντιμετώπιση της ανεργίας των ελλήνων ναυτικών»; Ετσι όπως γίνεται ο συσχετισμός, οδηγεί σε άποψη για χαμηλότερα μεροκάματα και χειρότερες εργασιακές συνθήκες, ώστε τα ελληνικά κατώτερα πληρώματα να γίνουν «ανταγωνιστικά» έναντι των ασιατών και ανατολικοευρωπαίων ναυτικών και να μπορούν έτσι οι εφοπλιστές να τα ναυτολογούν στις γαλέρες τους.
 
Ενώ για όλ’ αυτά δεν δημοσιεύτηκε τίποτα το συγκεκριμένο από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, παρά μόνο τίτλοι θεμάτων που συζητήθηκαν, δημοσιεύτηκε στο τέλος η δήλωση Τσίπρα που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: «”η ελληνική ναυτιλία πρέπει να διατηρήσει τον πρωτεύοντα ρόλο της παγκοσμίως” και ταυτόχρονα αυτό πρέπει να “αντιστοιχεί σε αυξημένο όφελος για το σύνολο της κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας”». Πώς κατάφερε η ελληνική ναυτιλία να είναι ανάμεσα στις πρώτες παγκοσμίως; Μήπως με το «ναυτικό δαιμόνιο της φυλής»; Με τη γκανγκστερική πολιτική των εφοπλιστών τα κατάφερε. Με τον ιδρώτα και το αίμα των ελλήνων (και όχι μόνο, πλέον) ναυτεργατών. Με το προκλητικό καθεστώς φοροασυλίας που της εξασφάλισαν οι μεταπολεμικές ελληνικές κυβερνήσεις. Οσο για το… φερετζέ, για το «αυξημένο όφελος για το σύνολο της κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας», είναι άνευ σημασίας. Τα ίδια έλεγε ο Σαμαράς πριν λίγο καιρό, όταν συναντήθηκε δυο φορές με το προεδρείο της ΕΕΕ και συμφώνησαν τελικά να «προσφέρουν» οι εφοπλιστές αυτά τα 800 εκατ., ποσό μικρότερο από τις περικοπές στον ειδικό φόρο κατανάλωσης του αγροτικού πετρέλαιου. Θυμόσαστε, ασφαλώς, και το ευτράπελο. Αρχικά το πολυνομοσχέδιο-εφιάλτης για το νέο Μεσοπρόθεσμο έκανε λόγο για «οικειοθελή συνεισφορά» των εφοπλιστών και μετά από παρέμβαση του ΠΑΣΟΚ, που ζήτησε να μη γίνει ρόμπα η συγκυβέρνηση, ο Στουρνάρας έσβησε το «οικειοθελή» και άφησε μόνο το «συνεισφορά».
 
Τόσα μπορούμε, τόσα δίνουμε, λένε οι εφοπλιστές, αλλιώς χάνουμε ανταγωνιστικότητα που θα μας οδηγήσει σε απώλεια της πρώτης θέσης παγκοσμίως. Κι αν τους πολυζορίσει κανείς, πετάνε ένα «τότε θα πάρουμε τα πλοία και τις επιχειρήσεις μας και θα πάμε αλλού» και όλοι το βουλώνουν. Εχει διαφορετική άποψη ο ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί δεν μας τη λέει; Το θέμα έχει και προϊστορία, έχουμε ξαναγράψει γι’ αυτή και σκόπιμο είναι να την ξαναθυμίσουμε.
 
Πριν τις εκλογές της 6ης Μάη του 2012, ο Τσίπρας χτυπιόταν από τα προεκλογικά μπαλκόνια και απειλούσε τους εφοπλιστές ότι θα τους ταράξει στη φορολογία. Δεν υπήρχε προεκλογική ομιλία που να μην το έλεγε. «Αντί για την αύξηση του ΦΠΑ στην εστίαση, να μπει φόρος εφοπλιστών σε κάθε ένα από τα 4.000 πλοία τους, που θα αποφέρει 2 δισ. (500.000 ανά πλοίο)»(προεκλογικές ομιλίες στην Ξάνθη, στις 27 Απρίλη, και στη Μυτιλήνη, στις 29 Απρίλη). Στο ενδιάμεσο των δύο εκλογών έγινε η κωλοτούμπα και σ’ αυτό το θέμα. Από τα 500 χιλιάρικα ανά πλοίο φτάσαμε στην «Εθνική Προγραμματική Συμφωνία, με τον κλάδο της ναυτιλίας και τον εφοπλιστικό κόσμο, που θα αυξήσει τα φορολογικά έσοδα» (πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που παρουσίασε ο Τσίπρας στην «Αθηναΐδα»). Ομως, και σ’ αυτό το πρόγραμμα αναφερόταν:«Θα επανεξεταστούν από μηδενική βάση οι σχέσεις ανάμεσα στο ελληνικό κράτος, τη ναυτιλία και τον εφοπλιστικό κόσμο, με στόχο τη κατάργηση των προκλητικών 58 διαφορετικών φοροαπαλλαγών και τη δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού καθεστώτος που θα ανταποκρίνεται στη Συνταγματική επιταγή για τη συμβολή στα φορολογικά βάρη όλων των Ελλήνων υπηκόων».
 
Μέχρι που βγήκε ο Τσίπρας στην διαδικτυακή τηλεοπτική εκπομπή του Χατζηνικολάου και έχρισε τους γκάνγκστερ της θάλασσας… εθνικούς ευεργέτες: «Eγώ αυτό που είπα για το εφοπλιστικό κεφάλαιο είναι ότι θα πρέπει –και θα ‘πρεπε ήδη να το ‘χουν κάνει με δική τους πρωτοβουλία, διότι πολλοί από τους ευεργέτες της πατρίδας μας ήταν εφοπλιστές και σε κρίσιμες στιγμές για την πατρίδα βάλαν το χέρι στην τσέπη» (enikos.gr, 30.5.12). Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης είχαμε προφανώς την εξοργιστική προβολή της Μαριάννας Λάτση και του… φιλανθρωπικού έργου του ιδρύματος Λάτση από την «Αυγή» (γράψαμε σχετικά στο προηγούμενο φύλλο) και τη συνάντηση Τσίπρα-Σταθάκη-Δρίτσα με το συνδικάτο των εφοπλ(η)στών, κατά την οποία επισημοποιήθηκε το ειδύλλιο και περάστηκαν δαχτυλίδια (σ’ αυτά οι εφοπλιστές είναι «μανούλες»). Ο ΣΥΡΙΖΑ προσέφερε στους εφοπλιστές την απάλειψη κάθε αναφοράς σε κατάργηση του προκλητικού ειδικού φορολογικού καθεστώτος που απολαμβάνουν. Οι εφοπλιστές δεν ξέρουμε τι προσέφεραν στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μπορούμε να εικάσουμε πολλά.
 
Και βέβαια, το νταλαβέρι με τους εφοπλιστές δεν αφορά μόνο αυτό το κομμάτι των καπιταλιστών. Αποτελεί σαφές δείγμα γραφής για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ έναντι της κεφαλαιοκρατίας, της οποίας την ευμένεια προσπαθεί να κερδίσει.
 
 Με πρότυπο τον Ομπάμα

Οταν δημοσιογράφος στο πρωινάδικο της ΝΕΤ (12.12.12), ακούγοντας τον Γ. Σταθάκη να περιγράφει τη φορολογική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και να δηλώνει ότι οι προτάσεις του κόμματός του κάθε άλλο παρά «αποθαρρυντικές για τις επενδύσεις» είναι, παρατήρησε ότι «άρα στο μέσο Ελληνα θα πάτε κι εσείς», άκουσε έκπληκτος τον Σταθάκη ν’ απαντά μ’ εκείνο το σαρδονιο χαμόγελό του: «Σε κάποιον μεταφυσικό Ελληνα δεν μπορούμε να πάμε»! Οχτώ λέξεις… όλα τα λεφτά. Στο λαουτζίκο θα την πέσει και ο ΣΥΡΙΖΑ, αν ποτέ καταφέρει να γίνει κυβέρνηση.
 
Κυνικός, καταπώς το συνηθίζει, ο Σταθάκης περιέγραψε την πολιτική διαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ ως εξής: «Μπορούμε να βάλουμε όσους ιδεολογικούς προσδιορισμούς θέλετε, μέσα στην κρίση όμως αυτό που υπονοείται σαν σοσιαλδημοκρατικό είναι πολύ σημαντικό. Είναι πολύ σημαντικό το να εφαρμόσεις μια κεϊνσιανή πολιτική αντί μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής διαχείρισης της κρίσης. Είναι τόσο σημαντικό που φαίνεται από το διαφορετικό τρόπο που αντιμετώπισαν την κρίση οι ΗΠΑ και η Ευρώπη. Τεράστια η διαφορά. Πείτε το σοσιαλδημοκρατικό, πείτε το όπως θέλετε»!
 
Βλέπετε εσείς καμιά διαφορά στην πολιτική του Ομπάμα από την πολιτική της Μέρκελ, του Ολάντ και των άλλων ευρωπαίων; Υπάρχει ψήγμα έστω κεϊνσιανισμού στην πολιτική του Ομπάμα; Τις τράπεζες με κρατικό χρήμα δεν μπούκωσε; Φόρους στους εργαζόμενους δεν έβαλε; Την κοινωνική πολιτική δεν χαντάκωσε; Παρά ταύτα, στον ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να προβάλλουν τον Ομπάμα ως πρότυπό τους.
 
Οταν ο δημοσιογράφος ρώτησε τον Σταθάκη –προφανώς για να του δώσει την πάσα– αν ο ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξεί να διαχειριστεί τον καπιταλισμό, ο Σταθάκης δεν είχε πρόβλημα ν’ απαντήσει: «Εντός του συστήματος, προφανώς. Αυτό είναι το διακύβευμα σήμερα για την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία»! Κι όταν ο δημοσιογράφος, σε ρόλο αβανταδόρου, παρατήρησε ότι κύκλοι των τραπεζών που προηγουμένως χαρακτήριζαν τον ΣΥΡΙΖΑ ακραίο, πλέον έχουν στρογγυλέψει το λόγο τους, ο Σταθάκης ξαναφόρεσε το σαρδόνιο χαμόγελό του και απάντησε επινεύοντας:«Εάν θέλουμε να κυβερνήσουμε, και θέλουμε, οι προτάσεις μας πρέπει να είναι πολύ σαφείς, συγκεκριμένες και ρεαλιστικές». Για τους τραπεζίτες προφανώς.

ΚΟΝΤΡΑ – ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ 21 ΔΕΚΕΜΒΡΗ

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

…όταν πρωτοπήγα στην Αίγινα, τον Ιούλιο 1903…

 

ΑΙΓΙΝΑΙΑ ΕΜΠΟΛΗ (1)

Υπό ΣΤΥΛ. ΕΜ. ΛΥΚΟΥΔΗ, ακαδημαϊκού, υποναυάρχου ε.α.

“…Μου θυμίζουν το νεράκι που μούφερναν, τ’ απόγευμα μόλις ξυπνούσα με τον καφφέ και την κουταλιά της βανίλλιας της καλοδεμμένης από τον μακαρίτη τον Κωστή Σχινά, στο ξενοδοχείο του Καρυδάκη, όταν πρωτοπήγα στην Αίγινα, τον Ιούλιο 1903, για να θεμελιώσω το μελλοντικό σπητικό του.

Δεν ήταν βέβαια το νερό της Ούλεν, από τη λίμνη του Μαραθώνος, ήταν κουβαλητό με τα καρράκια των «νερουλάδων» του Ντηλαβέρη και των αλλονών, σε βαρελάκια κομψά, από το πηγάδι του Μερηστού, της οάσεως αυτής του νησιού μας. Της στολισμένης με πλατανάκια, λευκίτσες, λιγαριές, πικροδάφνες, αρμπαρόρριζες, μαντουράνες,δυόσμους, βασιλικούς και γεράνια καταπόρφυρα. Νερό, πώς να το πω, με ουσία και γεύσι, μ’ ελαφράδα που δεν βάραινε το στομάχι διόλου.

Και ρώτησα μια μέρα την κυρά Μαρδικούλα, την ηλικιωμένη που εξυπηρετούσε το ξενοδοχείο, πώς έπαιρνε το νερό τους αυτή την ευχάριστη δροσερότητα.

-Να ‘ναι καλά του Προφήτ’ Ηλία τα’ ασπροχώματα και του Άη Δημήτρη των Λυκούρηδων κοντά στου Μπαρού. Μα κι ο Γκαρής και η τέχνη του. Μαζή όλ’ αυτά, κάνουν ξακουστά και στην Αθήνα ακόμα τα Αιγινήτικά μας κανάτια.

Κι αγόρασα αμέσως ένα τέτοιο κουμάρι διπλό, γιατί μ’ άρεζε πάντα να έχω νερό δροσερό. Όταν δεν φύσαγε και σ’ έπνιγ’ η λαύρα, τόβαζα στον ίσκιοι της ταρατσούλας του ξενοδοχείου κι έκανα χάζι να βλέπω το νερό που σιγά σιγά ξίδρωναν οι πόροι του…”

ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ 1947, σελίδα 2

απλήρωτοι…

Απλήρωτοι συνεχίζουν και εργάζονται εργαζόμενοι της εταιρίας sea ways (πρώην MINOAN) από το Σεπτέμβριο. Αυτό δεν ενδιαφέρει την παραλία, δεν ενδιαφέρει τον αδιάφορο τουρίστα και Παρασκευά. Οφείλει να ενδιαφέρει, όμως, όλους τους υπόλοιπους…

Βασικά, καλησπέρα σας…

Αν οι ανακοινώσεις για τον υποθαλάσσιο αγωγό ύδρευσης δεν είναι μια συντεταγμένη ψευδολογία, τότε μιλάμε για την οριστική αποικιοποίηση του νησιού. Όταν δεν συμπεριλαμβάνονται σοβαρές μελέτες για τις εγγενείς δυνατότητες του νησιού σε νερό, όταν υποβαθμίζεται κάθε δυνατότητα συγκράτησης των όμβριων υδάτων, όταν το νερό είναι υπόθεση της τουριστικής ανάπτυξης και της συνέχισης ενός σπάταλου καταναλωτικού μοντέλου, όταν στην Αίγινα σταθεροποιείται ως οικονομία, πολιτική και κοινωνία η τουριστική μεταπρατική ιδεολογία και ταυτόχρονα κάθε δημόσια συζήτηση εξαντλείται γύρω από τις μεγάλες εργολαβίες που ορίζονται ως κοινωνικό αγαθό, τότε ίσως θα είναι ακόμα πιο δύσκολη η αντίστροφη πορεία. Μέχρι τότε μπορούμε να παρακολουθούμε τη ζωή μας από τις κάμερες των τοπικών καναλιών…

Βασικά, καλησπέρα σας…

ΥΓ: Με επιφύλαξη βεβαίως για το ότι δεν πρόκειται για συντεταγμένη ψευδολογία

Αίγινα το χειμώνα στο έλεος της επιδρομής των εφοπΛΗΣΤΩΝ

Ας δούμε για μια από τις αιτίες του αποκλεισμού. Ας σκεφτούμε το τι πρέπει να κάνουμε, το τι πρωτοβουλίες πρέπει να αναλάβουμε, αντιμετωπίζοντας μια από τις αιτίες του αποκλεισμού της Αίγινας, το χειμώνα. Με κόστος που έχει την τάση να μηδενίζεται, οι εφοπληστές, κερδίζουν βασικά από τις φοροαπαλλαγές. Δηλαδή από τα χρήματα που τους χαρίζουμε χωρίς να προσφέρουν καμιά υπηρεσία παρά μόνο για το γεγονός ότι υπάρχουν κι έχουν έξοδα. Από την άλλη το σκυλί των αφεντικών, η Χρυσή Αυγή, φέτος ήταν και η μοναδική φωνή που τους υπερασπίστηκε τόσο σθεναρά: Διαμαρτυρήθηκε για τις λίγες φοροαπαλλαγές που θα είχαν, αφού θα πλήρωναν 80 εκατομμύρια ευρώ. 2 εκατομμύρια λιγότερα από αυτά που θα έπρεπε να πληρώσουν οι ανάπηροι της Ελλάδας.

Να λοιπόν: οι νόμιμοι εφοπληστές, τα σκυλιά τους κι εμείς τα θύματα

ΥΓ: Στο μεταξύ μπορούν να βγάζουν εκτός γραμμής όποτε θέλουν πλοία τους και βέβαια να υποχρεώνουν τα πληρώματα των πλοίων, σε άνευ αποδοχών άδειες

Διαβάστε:

Οι Έλληνες εφοπλιστές και η κρίση-Στη θάλασσα λεφτά υπάρχουν!

Λέξη προς λέξη οι φοροαπαλλαγές για τους εφοπληστές. (με το γνωστό τραγουδάκι του Αντύπα-γάματα φίλε, γάματα)

OI ΣΚΑΝΔΑΛΩΔΕΙΣ ΦΟΡΟΑΠΑΛΛΑΓΕΣ ΤΩΝ ΕΦΟΠΛΙΣΤΩΝ

Κατά της φορολόγησης των εφοπληστών τα παράσιτα της Χρυσής Αυγής

Η φυσιογνωμία της Αίγινας

Αυτό που διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη το ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό σώμα της Αίγινας είναι ο Τουρισμός. Ήδη από το 1947, χρονολογία έκδοσης του πρώτου τοπικού εντύπου με την ονομασία «Κήρυξ της Αιγίνης», κείμενα μεταξύ άλλων σε μεταπολεμική περίοδο «εθνικής ανασυγκρότησης» από πλευράς αστικής τάξης και διανόησής της, αναφέρονται στον τουρισμό. Χαρακτηριστικά, ένα από αυτά αναφέρεται για «…τον ευκολώτερον και βεβαιώτερον τρόπον αυξήσεως του εισοδήματος. Δηλαδή την εκμετάλλευσιν του «φρέσκου» αέρα, η οποία σοβαροφανώς καλείται Τουρισμός. Δι’ αυτήν θα βοηθήση ασφαλώς δια γενικότερους λόγους αυξήσεως του διεθνούς εν Ελλάδι τουρισμού και το κράτος, λόγω των περίφημων Αιγινήτικων αρχαιοτήτων…». Αέρας κοπανιστός, δηλαδή. Δεν ήταν όμως αυτή η εποχή που θα επέτρεπε έναν συνολικό σχεδιασμό παρόλο που ένας υποτυπώδης από τη δεκαετία του ‘30 με τη δημιουργία γραφείων τουρισμού σε πόλεις τις Ελλάδας, υπήρξε. Η Ελλάδα έβγαινε από τον πιο καταστροφικό πόλεμο στην Ιστορία, με χιλιάδες αστέγους, ορφανά, ανάπηρους, με κατεστραμμένες υποδομές, με υποτυπώδη παραγωγή, και έμπαινε σε ένα εμφύλιο πόλεμο. Το ελληνικό κράτος είχε προδιαγράψει την πορεία του σχετικά με την κατεύθυνσή του στον οικονομικό και πολιτικό τομέα εγκαινιάζοντας τον ψυχρό πόλεμο με τις αμερικανικές βόμβες ναπάλμ στο Γράμμο & Βίτσι. Έτσι κι αλλιώς, αν εξαιρέσουμε την περίοδο της αστικής κυβέρνησης Παπαναστασίου κι αργότερα μεταπολεμικά αυτής του Γεωργίου Παπανδρέου, η ελληνική Ιστορία και μέχρι τον πόλεμο αλλά και αργότερα μέχρι τη χούντα είναι ένα πεδίο μικρών και μεγάλων εμφυλίων, εναλλαγής κυβερνήσεων και δικτατοριών, πολεμικής ατμόσφαιρας και ανακατάταξης συνόρων, μετανάστευσης στην Αμερική-μετά από μια μεγάλη οικονομική κρίση στην πρωτογενή παραγωγή, υποδοχής προσφύγων και ειδικά μετά το 1923 όταν πάνω από 1.000.000, νέοι υπήκοοι, έλληνες από την Τουρκία, βρέθηκαν ανέστιοι και πένητες σε μια χώρα που ήδη το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της ήταν στο όριο της επιβίωσης. Ο «Τουρισμός» ήταν υπόθεση ενός μίγματος διανοουμένων και μέρους της αστικής τάξης, το οποίο συνδύαζε την ανάδειξη του αρχαίου κλέους ως απόδειξη εθνικής καταγωγής, με την μόρφωση, η οποία αποτελούσε αξία επέκτασής της. Ένας περιηγητικός-αρχαιολογικός «τουρισμός» δηλαδή ως δυνατότητα της κυρίαρχης τάξης στην ιδεολογική της αναμέτρηση με την Ιστορία και με τα «καλά» της επαρχίας. Καλοπέραση-φρέσκος αήρ και δουλειά για το έθνος (πλην εξαιρέσεων, βέβαια).

Η γενεαλογία του τουρισμού χωρίς να το γνωρίζει

Η Ελλάδα, όπως το μαρτυρούν οι άπειρες γκραβούρες, οι άφθονες περιηγητικές αναφορές από τα «ταξίδια» διανοουμένων, αρχαιολατρών, τυχοδιωκτών, ιεραποστόλων και πάσης φύσεως αποστολών, ήδη από τον 15ο-16ο αιώνα της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης μέχρι και τον 19ο αιώνα, ήταν στο επίκεντρο της αναζήτησης ταυτότητας από πλευράς των εθνικών αστικών τάξεων στην Ευρώπη που ήταν υπό διαμόρφωση. Ο κλασικισμός, το κυρίαρχο ρεύμα που διαπερνούσε την Πολιτική, την Τέχνη, τη Φιλοσοφία και τις Επιστήμες, έβρισκε στις όποιες προσλαμβάνουσες, την αρχαία Ελλάδα σαν το λίκνο και την αφετηρία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Το ταξίδι στην Ελλάδα και η γνωριμία με τις αρχαιότητές της ήταν η βασική προϋπόθεση τμήματος της αστικής τάξης δίπλα σ’ αυτού της οικονομικής τάσης για να μπορεί να τεκμηριώσει τις προβολές της και για να μπει στα πρώιμα θινκ τανκ των κρατικών σχηματισμών. Ο ρομαντισμός, κυρίαρχο ρεύμα,αργότερα, για τη συγκρότηση εθνικών κρατών (αν εξαιρέσουμε την μακρινή και πρώιμη Αγγλία η οποία στήριξε τον κρατικό της προορισμό κυρίως μέσω της αποικιοκρατίας) στηρίχτηκε στην αρχαία κλασική λογοτεχνία, φιλοσοφία και ιστορία, φορμαλιστικά και από άποψη έμπνευσης περιεχομένου. Έτσι, ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον αναπτύχθηκε έχοντας ως όχημα το ταξίδι και την επιτόπια έρευνα. Από κει και οι πρώτες αρχαιολογικές αποστολές οι οποίες λεηλάτησαν με τη βοήθεια των τοπικών αρχών τις ελληνικές αρχαιότητες μέχρι να καθιερωθούν ως οι αποκλειστικοί παράγοντες αργότερα για την ανάδειξή τους στην Ελλάδα. Σε όλα τα αρχαιολογικά ευρωπαϊκά μουσεία, η ύπαρξη ελληνικών αρχαιοτήτων υποδηλώνει όλη αυτήν την τάση και τη δίψα για ταυτοποίηση από τη μια αλλά και μια σοβαρή τάση κατάκτησης και νέας «διαχείρισης» της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς. Οι αρχαιότητες για την αστική τάξη μέχρι και το 1950-60, εποχή διεύρυνσης του δικαιώματος στη σχόλη (θερινές άδειες) της εργατοϋπαλληλικής τάξης της ανεπτυγμένης Ευρώπης, ήταν ο βασικός πυλώνας ενδιαφερόντων για το ταξίδι «αλλού». Από κει και το ρεύμα του φιλελληνισμού που ήταν και το εδάφιο για να δημιουργηθεί ένας δίαυλος που συνδύαζε το αυθεντικό ενδιαφέρον, την πολιτικής εξάρτηση και οικονομική διείσδυση μέσω δανείων, με πρώτο αυτό που αφορούσε το πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1930. Την «ανεξαρτησία» του ελληνικού κράτους.

Το νέο τουριστικό υποκείμενο και η αναζήτηση της χαμένης ελληνικότητας: μια συνάντηση που δεν έγινε

Έτσι, πριν το «Κορίτσια στον ήλιο» και την αέναη εισροή ξανθού και λευκού πληθυσμού από την Ευρώπη το θέρος, έχουμε τις αρχαιότητες ως προορισμό δίπλα στο αντιπροσωπευτικό μεσογειακό κλίμα και το ενδιαφέρον για την καθυστερημένη Ελλάδα και τους Έλληνες, τα περίεργα αυτά ζώα που συνεχίζουν να έχουν ένα τρόπο ζωής διαφορετικό, παρόλη την «μεγαλειώδη Ιστορία τους». Οι προαναφερόμενες δεκαετίες 1950-60 θα είναι καθοριστικές στην αλλαγή του περιεχομένου του ταξιδιωτικού προορισμού αλλά και στην αλλαγή του υποκειμένου του. Το υποκείμενο διευρύνεται σε ένα ιστορικό πλαίσιο αλλαγών που αργότερα καταφθάνει και στην Ελλάδα, ενώ για την Ελλάδα το’ 60 είναι η περίοδος που σημαντικό τμήμα της διανόησης (Σεφέρης, Ελύτης, Χατζιδάκης, Θεοδωράκης, Πικιώνης, Κωνσταντινίδης, Εγγονόπουλος, Τσαρούχης, Θεοτοκάς, Παπανούτσος, Μόραλης, Καπράλος, κλπ) αναζητά χωρίς δικαίωση, μια άλλη ελληνικότητα μακριά και πέρα από τις αφηγήσεις των ελλήνων «ρομαντικών». Γι’ αυτό και δεν μπορούν να συνδεθούν τα δυο ρεύματα. Το μεν πρώτο, εκ δυσμάς, επαρμένο και από οικολογικές ευαισθησίες, αλλοδαπό και πολιτισμικά κυρίαρχο, κυρίως νεολαιίστικο αναζητά την επαφή με τη φύση και τον έρωτα πλημμυρίζοντας τα ελληνικά νησιά με την παρουσία του, αργότερα το 1970 έως το 80, ενώ το δεύτερο της «χαμένης ελληνικότητας» έχει ήδη χάσει σε μια πάμφτωχη Ελλάδα, με χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους, με μια βιομηχανία που έχει απλωθεί με κίνητρα (π.χ. το φάγωμα των αποθεματικών των Ταμείων Ασφάλισης) καταστρέφοντας λίγο-λίγο το ελληνικό τοπίο, με μια νέα μετανάστευση προς όλες τις καπιταλιστικά ανεπτυγμένες χώρες της Υφηλίου και με τις αναφαινόμενες τάσεις αστυφιλίας που δημιουργούν την  Αθήνα-τερατούπολη. Χιλιάδες ταινίες που παρουσιάζουν τις ξεχωριστές τοπικότητες της Ελλάδας εκείνη την περίοδο παράγονται ενώ ξεκινούν και οι πρώτες συγκροτημένες καταγραφές εθίμων, δημοτικών τραγουδιών  κλπ., μια πρώιμη λαογραφία που αργότερα θα μπορούσε να στηθεί τόσο για την εξυπηρέτηση του εθνικού κορμού όσο και για την μετέπειτα μεταμοντέρνα πώληση «εδωδίμων και αποικιακών» προϊόντων. Ο τουρίστας με το σακίδιο που βουτάει τα γένια του στο καρπούζι, περιπατητής, με το αντίσκηνο για το βράδυ, που τη «βγάζει με ντομάτα και τυρί» είναι εκείνη την εποχή το στερεότυπο του διευρυμένου τουριστικού υποκειμένου που δημιουργεί πρότυπα. Αργότερα στην πιο καταναλωτική του εκδοχή που παρουσιάζουν οι ελληνικές τουριστικές ταινίες του 1960-70, συμπορεύεται με τον ακριβό τουρισμό του jet-set για άραβες μεγιστάνες, κροίσους και αστέρια του κινηματογραφικού θεάματος σε πολύ συγκεκριμένους και περιγεγραμμένους τόπους (πχ. Ύδρα, Μύκονος κλπ.). Τότε γεννιέται και ο τύπος του γκρικ λάβερ και της μάνας του που πουλάει στις ταβέρνες παστίτσιο και μουσακά. Αυτή είναι και η εποχή που πλέον πιο σοβαρά και ύστερα από την διεύρυνση μετοίκισης πολλών δυτικών και βορείων στην ελληνική περιφέρεια (σοβαρό δείγμα της αύξησης του ενδιαφέροντος), ξεκινάει ο τουρισμός ως μια κεντρική επιλογή του κράτους (χαρακτηριστικό της εποχής είναι η δημιουργία περισσότερων γραφείων, τουριστικής αστυνομίας και το χτίσιμο των ΞΕΝΙΑ) αλλά και αποκλειστική οικονομική επιλογή του μεγάλου παράλιου και νησιωτικού τμήματος της χώρας. Η ανάπτυξη του κοινωνικού τουρισμού στην Ευρώπη και πολύ αργότερα το 1990-2000 ως καρικατούρα στην Ελλάδα ανοίγει πλέον και τη δυνατότητα ίδρυσης γραφείων με τα πακέτα τουρισμού μέχρι και τα περίφημα διακοπο-δάνεια. Η θέσμιση και των θερινών αδειών για μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης μετά το ‘70, δίνει και τη δυνατότητα του ανοίγματος ενός νέου πεδίου οικονομικής ανάπτυξης που περιλαμβάνει την οικοδομική ανάπτυξη της τουριστικής υποδομής (ξενοδοχεία, ρουμς του λετ, διασκέδαση-επισιτισμός, εμπόριο κλπ) και του μόνιμου παραθερισμού, δηλαδή την επέκταση της δόμησης με μόνιμες εξοχικές κατοικίες. Αυτό όμως που πλέον αρχίζει και διαφαίνεται είναι η αλλαγή προτύπων με το καταναλωτικό να ξεπερνά το, ας πούμε «μορφωτικό» και «περιηγητικό». Δημιουργούνται όλο και πιο μόνιμες εστίες κατανάλωσης της φύσης με υποκατάστατα όλο και πιο βασισμένα στο αστικό τοπίο. Από τη χούντα η οποία στήριξε σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό την οικονομία της στην οικοδομική επέκταση και μέχρι σήμερα με την κρίση, παγιώνεται σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό ο τουρισμός ως η βιομηχανία των ατομικών τέρψεων. Από κει και μετά καθιερώνεται το «όλα για τον τουρίστα» μέχρι το «χαμογελάτε» της πάλαι ποτέ γιγαντοαφίσας-διαφήμισης του ΕΟΤ και της οριστικής ενσωμάτωσης των Υπουργείων Τουρισμού και Πολιτισμού λίγο πριν την περίοδο της έναρξης της οικονομικής κρίσης. Έτσι καθιερώνεται το πρότυπο του πρωτοκοσμικού αστού τουρίστα που επιθυμεί ένα επίπεδο αστικής κατανάλωσης σε ένα μη αστικό τοπίο που ολοένα και διαμορφώνεται πολύ γρήγορα αφού «η αγορά τρέχει», σαν τέτοιο για λογαριασμό του. Έτσι αποκτά από κείνη την περίοδο ραγδαία ένα πολύ σημαντικό τμήμα της Ελλάδας τουριστική συνείδηση, όταν η τοπική οικονομία της συνδέεται απόλυτα με τον τουρισμό και ο τουρισμός αποτελεί τον προνομιακό χώρο και χρόνο της καθημερινής προσδοκίας του μισθωτού και του επαγγελματία.

Συμπερασματικά:

Η εγκατάλειψη της πρωτογενούς παραγωγής που χαρακτήριζε μέχρι τότε τις κοινωνίες αυτές, τις μετέπειτα τουριστικές ζώνες, ήταν το μεγάλο βήμα για την οικονομική τους ανάπτυξη δίπλα στην υιοθέτηση προτύπων αστικής ζωής. Ο κοινωνικός μετασχηματισμός περνούσε μέσα από την καπιταλιστική ανάπτυξη, γεγονός που σήμαινε: υποβάθμιση του πρωτογενούς παραγωγικού τομέα και ανάπτυξη της τριτογενούς τουριστικής υπηρεσίας-οικοδομής (με την ανάπτυξη των συμπαρομαρτούντων ρίαλ εστέιτ-τουριστικών γραφείων-οικοδομικών επιχειρήσεων) , την ανάπτυξη μιας τουριστικής πολιτικής (που στο σύνολο των θεσμών της θα επέκτεινε αυτήν την τάση καταπατώντας κάθε κανονιστική διάταξη που ενέτασσε την πρωτογενή παραγωγή, τον περιορισμό της δόμησης και του σχεδίου πόλης, την ανάδειξη της ιδιαίτερης εθνικής φυσιογνωμίας μέσω της αρχιτεκτονικής, της Ιστορικής, περιβαλλοντικής φυσιογνωμίας και σ’ αυτό κινήθηκαν οι βασικοί παράγοντες της Πολεοδομίας και της Χωροταξίας) και τη διεύρυνση της επιβολής ενός καταναλωτικού μοντέλου μέσω της εμπορευματοποίησης των ελεύθερου χρόνου και της δημιουργίας ενός νέου οικονομικού κύκλου γύρω από αυτόν.

Η τουριστική ανάπτυξη στην Αίγινα

Το αίτημα

Στην Αίγινα, ήδη από τη δεκαετία του 60 ξεκινούν οι πρώτες αναφορές για την απομάκρυνση των Φυλακών και του τόπου εκτελέσεων των πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος. Στα πλοία της γραμμής στην κυριολεξία συνωστίζονται χωροφύλακες, μεταγωγικά οχήματα, κρατούμενοι μαζί με τουρίστες που έρχονται να απολαύσουν το φως της Αίγινας. Αυτή η τάση είναι που συμμαχεί και με τον αβάσταχτο πόνο του καθημερινού φτωχού ανθρώπου του νησιού που βλέπει τα αποσπάσματα να περιφέρονται στα καφενεία όταν την επόμενη έχουν να πραγματοποιήσουν δολοφονίες πολιτικών κρατουμένων. Η παραλία γεμίζει από τους επισκέπτες-συγγενείς και φίλους των πολιτικών κρατουμένων που μεταφέρουν τη μαυρίλα τους δίπλα στους τουρίστες και ντόπιους που επιθυμούν να αναπαραστήσουν τη Βουγιουκλάκη και τον Μπάρκουλη από την ταινία «Διακοπές στην Αίγινα». Ήδη, η Αγία Μαρίνα από τότε ξεκινάει να έχει μια αίγλη. Χιλιάδες συνωστίζονται στις καθιερωμένες πλέον αργίες, στα εκδοτήρια εισιτηρίων στον Πειραιά, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια θέση για το μαγικό προορισμό αφού ήδη «σε έναν πρόχειρο υπολογισμό με τον μακαρίτη Στρατηγό Π. Πετρίτη προπολεμικώς, επί 100 εισιτηρίων που εκόπτοντο εις την γραμμήν Σαρωνικού, τα 52 ήσαν μόνον δια την Αίγινα», όπως διατείνεται σε άρθρο του ο «Κήρυξ της Αιγίνης» το 1947. Η Αγία Μαρίνα, μακριά από τις φυλακές και με την πιο μεγάλη αμμουδιά, ομαλή, ήταν ο ιδανικός και ο πλέον κοντινός τόπος για να ξεκινήσει το τουριστικό όνειρο κι απολαβές του, μ’ αυτή τη μορφή και περιεχόμενο, στην Αίγινα. Για τουρίστες και ντόπιους. Η Σαλαμίνα ήταν ήδη ο «Γάγγης» των φτωχών συνοικιών της Αττικής, ήταν μια προέκταση της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης Περάματος και των εγκαταστάσεων του Πολεμικού Ναυτικού κι από παλιά ήταν ένας προορισμός που πολύ άμεσα έγινε μόνιμος και λόγω μιας αστραπιαίας μετακίνηση προς το νησί μέσω ενός σύντομου πορθμείου, κρατώντας για τον εαυτό της και τον όρο «Σαλαμινοποίηση» ως περιγραφή της δραστηριότητας που ενοποιεί οικιστικά τα μέρη της περιφέρειας.

Η διαμόρφωση του νέου και ενιαίου τουριστικού υποκειμένου: ο παραθεριστής και ο καταναλωτής ψευδαισθήσεων

Μαζί με τους ντόπιους, λίγοι εξ Αττικής αγοράζουν ήδη από τη μεταπολεμική περίοδο μεγάλες εκτάσεις στην Αίγινα είτε ξεπλένοντας το χρήμα τους είτε επενδύοντας με προοπτική. Κόβουν την αγροτική γη σε μικρότερα οικόπεδα και τις κατάλληλες στιγμές άνθισης της οικοδομικής δραστηριότητας, τη μοσχοπουλούν. Είτε ντόπιοι που αγοράζουν, είτε κυρίως ξενοκαρφίτες, συνιστούν το πρώιμο ρίαλ εστέιτ της Αίγινας, από το ‘70 δίπλα στην άνθιση της τουριστικής βιομηχανίας και στην ανάπτυξη των νταμαριών. Είναι μια περίοδος που η Αίγινα συγκρούεται για τους ίδιους λόγους: για την τροπή που θα έχει ο τουρισμός. Από τη μια τα νταμάρια του Τόγια κλπ. που αποκεντρωμένα και δίπλα στους επίσημους προορισμούς ήδη από τη δεκαετία του 70 (Άγιος Νεκτάριος, βυζαντινά εκκλησάκια της Παλια-Χώρας, Αφαία) κι από την άλλη φορείς που επιδιώκουν για λόγους τουριστικούς αλλά και ιδεολογικούς να τα προστατέψουν. Δημοσιεύματα της εποχής το καταμαρτυρούν: «…Σε δυο μεγάλους οικονομικούς συντελεστές στηρίζεται κυρίως η οικονομία της Αίγινας α)στο μοναστήρι Αγίου Νεκταρίου και β)στο Δωρικού ρυθμού Ναό της Αφαίας…» γράφει σε δημοσίευμα του 1977, συντάκτης της εφημερίδας «Βήμα της Αίγινας» για να τονίσει το αδιέξοδο της παράνομης λειτουργίας των νταμαριών που ήδη έχουν απαγορευτεί με προεδρικό διάταγμα από το ‘75. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Μάλλον όχι. Τα στίφη επισκεπτών του Αγίου Νεκταρίου που επισκέπτονται τον Άγιο για το θαύμα του, όπως και οι αρκετοί επισκέπτες της Αφαίας, ξένοι κυρίως για να θαυμάσουν το ναό, έχουν μια ευκαιριακή σχέση με τον τόπο. Είναι θρησκευτικός και αρχαιολατρικός τουρισμός του «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε». Αφού τακτοποιούν μαζικά, μέσα τους, την ατομική υπόθεση θαύματος ή του θαυμασμού, αποχωρούν για ψαράκι, χταποδάκι, φιστικάκι, ή για το, απ’ το σπίτι, «μαντιλάκι με τις ελιές και το ψωμάκι». Δεν θα παραμείνουν σ’ αυτές τις περιοχές να ζήσουν, έστω για κάποιες μέρες. Από την άλλη, παραθεριστικά και τουριστικά λόγω αλλαγής της φυσιογνωμίας του υποκειμένου του τουρίστα-παραθεριστή, αναπτύσσονται οι άλλες περιοχές της Αίγινας που όχι μόνο δεν υποφέρουν για το ό,τι έγκλημα συμβαίνει στα ιστορικά μνημεία της Αίγινας από τα νταμάρια, αφού απολαμβάνουν μπανάκι, φαγάκι, κρασάκι, ποτάκι, καμάκι και ντάνσιγκ αλλά επωφελούνται από αυτό, αφού τα οικοδομικά υλικά είναι και πιο φτηνά. Οι λίγοι πνευματικοί άνθρωποι-φίλοι του νησιού είναι απλά φίλοι του νησιού και δεν μπαίνουν σε καμιά διαδικασία σύγκρουσης με συμφέροντα της τουριστικής-οικοδομικής δραστηριότητας προτρέποντας πάντα διακριτικά «για την προστασία της αιγινήτικης αρχαίας κληρονομιάς και της φύσης» κι απολαμβάνοντας ως τμήμα της αστικής διανόησης τις αειφόρες διακοπές τους λύνοντας τα προβλήματα σε στενούς κύκλους και σε εκδόσεις ενδιαφέροντος που, λίγο έχουν να κάνουν με την πραγματικότητα και τον κοινωνικό μετασχηματισμό της εποχής. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο γίνονται «εχθροί του λαού» στην περίσταση της κατάργησης των 12 οικισμών της Αίγινας, το 1977, απόφαση που πάρθηκε πίσω, στα γρήγορα, από τη Νομαρχία Πειραιά. Ο Δημοτικός Σύμβουλος Αλεξίου και παλιός σημαντικός παράγοντας της Αριστεράς, διατυπώνει γραπτά στην πρότασή του για διαμαρτυρία του λαού της Αίγινας, όπως καταγράφεται από το «Βήμα της Αίγινας» το 1977: «…και ο λαός της Αιγίνης να συγκεντρωθή διαμαρτυρόμενος εναντίον της αποφάσεως και αυτών οι οποίοι παρεκίνησαν τους αρμοδίους αποκτώντας εις την Αίγινα κυριαρχικά δικαιώματα αγοράζοντας ένα κομμάτι γη και θέλουν να μας επιβάλλουν τας καλλιτεχνικάς των αντιλήψεις. Όχι κύριοι είστε φιλοξενούμενοι στο τόπο μας και δεν θα επιτρέψουμε να τον κάνετε ησυχαστήριό σας». Το ίδιο που συμβαίνει και σήμερα με τους πλουσίους μετοίκους καλλιτέχνες της Αίγινας. Δεν πολυμπερδεύονται στα πολιτικά. Απολαμβάνουν τα λεφτά τους και την ησυχία τους, στους μικρούς κλειστούς κύκλους τους, αναπαράγοντας τους εαυτούς τους σε καλλιτεχνικά γεγονότα ή σε συνάξεις τους στις βίλες ή αλλιώς «οικίες». Άντε το πολύ-πολύ να θίξουν ό,τι θίγει τις «οικίες» τους.

Η πρωτογενής παραγωγή και το φιστίκι ως διακριτό χαρακτηριστικό και σύμβολο

Έτσι η ραγδαία μετατροπή της αγροτικής γης σε τουριστική-οικιστική-εμπορική που ήδη εντοπίζεται από τη χωροταξική μελέτη του 1975 υπό το Υπουργείο Συντονισμού που παρέχει πλήθος στοιχείων συνολικά για τις κοινωνικές, οικονομικές, αισθητικές, τάσεις στην Αίγινα, ξεκινάει να εστιάζει σε ένα δείγμα αγροτικής παραγωγής που είναι και μοναδικό. Το φιστίκι. Ένα είδος πολυτελείας κι όχι καθημερινής ανάγκης, με μια καλλιέργεια που υπόσχεται καλό εισόδημα και εξασφαλίζει τη μοναδικότητα της Αίγινας στην τουριστική της προβολή. Παρόλο που επίσημα αναγνωρίζεται ως ΠΟΠ από την Ευρωπαϊκή Ένωση πολύ αργότερα το 1996, είναι το ξεχωριστό προϊόν που από τότε μεταφέρεται εύκολα μαζί με την θερινή ανάμνηση και την προσδοκία για τα «επόμενα» καλοκαίρια. Είναι η κινητή διαφήμιση παντού αφού στα γήπεδα, στα μπαρ, στο σαλονάκι με το ουίσκι, κανείς δεν αναφέρεται σε «κελυφωτά φιστίκια» αλλά σε «φιστίκια Αιγίνης» ως διάκριση από τα «αράπικα» και μετά τα «πίνατς» ακόμα κι αν τα κελυφωτά, αργότερα εισάγονται πολύ φτηνά από τη Μέση Ανατολή, τόπο άλλωστε προέλευσης της αιγινήτικης φιστικιάς. Είναι το διακριτικό της Αίγινας, το διακριτό της σύμβολο αφού οι σημασίες του αρχαιολογικού τουρισμού έχουν ήδη υποχωρήσει ενώ ο θρησκευτικός αρκείται με τα θαύματα του «Αγίου». Αυτό που εν τέλει και στις μέρες μας παγιώθηκε με τις διοργανώσεις των ΦΙΣΤ-ΦΕΣΤ από τον εκλεπτυσμένο αισθητικά, εστέτ, πρώην δήμαρχο Παναγιώτη Κουκούλη που προσδιόρισε την Αίγινα με μαυραγορίτικη αντίληψη, ως το έδαφος για το οποίο «η κρίση είναι ευκαιρία». Έτσι χάθηκαν τα περίφημα βερίκοκα, τα περίφημα αμύγδαλα, τα περίφημα σύκα και το λάδι της Αίγινας, έτσι χάθηκε ο περίφημος μούστος κι ένας κύκλος εργασιών συγκράτησης του νερού. Έτσι χάθηκε κάθε δυνατότητα παραγωγικής δραστηριότητας στην Αίγινα και πιθανές βιοτεχνικές εφαρμογές που θα εξασφάλιζαν την αξιοπρέπεια και επιβίωση του πληθυσμού. Και από μια καλλιέργεια που λόγω της βιολογικής ζωής της φιστικιάς που παράγει ρητίνη, δεν μπορεί να υπάρχει συγκαλλιέργεια, ενώ χρειάζεται πολύ νερό και ιδιαίτερη φροντίδα από λιπάσματα και χημικά φάρμακα.

Η νέα τοπική ιδεολογία

Από την άλλη η καθημερινή ζωή με τον τουρισμό δεν εκσυγχρονίστηκε ομαλά, αλλά υιοθετήθηκαν βαθμιαία, λόγω τουριστικής επιβολής και των οικονομικών ανταλλαγμάτων της, πρότυπα καταναλωτικής διασκέδασης «απελευθερωτικά» που δεν συμμερίζονται το πλούσιο αρχαιο-χριστιανικό της παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα επιβιώνει το συντηρητικό πρότυπο ενός νησιού με δεκάδες αγίους και οσίους σε ένα τοπίο, που, όπου και να ατενίσεις θα δεις και μια εκκλησία. Καρκατσουλιό και ορθοδοξία μαζί. Το καλοκαίρι ντίσκο και το χειμώνα εκκλησία. Είναι ο απαραίτητος συνδυασμός που αργότερα στην εποχή μας μετά το 1990 και το «τέλος των ιδεολογιών» και αναζήτησης νέων ταυτοτήτων θα καταλάβει την κυρίαρχη ιδεολογία του νησιού. Ως ιβέντ και εμπόρευμα. Ως ιδεολογία και χρήμα. Αρκεί να τραγουδούν οι ταμειακές μηχανές. Άγιος Νεκτάριος και Αμπράμοβιτς. Ιερά Πανήγυρις της Αγίας-Μαρίνας και κλάμπινγκ. Ανατολικές πουτάνες και λιτανείες. Σφηνάκι και θεία μετάληψη. Η Μύκονος του Σαρωνικού.

Η Αίγινα, ένα νησί που έγινε για 2 περίπου χρόνια, η πρώτη έδρα του ελληνικού κράτους μετά την άφιξη του Καποδίστρια και σε μια εποχή που η «ανεξαρτησία» της Ελλάδας παζαρευόταν στα πολιτικά σαλόνια της Ευρώπης, είχε από την αρχή της επανάστασης να αντιμετωπίσει αφενός την ένδεια κι ένα επίπεδο ζωής που έφτανε στα όρια της επιβίωσης (λίγα χρόνια πριν την επανάσταση είχαν αρχίσει να επαναποικίζουν τη Χώρα-Λιμάνι) κι αφετέρου την μεγάλη μετανάστευση από τα Ψαρά και τη Χίο, περιοχές που υπέστησαν ολοκληρωτική καταστροφή μετά το 1823-24. Η Αίγινα δεν είχε την τύχη μιας πρώιμης αστικής ανάπτυξης, όπως άλλες ευνοημένες περιοχές της Ελλάδας (είχε ήδη υποστεί μια φοβερή καταστροφή την εποχή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή), ούτε μορφωμένους και πλούσιους παροίκους στο εξωτερικό που να μεριμνούν, μ’ εκείνη την προκαπιταλιστική λογική (μόρφωση, υποτροφίες υποδομές, σχολεία, ιδρύματα κλπ.) για τον τόπο τους. Έτσι αν εξαιρέσει κανείς επί Καποδίστρια, τις πρώτες υποδομές του ελληνικού κράτους (νομισματοκοπείο, τυπογραφείο, ορφανοτροφείο-σχολείο, καλλιέργεια πατάτας, λιμάνι, δρόμους αμαξιτούς κλπ.) που έγιναν στην Αίγινα και έδωσαν εργασία και μια στοιχειώδη μόρφωση, η αλιεία, η σχετική κτηνοτροφία και μια αγροτική παραγωγή, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ήταν αυτά με τα οποία επιβίωνε φτωχά η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Από την άλλη η ναυτιλία με την οποία συμμετείχε προεπαναστατικά η Αίγινα με το μικρό της στόλο έχει ήδη υποστεί καταστροφή από τον πόλεμο αλλά και από την κρίση που έπληξε την ελληνική ναυτιλία (Ύδρα-Σπέτσες-Ψαρά) ή αλλιώς ελληνική πειρατεία, στις αρχές του 19ου αιώνα, η οποία δεν ήταν πλέον χρήσιμη, αφού άρθηκαν οι ναυτικοί αποκλεισμοί των μεγάλων δυνάμεων και ξεκίνησε να αναπτύσσεται νόμιμα, εκ νέου στις χώρες της Ευρώπης. Οι τελευταίοι πειρατές εντοπίζονται μάλλον από την Αίγινα, είναι Ψαριανοί πρόσφυγες, μαθημένοι σ’ αυτή τη δουλειά και καταστέλλονται από τον Καποδίστρια.

Η μετανάστευση και το επάγγελμα του ναυτικού ήταν αργότερα στο δεύτερο μισό του 19ου τα επαγγέλματα που έφερναν χρήμα στο νησί. Αργότερα η ανάπτυξη της σπογγαλιείας και η προσωρινή ξενιτιά της, έφεραν αρκετό χρήμα στο νησί. Δεν θα μπορούσε να μετατραπεί όμως σε μια διαφορετική ιδεολογία αφού δεν μπορούσαν να φέρουν ιδέες. Οι σπογγαλιείς δεν έφερναν βιβλία και νέες ιδέες. Χρήμα έφερναν, μαζί με τη θύμηση των νεκρών ή ανάπηρων που έφερναν χτυπημένων από τη νόσο του δύτη. Όταν έρχονταν με χρήμα είχαν μια συνήθεια: να πυροβολούν γεμάτα βαρέλια με ρετσίνα στα καπηλειά που διασκέδαζαν. Από την άλλη δυο οικογένειες μοιράζονταν το όφελος από το σφουγγάρι που επεξεργαζόταν και έφευγε για την Ευρώπη και μια δυνατότητα επεξεργασίας των σφουγγαριών για την Ευρώπη. Και κυρίως για την Αγγλία. Η εταιρία «Μπράουν» ήταν η μια που εκμεταλλευόταν στο έπακρο την εργασία και τον κόπο εκατοντάδων ανθρώπων στην Αίγινα μαζί με τις άλλες δουλειές της να μοσχοπουλά αρχαιότητες στο διεθνές κύκλωμα αρχαιοκαπηλίας.

Οι ελάχιστες προσπάθειες πνευματικών ανθρώπων της Αίγινας, μετρημένων στα δάχτυλα, δεν θα μπορούσαν να αλλάξουν δραστικά το ιδεολογικό τοπίο το οποίο όριζε η τοπική εκκλησία η οποία σαν μεγάλος τσιφλικάς είχε τους εργάτες γης, δουλοπάροικους και κολλήγες, ενώ δεν έλαβε μέρος καμιά ανάπτυξη δευτερογενούς τομέα ώστε να εισαχθούν συνδικαλιστικές ή εργατικές, σοσιαλιστικές αντιλήψεις σε αντίθεση με άλλα αστικά κέντρα (Σύρος, Πάτρα, Βόλος, Αθήνα, Θεσσαλονίκη κλπ.). Επίσης δεν υπήρχαν ζητήματα ιδιοκτησίας γης-τσιφλικάδες προκειμένου να αναπτυχθεί, όπως αργότερα αναπτύχθηκε το αίτημα του αναδασμού της γης, όπως συνέβη στη Λάρισα στις αρχές του 20ου αιώνα. Η στοιχειώδης εκπαίδευση που παρείχε η τοπική αυτοδιοίκηση μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν πραγματικά στοιχειώδης και αντιστοιχούσε στην καθυστερημένη επαρχία. Έτσι και τα διάφορα πολιτικά γεγονότα λίγο μπορούσαν να επηρεάσουν τη ζωή της Αίγινας. Η κατοχή για παράδειγμα ήταν μια περίοδος, με αρκετούς νεκρούς από το λιμό, που έχει περιγραφτεί με τον πιο θαυμαστό τρόπο στα διηγήματα της Ιουλίας Περσάκη, στην οποία συνέβησαν απλώς μερικά ευτράπελα, όπως αυτό το χαρακτηριστικό με τον Βράσε-Ρύζη ή το γεγονός στο Λεόντι. Κάτι συνθήματα γράφτηκαν ένα βράδυ σ’ ένα επιταγμένο κτίριο από τους Γερμανούς από την αδελφή του Κώστα Χάνου, συνελήφθη, φυλακίστηκε στου Αβέρωφ και αφέθηκε ελεύθερη μετά από κάποιο σχετικό χρονικό διάστημα κι αυτό ήταν όλο. Δεν υπήρξαν πράξεις κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης στην Αίγινα.

Κάθε τι που εισαγόταν στην Αίγινα όπως και σε κάθε περιοχή της Ελλάδας με αντίστοιχη ιδεολογική-οικονομική κατάσταση δεν ήταν παρά μια νέα υπόσχεση για την οικονομική αναβάθμιση του νησιού. Έτσι «έπιασε» και η καλλιέργεια της φιστικιάς. Οι απελευθερωτικές ιδέες της Αριστεράς δεν μπόρεσαν ποτέ να «πιάσουν» στην Αίγινα. Οι λίγοι αριστεροί, μεταπολεμικά διώκονταν σαν «κομμουνιστές» έχοντας το στίγμα του κακού, ενώ οι φυλακές της Αίγινας που «φιλοξένησαν»-βασάνισαν χιλιάδες αγωνιστές της αριστεράς από το μεσοπόλεμο και οι τόποι εκτελέσεων-δολοφονίας ήταν πάντα ένα σίγουρο φόβητρο. Όταν μάλιστα το έχεις και τόσο δίπλα σου. (Υπάρχει μια καταπληκτική συνοδοιπορία το ‘60 την εποχή για τις Φυλακές. Δημοσιεύματα και μαρτυρίες μιλούν από τη μια για τους ανθρώπους δεν άντεχαν να βλέπουν βασανιστήρια και εκτελέσεις δίπλα τους κι από την άλλη οι παράγοντες εν Αθήναις που ζητούσαν να απομακρυνθούν οι Φυλακές και ο τόπος εκτελέσεων-όχι να σταματήσουν, για να αναπτυχθεί η Αίγινα τουριστικά. Και για αυτό λόγο προέκυψε η Αγία Μαρίνα. Μακριά απ’ τις Φυλακές, χωρίς μεταγωγικά και αποσπάσματα εκτελεστών, μια μεγάλη παραλία περίμενε τους τουρίστες.)

Οπότε και με τη διαρκή μετάβαση προς τα αστικά δημοκρατικά πρότυπα, η Αίγινα ήταν ένα τσιφλίκι πολιτικών που έδιναν ένα «τσουβάλι μπαμπακόπιτα» εξασφαλίζοντας με μια υπόσχεση την ψήφο. Απ’ τον Κάντζια, δημοφιλή φιγούρα του κόμματος των Φιλελευθέρων της μεταπολεμικής Αίγινας μέχρι και τον Καρύδη του ΠΑΣΟΚ που ανέλαβε σχεδόν εργολαβία την Αίγινα μέχρι και τις τελευταίες εκλογές, ήταν οι ήρωες της Αίγινας, στους οποίους πρόστρεχαν σε κάθε περίσταση και συνεχίζουν μέχρι σήμερα: για το θέλημα. Είτε για δημόσιο αγαθό όπως π.χ. το δημοτικό σχολείο Βαθέως που «έχτισε» ο πρώην υπουργός Καλός (με ταχεράκιατου), μέχρι το ιδιωτεύον (διορισμοί, μεταθέσεις, τοποθετήσεις, πολεοδομικά, παρανομίες, συλλήψεις κλπ.).

Σε αυτό το πλαίσιο υπέρβασης της ένδειας, η υπόσχεση του τουρισμού και της πώλησης γης μπόρεσε να καρποφορήσει ως βασικός προσανατολισμός, ως μονοκαλλιέργεια με τα νέα πρότυπα του καταναλωτή παντός εμπορεύματος.

Τα 200 μέτρα της παραλίας της πόλης της Αίγινας και ο Δήμος της

Αυτό που ζούμε στην Αίγινα ως 200 μέτρα της παραλίας ξεκίνησε σχεδόν μετά την κατάργηση των Φυλακών της Αίγινας και την απόδοση του κτιρίου στο Υπουργείο Πολιτισμού προκειμένου να ιδρυθεί μέσα από μια καταστροφική μανία ενάντια στην Ιστορία, ένα διαχρονικό Μουσείο. Στη συνέχεια για πολλούς λόγους προέκυψε από το 1990 και μετά ο μαρασμός της Αγίας Μαρίνας. Αποφασιστική σημασία είχε η εφαρμογή του Νόμου Καποδίστριας και ο νεοσυγκεντρωτισμός με την επίφαση της «αποκέντρωσης». Αυτό που συνέβη στην Αίγινα, συνέβη περίπου σε όλη την Ελλάδα. Ευνοήθηκαν οι έδρες των νέων συνενώσεων και παραμελήθηκε η περιφέρεια. Με απλά λόγια: Τα χρήματα έπεφταν στην κυριολεξία σε μια περιοχή. Εν των μεταξύ υπήρχαν και αλλαγές στην αγορά που αφορούσαν το νέο αεροδρόμιο και τη μεγαλύτερη ευκολία για πιο εύκολες πτήσεις προς τα νησιά του Αιγαίου, τις αλλαγές προορισμών από τα διεθνή τουριστικά γραφεία (π.χ. προβολή των φτηνών μικρασιατικών παραλιών), τη βαθμιαία υποβάθμιση του κοινωνικού τουρισμού που μέχρι τότε εξασφάλιζε ένα σίγουρο εισόδημα σε ξενοδόχους, την αλλαγή του νομίσματος σε ευρώ κλπ. Όλες αυτές οι αλλαγές δεν μπορούν να αιτιολογήσουν το γιατί συγκεντρώθηκε στην πόλη της Αίγινας βαθμιαία ο τουρισμός. Εκείνο που μπορεί να δώσει μια εξήγηση είναι ότι μέσα στο πλαίσιο αλλαγών του υποκειμένου «τουρίστας», το καταναλωτικό, γρήγορο και εύκολο δίπλα στην ανάπτυξη της ακτοπλοΐας προς το λιμάνι της Αίγινας και σε έναν συνδυασμό μιας όλο και πιο συγκεντρωτικής οικονομίας, έφτιαξαν έναν νέο τουρισμό της παραλίας της πόλης. Αυτό που συμβαίνει σε όλα τα νησιά και σε όλες τις παράλιες περιοχές της Ελλάδας. Η ανάπτυξη των τουριστικών κέντρων με το ιστορικό τους παρελθόν που μοιάζει περισσότερο με το μοντέλο ζωής που μπορεί να παρέχει τα πάντα. Ήρθε κι έδεσε η αστική αναζήτηση με το αντίστοιχο πρότυπο για τον τουρισμό. Είναι μια διαδικασία αργή η οποία εκφράζει αυτόν τον μετασχηματισμό σε επίπεδο αλλαγών στην οικονομία και στους θεσμούς.

Για την Αίγινα γύρω στη δεκαετία του ‘80 ξεκινάει η προπαγάνδα για την ανακαίνιση των ιστορικών κτιρίων της, το σώσιμο της νεοκλασικής της αρχιτεκτονικής που συνδυάζεται με το αιγαιοπελαγίτικης έμπνευσης χρώμα και δημιουργείται ένα ενδιαφέρον για την πόλη. Γύρω στη δεκαετία του ‘90 η καμπάνια για την «πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδος», με μια λειτουργική χρήση της Ιστορίας που «πουλάει», σταθεροποίησε αυτήν την τάση ώστε η Αίγινα τα ταυτίζεται με την πόλη της. Μια διαρκής τάση εγκατάστασης των κατοίκων της περιφέρειας στο κέντρο αδρανοποίησε τις όποιες τοπικές δυνάμεις με πρώτο και καλύτερο θύμα το μικρό μονοθέσιο ή ολιγοθέσιο σχολείο που έπαψε να υπάρχει από τις δεκάδες παράνομες μετεγγραφές μαθητών της περιφέρειας στα «καλά» σχολεία της πόλης της Αίγινας. Από την άλλη παρέμεινε «με δόντια και νύχια» το λιμάνι στην πόλη παρόλα τα σχέδια για μεταφορά του στο Λεόντι με αποτέλεσμα η ανάπτυξη της ακτοπλοϊκής γραμμής που έχει ήδη σαν πρώτο της προορισμό την Αίγινα να σταθεροποιήσει αυτήν την τάση. Έτσι μια περεταίρω αστικοποίηση του νησιού στην οικονομία και στις συνήθειες έδωσε αυτή τη μορφή που έχει το κυρίαρχο τουριστικό ρεύμα. Ένα ρεύμα χωρίς προορισμό, χωρίς συγκεκριμένο στόχο πέρα από την «απόδραση» που το ταξίδι είναι «για ένα καφέ» ή «για ένα ποτό» ή «για ένα μπάνιο» και «πεταγόμαστε και μέχρι τον Άγιο». Τουρισμός του «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε» αν προσθέσουμε και τις προσπάθειες που έγιναν στην ίδια κατεύθυνση, με σκοπό τον τουρισμό ενδιαφέροντος. Με κυρίαρχο το ΦΙΣΤ-ΦΕΣΤ, ο τουρισμός ενδιαφέροντος χωρίς καμιά χωροταξική διάθεση, διανθίστηκε από: μπιτς βόλει, τζετ σκι, γαστρονομία, φεστιβάλ Ντόρας Μπακοπούλου, αγώνες μοντελισμού, ποδηλατοδρομίες, επίδειξη κλασικού οχήματος, εντούρο διαδρομές στο δάσος, πεζοπορία στο δάσος, συνέδριο για την Ιστορία κλπ. Τέλος το πιο ενδιαφέρον αφορά την προώθηση των ντραγκς για πλούσιους, όπως και την προώθηση των γυναικών. Χαρακτηριστικό επεισόδιο αναφέρει δημοσιογράφος για ταβέρνα της παραλίας όπου στο τραπέζι μιας παρέας «ιδιαίτερης», «σερβίρεται» στον «αρχηγό» από τους μπράβους του, ξανθή ανατολικοευρωπαία καλλονή. Αν συνδυάσουμε και την αγάπη του Αμπράμοβιτς για τον Άγιο Νεκτάριο, ο χαρακτηρισμός «Μύκονος του Σαρωνικού» μάλλον σε λίγα χρόνια θα είναι πολύ ήπιος. Αυτά είναι λοιπόν τα 200 μέτρα της παραλίας από την «Αύρα» μέχρι τη «Ρέμβη» και τις μικρές τους προεκτάσεις σε ελάχιστα σημεία του νησιού. Όλα εδώ. Έτσι συνδέεται και το «δώρο»-δήθεν πεζοδρόμιο με ένα άλλο κατάστημα και το απαραίτητο θερμοκήπιο, στους ιδιοκτήτες της παραλίας από τον προηγούμενο δήμαρχο. Όλα εδώ. Στην παραλία. Από δω «βγαίνει» και ο δήμαρχος και «κλείνονται» όλες οι δουλειές για το νησί.

Επίλογος ως αναγκαίο υστερόγραφο

Αν θα μπορούσε να αποκτήσει μια χρησιμότητα αυτή η ανάλυση πρέπει συμπερασματικά να σταθεί ο αναγνώστης στα εξής σημεία που αφορούν το δημόσιο χώρο και τις προσπάθειες ανάδειξής του ως χώρου αγώνα:

-Έλλειψη πολιτικής κουλτούρας και αναφορών αντίστασης-τουριστική ιδεολογία-άγνοια αστικών δικαιωμάτων

-Σταθερή προσκόλληση στα πρόσωπα των κομμάτων της αστικής πολιτικής και των τοπικών προεκτάσεών τους καθώς και στον εκκλησιαστικό παράγοντα

-Άκριτη υιοθέτηση κάθε «νέου» οικονομικού προτύπου που «υπόσχεται»

-Άκαιρες, ασυνεπείς, ασυνεχείς και ασύμβατες προσπάθειες ανάδειξης του δημοσίου χώρου

Για το, ας το πούμε, «πολιτικό καφενείο» Αίγινας

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΡΟΒΛΗΤΑ

Μόνο ως αυτό-γελοιοποίηση μπορεί να χαρακτηριστεί πλέον η εκδήλωση διαμαρτυρίας στην παλιά προβλήτα. Απέναντι στους ιδιοκτήτες, τους θαμώνες και τους υποστηρικτές της ιδεολογίας της παραλίας που σχεδόν μόνο αυτοί ακούνε και γελάνε σε βάρος μας. Όχι, δεν αποτελεί ευκαιρία για κανέναν, που δεν επιθυμεί να εκτεθεί. Όχι, δεν αποτελεί έδαφος κοινό για τον αγώνα στην Αίγινα. Μέχρι να βρούμε πού και πώς βρίσκεται αυτό ας υπερβούμε τις θεωρίες περί «καθυστέρησης» των μαζών καθώς και τις θρησκευτικές αντιλήψεις του «φωτισμού» των «άλλων». Υπάρχουν ήδη, η καθιερωμένη θρησκεία για αυτό και η θρησκεία του χρήματος που προορίζεται αυστηρά για λίγους αλλά προσδοκούν οι πολλοί. Μπορούμε απλά να το ψάξουμε μαζί.

για το πρώιμο εργοστάσιο νερού στην Αίγινα, στα 1977

Όσοι διάβασαν τον ποταμό-επιστολήτου δημάρχου Αξιώτη προς τον υδρομεταφορέα της εποχής 1977, Μπακόπουλο, θα έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν και την απάντηση Μπακόπουλου που δημοσιεύει το αριστερό «Βήμα της Αίγινας» χωρίς σχολιασμό από πλευράς του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι η εν λόγω εφημερίδα σε άλλο της άρθρο, παράλληλο προς την επιστολή, υπερθεματίζει –εμμέσως, πλην σαφώς- σε επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο τότε υδρομεταφορέας για την ακαταλληλότητα των πηγαδιών που υδροδοτούν το δημοτικό δίκτυο ύδρευσης στην Αίγινα, γεγονός όχι απίθανο. Η συνθετότητα του προβλήματος νερό στην Αίγινα από τότε, όπως και η πρώιμη μπίζνα φαίνεται να είναι οι προπομποί του σημερινού μας αδιεξόδου. Διαβάστε προσεκτικά από το «Βήμα της Αίγινας», ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΙΟΥΝΗ, ΤΙΜΗ ΦΥΛΛΟΥ 4 ΔΡΧ., ΧΡΟΝΟΣ Δ΄, ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 51:

«…Γιατί ο Δήμος παίρνει νερό από πηγάδια που δεν πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την προστασία της υγείας μας; Γιατί ο Δήμος αγνοεί τις απαγορεύσεις και υποδείξεις του Τμήματος Υγιεινής της Νομαρχίας; Γιατί το χρέος του Δήμου προς την εταιρία που φέρνει νερό στην Αίγινα έχει ξεπεράσει τα 4.500.000 δρχ.;

Σ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα ο Δήμος έριχνε νερό στις δεξαμενές, από 4 ιδιωτικά πηγάδια, πράγμα που συνεχίζεται και σήμερα, χωρίς την έγκριση της υπηρεσίας του Τμήματος Υγιεινής. Η αρμόδια υπηρεσία με έγγραφό της στις 14 Μάρτη 1977, πληροφορούσε το Δήμο για τις απαραίτητες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα πηγάδια από τα οποία υδρεύεται η Αίγινα. Και το έγγραφο κατέληγε: «Μετά το πέρας των εργασιών προστασίας των πηγαδιών, παρακαλούμε να ειδοποιήσετε την υπηρεσία για διενέργεια δειγματοληψίας για χημική και μικροβιολογική εξέταση». Η Δημοτική αρχή όμως αγνόησε τις συστάσεις του Τμήματος Υγιεινής … Αποτέλεσμα τούτου  ήταν να καταγγελθεί το γεγονός στην αρμόδια υπηρεσία Υγιεινής η οποία με έγγραφό της στις 30 Απρίλη 1977, ζητάει τη διακοπή υδροληψίας από τα πηγάδια που τα χαρακτηρίζει ότι «στερούνται επιφανειακής προστασίας και δεν έχουν τύχει της αδείας της προβλεπομένης από τον Υγειονομικό Κανονισμό». Το έγγραφο αυτό δεν διαβιβάστηκε σε κανένα από τα Δημοτικά Συμβούλια… Το ίδιο το νερό είναι ακατάλληλο για πόσιμο. Αυτό ακριβώς δηλώνει ρητά και το έγγραφο της 20ης Μάη 1977, που έστειλε η Υπηρεσία Υγιεινής προς τον Δήμο. Σύμφωνα με το ίδιο το έγγραφο, επιτρέπεται να παίρνει ο Δήμος νερό από τα πηγάδια ΜΟΝΟ σε περίπτωση ΑΙΧΜΗΣ και ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ πλυσίματος πιάτων, ρούχων, ατομικής καθαριότητας και ΟΧΙ για πόσιμο. Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να γίνει αυτός ο διαχωρισμός στη χρήση νερού, το συμπέρασμα που βγαίνει από το παραπάνω έγγραφο είναι ότι ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ο Δήμος να ρίχνει νερό από τα πηγάδια στις δεξαμενές του… πρώτο και κύριο υπονομεύει την υγεία των κατοίκων και δεύτερο αναγκάζει το Δήμο να παραβιάζει τις συμβάσεις που ο ίδιος υπέγραψε μ’ αποτέλεσμα να εμπλέκεται σε δικαστικούς αγώνες με την προμηθεύτρια εταιρία νερού… το χρέος καθημερινά ανεβαίνει και έφτασε τα 4.500.000 δρχ. τη στιγμή που η τιμή αυξάνεται και οι πληρωμές από τους δημότες γίνονται κανονικά και το ποσό που εισπράττεται υπερκαλύπτει το κόστος αγοράς νερού… Έπειτα υπάρχει μια εντελώς ακατανόητη ενέργεια της Δημοτικής Αρχής. Όταν ξηλώθηκε το μουράγιο από την παλιά προβλήτα μέχρι την Παναγίτσα, ο Δήμος εκμεταλλευόμενος σωστά το σκαμμένο μουράγιο, θέλησε να τοποθετήσει σωλήνα που θα επέτρεπε σε υδροφόρα να πλευρίσει στο καινούριο λιμάνι, δηλαδή στο μέρος που βρίσκεται μπροστά στο ηρώωον. Επειδή δεν είχε χρήματα για τη σωλήνα αυτήν, ζήτησε τη βοήθεια της εταιρίας Μπακόπουλος ΕΠΕ η οποία του παραχώρησε δωρεά τις σωλήνες για τη συμπλήρωση της σύνδεσης (70 περίπου μέτρα). Ο Δήμος αφού έκανε την σύνδεση άφησε ένα κομμάτι σωλήνας (1,50 μέτρο) χωρίς να το συνδέσει, έτσι η υδροφόρα που αγόρασε η προμηθεύτρια εταιρία, 2.500.000 τόνων από το κόστος των 30.000.000 και που θα μπορούσε εύκολα να εξασφαλίσει γρήγορα και πολύ νερό στο νησί, μένει από τις 9.5.77, ημέρα αγοράς της, ανεκμετάλλευτη για τις ανάγκες σε περισσότερο νερό του νησιού μας, τώρα που μπαίνει το καλοκαίρι. Γιατί η δημοτική αρχή άφησε το τμήμα αυτό της σωλήνας ασύνδετο; Τι έχει να κερδίσει μ’ αυτή την ενέργεια;…»

Αυτά αναρωτιέται το άρθρο της εφημερίδας σε παράλληλη «σύνδεση» με το γράμμα του Μπακόπουλου που τα γράφει πιο αναλυτικά και σε άπταιστη καθαρεύουσα. Στην επιστολή του, θίγει το ζήτημα των χρωστούμενων (4.299.751 δρχ.) σ’ αυτόν χρημάτων: «και καλύπτετε πλείστας άλλας δαπάνας του Δήμου» ενώ «λαμβάνετε σεις μεν τον μισθόν σας, «ανάλογον» (σημείωση αντιγραφέα στη Σχεδία: ΜΠΗΧΤΗ!!!) με τα έσοδα, οι δε υπάλληλοι και εργάται τους μισθούς των, ως και άλλοι εργολάβοι τα απαιτήσεις των». Από την άλλη κατονομάζοντας τους πηγαδάδες «εκ των φρεάτων Γαλάρη και Γενίτσαρη» αναφέρεται στο ότι «η παροχή μεταβάλλεται από ώρας εις ώραν, από εποχής εις εποχήν, ακόμα δε και από στροφάς της μηχανής» ενώ δεν παραλείπει να ‘’υπερασπιστεί’’ την υγεία της περιοχής αφού το νερό «προέρχεται από πηγάδια υποκείμενα εις μόλυνσιν και είναι τελείως ακατάλληλον ως προκύπτει εκ των υπ’ αριθ. 176008, 147915 και 161914 εγγράφων του Υγειονομείου Πειραιώς και τα οποία απαγορεύουν αυστηρώς την χρησιμοποίησίν των». Επίσης αφού αναφέρεται στον αγωγό που δεν συνδέθηκε (1,50 υπολειπόμενα μέτρα!) με ευθύνη του Δήμου, απαντά και στους υπαινιγμούς του δημάρχου Αξιώτη, περί διαβλητής διαδικασίας ανάθεσης. Και βεβαίως καταλήγει στο ότι άλλος δεν θα άντεχε το ‘’μαρτύριο’’ που ο ίδιος περνάει «όταν ο Δήμος κατακρατή το ήμισυ των οφειλομένων ποσών, ώστε αντί να θησαυρίζη ο εργολήπτης, να συνάπτη ενυπόθηκα έντοκα δάνεια δια να λαμβάνουν τας αποδοχάς των επί του ασφαλούς άπαντες οι περί τον Δήμον απασχολούμενοι».

Η μπίζνα του υδρομεταφορέα, η νέα μπίζνα του πηγαδά, η εμπλοκή της Νομαρχίας και του Τμήματος Υγιεινής με πρόσχημα την ακαταλληλότητα των νερών (ελέγχουν το νερό του υδρομεταφορέα ή παρέχουν με το αζημίωτο πιστοποιητικά καταλληλότητος;), η αφελής πλειοψηφία (συνεχίζει ακόμα) που πληρώνει το νερό που καταναλώνει (υπάρχουν άραγε εκείνη την εποχή και αυτοί που δεν το πληρώνουν; Ε, δε θα υπήρχαν; Θα το δούμε…), οι περίφημες απώλειες που ανεβάζουν το κόστος από 32 σε 52 δρχ. με τιμή πληρωμής 41 δρχ., το κυβικό μέτρο (άρα περίπου (35% οι απώλειες), η έλλειψη βούλησης για στοιχειώδες νοικοκύρεμα (1,50 μέτρα ασύνδετης σωλήνωσης;), η έλλειψη πραγματικής πρότασης από πλευράς «αριστεράς», συνιστούν ένα πρώιμο εργοστάσιο νερού. Αυτό που μετά, στις μέρες μας είναι δεδομένο πρόβλημα και εμπόρευμα για να μπορούν διάφοροι σαλτιμπάγκοι να λένε με άνεση: «Ε, αφού δεν τα καταφέραμε 40 χρόνια ας το πάρουν οι ιδιώτες».

Αϊ Σιχτίρ! (Πότε επιτέλους γιορτάζει αυτός ο άγιος;)