αναδημοσίευση από την “Άλλη Αίγινα”
Η ΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΟΙΟΥΣ ;
Νικήτας Παπαϊωάννου
* Κλικ στην εικόνα για μεγέθυνση
Νικήτας Παπαϊωάννου
* Κλικ στην εικόνα για μεγέθυνση
ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ
κείμενο του Κώστα Σαμάντη, ενεργού μέλους κινήσεων πολιτών στον Υμηττό, αρθρογράφου στη “Ρήξη” και μέλους της ΚΠ “Άρδην”, με το οποίο πραγματοποίησε εισήγηση στο “πολιτικό καφενείο” Αίγινας
ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ : ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ ΣΤΟΝ ΦΟΥΧΤΕΛ
Ξεκινώντας τη σημερινή μας συζήτηση για τη τοπική αυτοδιοίκηση θα χρειαστεί να πάμε αρκετά χρόνια πίσω και συγκεκριμένα στο 1912 όταν η τότε κυβέρνηση προχώρησε στη πρώτη νομοθέτηση του πλαισίου στο οποίο θα κινιόταν .
Σύμφωνα λοιπόν με αυτό ορίστηκαν γύρω στις 6.000 δήμους και κοινότητες οι οποίες και θα αποτελούσαν εφ εξής τη ραχοκοκαλιά του θεσμού. Ο σκοπός ήταν προφανής: μέσα από την εγκαθίδρυση μικρών και μεγαλύτερων οργανισμών ΤΑ το βάρος της ανασυγκρότησης της νεαρού κράτους έπεφτε στις πλάτες αυτοδιοικητικών μονάδων οι οποίες αφενός θα φρόντιζαν , ακόμη και στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της χώρας με δεδομένα τα προβλήματα μετακίνησης και επικοινωνίας, την οργάνωση της τοπικής κοινωνίας και την διευθέτηση των προβλημάτων που τη συνόδευαν αλλά επίσης και τη συγκράτηση των τοπικών πληθυσμών ώστε να λειτουργήσει ο εκτεταμένος και αποκεντρωμένος παραγωγικός ιστός ο οποίος στη συντριπτική πλειοψηφία του ήταν αγροτικός.
Στα χρόνια που ακολούθησαν το εκτεταμένο αυτό πλέγμα δήμων και κοινοτήτων βρέθηκε αντιμέτωπο με αρκετά προβλήματα σοβαρότερα των οποίων, εκτός της γραφειοκρατίας και της έλλειψης πόρων , ήταν αφενός η κατά κεντρική πολιτική επιλογή ενίσχυση των αστικών κέντρων , η αστυφιλία όπως έχουμε συνηθίσει να την ονομάζουμε αφετέρου το μεγάλο κίνημα εσωτερικής μετανάστευσης που ακολούθησε το τέλος της εμφύλιας σύρραξης του 1946-1949. Παρ΄ όλα αυτά, στο μέτρο του δυνατού που της αναλογούσε, η κοινότητα και ο μικρός δήμος επιτελούσαν σημαντικό έργο στην οργάνωση της περιφέρειας. Ειδικότερα για τους κατοίκους νησιών αλλά και απομονωμένων ορεινών περιοχών , με τη πλειοψηφία του γεωγραφικού ανάγλυφου της χώρας μας να χαρακτηρίζεται από αυτές τις ιδιομορφίες, πάντα ήταν ο κοινοτάρχης αυτός ο οποίος θα μπορούσε να βοηθήσει στο ξεπέρασμα κεντρικών γραφειοκρατικών εμποδίων, στη διατήρηση σε ένα στοιχειώδες λειτουργικό επίπεδο των δρόμων και των υδάτινων ροών για παράδειγμα, στη διεκδίκηση καλύτερων όρων στην εκπαίδευση της περιοχής ακόμη και την διεκδίκηση ενός προσωρινού ή ενός αγροτικού ιατρού. Λειτουργούσε ουσιαστικά ως το μακρύ χέρι της τοπικής , μικρής και απομακρυσμένης από τα κέντρα εξουσίας, κοινότητας. Οι όποιες ενστάσεις σχετικά με τη σύνδεση και τη λειτουργία των κοινοταρχών και δημάρχων με κατεστημένα κομματικά σχήματα και ο ενδεχόμενος ρόλος τους ως τοπικού κομματάρχη προφανώς και μπορούν να συζητηθούν, ουδόλως όμως μπορούν να αλλάξουν τη δυναμική που κουβαλούσε ο μικρός και αποκεντρωμένος χαρακτήρας της ΤΑ.
Τα τελευταία χρόνια η κεντρική εξουσία αποφάσισε ότι το συγκεκριμένο μοντέλο ήταν μη λειτουργικό και κυρίως αντιοικονομικό.
Μη λειτουργικό γιατί προτιμούσε να ασκεί έναν όλο και περισσότερο συγκεντρωτικό πολιτικό έλεγχο σε κάθε δομή της χώρας και αντιοικονομικό μιας και στο φαντασιακό της κυριαρχούσε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο και όχι η και οικονομική και παραγωγική ανασυγκρότηση της πατρίδας. Στο πλαίσιο αυτό επιχειρήθηκε και η πρώτη διοικητική μεταρρύθμιση η γνωστή και ως Καποδίστριας. Κατ΄ αυτήν περιορίστηκε ο αρχικός αριθμός των 6.000 περίπου δήμων και κοινοτήτων σε 1060 με ένα μεγάλο μέρος της περιφέρειας να αποστερείται πλέον των όποιων αυτοδιοικητικών και λειτουργικών δικαιωμάτων είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Επί της ουσίας ο Καποδίστριας δεν μπόρεσε να επιλύσει βασικά ζητήματα για την ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας και της υπαίθρου ιδιαίτερα. Η απομείωση των διοικητικών λειτουργιών (τοπικές υπηρεσίες κ.α) οδήγησε στην σταδιακή ελάττωση του πληθυσμού της περιφέρειας μιας και πλέον η εξυπηρέτηση των κατοίκων (από ένα πιστοποιητικό γέννησης μέχρι τη στήριξη της απασχόλησης) μεταφέρθηκε μακρύτερα από τον τόπο διαμονής.
Η μέριμνα για την προστασία του αστικού, αγροτικού και φυσικού περιβάλλοντος πέρασε από τα χέρια των τοπικών κοινωνιών (Δήμων ή Κοινοτήτων) σε κεντρικότερους και πιο απομακρυσμένους οργανισμούς. Ενώ μέχρι τότε η κάθε Κοινότητα και Δήμος είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και καθήκον στη συντήρηση, φύλαξη και ανάπτυξη των υπαρχουσών δομών (υδρευτικοί και αρδευτικοί οδοί, πυρασφάλεια, καθαριότητα, τοπικό οδικό δίκτυο κ.λ.π.) τώρα τούτο το ανέλαβε ο κεντρικός Δήμος ο οποίος όμως έχει και τις προτεραιότητές του (και οι οποίες σαφώς συνδέονται ευθέως και με τον αριθμό των ψηφοφόρων), με αποτέλεσμα μικρές οικιστικές κοινότητες (άρα και με λίγους κατοίκους) να κατέχουν τις τελευταίες θέσεις στην όποια εξυπηρέτηση.
Βασικότατο έλλειμμα παρουσιάσθηκε και στην πολιτική λειτουργία των τοπικών κοινωνιών.
Παλαιότερα ο κάτοικος των μικρών Δήμων και των Κοινοτήτων της υπαίθρου συναντούσε τον τοπικό Δήμαρχο ή Κοινοτάρχη ακόμα και στον δρόμο μπορώντας έτσι να του διαμαρτυρηθεί ή και να τον ελέγξει. Η παρουσία στα τοπικά συμβούλια ήταν ευκολότερη άρα και ο δημόσιος έλεγχος συχνότερος. Η τοπική αυτοδιοίκηση λειτουργούσε, με τις όποιες ελλείψεις της, περισσότερο. Μπορούμε να φανταστούμε πόσο πιο δύσκολες γίνονται οι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, λειτουργίες και παρεμβάσεις σε Δήμους των 50.000, 100.000 ή και 200.000 κατοίκων.
Είναι γνωστά τα τραγικά αποτελέσματα των μεγάλων πυρκαγιών του 2007. Ένα μεγάλο μέρος της χώρας, με την Πελοπόννησο να κατέχει τα θλιβερά πρωτεία, κυριολεκτικά έγινε έρμαιο των πυρκαγιών με τις φωτιές να φτάνουν ακόμη και σε πλατείες χωριών ή ενδεικτικά ακόμη και σε νεκροταφεία ! Το συγκεκριμένο δραματικό γεγονός είχε να κάνει όχι μόνο με την ερημοποίηση της υπαίθρου ή των ορεινών περιοχών αλλά και με τη διοικητική αποδόμηση στην οποία οδηγήθηκε η χώρα μετά τον Καποδίστρια. Η καθαριότητα μικρών οικιστικών περιοχών δεν μπορούσε να είναι προτεραιότητα απομακρυσμένων διοικητικών αρχών. Ένας κοινοτάρχης όμως, ακόμη και για λόγους στενού μικροκομματικού συμφέροντος, δεν θα μπορούσε να αφήσει το νεκροταφείο της μικρής περιοχής που έλεγχε χωρίς αποψίλωση και καθαρισμό. Αυτό είναι ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό, πιστεύουμε, παράδειγμα για την μετά Καποδίστρια περίοδο.
Ακόμη χειρότερα έγιναν τα πράγματα με τον κατ΄ επίφαση Καλλικράτη. Επήλθε κατάργηση των κοινοτήτων (κατ΄ εξοχήν παραδοσιακός, πολιτικός και πολιτιστικός τρόπος οργάνωσης του Ελληνικού χώρου) καθώς και επιπλέον μείωση των οργανισμών ΤΑ από τους 1060 στους 330.
Μη βιαστούν κάποιοι να πουν ότι αυτό αποτελούσε επιταγή της ευρωπαϊκής ένωσης ή διευρυμένη έστω εφαρμογή στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Μια προσεκτική ανάλυση των ευρωπαϊκών δεδομένων, μας οδηγεί στα αντίθετα ακριβώς συμπεράσματα. Χώρες με τον ίδιο πληθυσμό με τον πληθυσμό της χώρας μας, όπως είναι η Ουγγαρία και η Τσεχία έχουν, η μεν πρώτη τριπλάσιους από τους τότε υπάρχοντες Δήμους στην Ελλάδα (3.175 συγκεκριμένα), η δε δεύτερη εξαπλάσιους (δηλαδή 6.249) και με μέσο όρο κατοίκων ανά Δήμο, κατά πολύ μικρότερο, (3.212 και 1.634 αντίστοιχα) κατοίκους ανά Δήμο. Ακόμα και στις χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκουμε αντίστοιχα παραδείγματα. Γερμανία 12.200 περίπου Δήμοι με 6.800 κατοίκους ανά Δήμο. Ισπανία 8.111 με 5.036 κατοίκους. Ιταλία 8.100 Δήμοι και μέσο όρο 7.049. Για το τέλος θα αναφέρουμε τη Γαλλία η οποία με εξαπλάσιο πληθυσμό της Ελλάδος, έχει 36.683 ΟΤΑ και μέσο όρο μόλις 1.686 κάτοικους ανά Δήμο. Τέλος, αλλά όχι ελάχιστο, αναφέρουμε ότι στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία έχει 50 φορές παραπάνω πληθυσμό από τη χώρα μας, έχει αντίστοιχα 90 φορές περισσότερους Δήμους με μέσο όρο περίπου 5.400 κάτοικους ανά Δήμο.
Πως λοιπόν σε αυτές τις χώρες το μικρό μέγεθος μπορεί και λειτουργεί; Πως λοιπόν σε αυτές τις χώρες είναι δυνατόν οι κάτοικοι να γνωρίζουν το Δημοτικό Συμβούλιο ακόμα και προσωπικά και στην Ελλάδα θα πρέπει να το μαθαίνουμε μια φορά ανά τετραετία και να το συναντούμε μόνο από τηλεοράσεως;
Όμως ο Γολγοθάς της ΤΑ έπρεπε να συνεχιστεί.
Στις 30 Απριλίου του 2010 ο τότε πρωθυπουργός Γ.Α. Παπανδρέου ανακοίνωσε την πρόσδεση της χώρας στο μηχανισμό της τρόικας και την υπαγωγή της σε καθεστώς μνημονίου, τριών μέχρι σήμερα για να είμαστε ακριβείς. Η καταστροφή της ΤΑ συνεχιζόταν, σε οικονομικό, διοικητικό και κοινωνικό επίπεδο.
Όσον αφορά το πρώτο κατά τα πρώτα χρόνια εφαρμογής του μνημονίου τα στοιχεία μιλούν μόνα τους:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε., η Ελλάδα παρουσιάζει το τρίτο μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ ως προς τις συνολικές της δαπάνες. Με άλλα λόγια η ΤΑ είναι στη 3η θέση για να παίρνει τα λιγότερα χρήματα. Συγκεκριμένα, το 2009 οι συνολικές δαπάνες της Τ.Α. στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν στο 3,1% του ΑΕΠ και μετά να ακολουθούν η Κύπρος με τις δαπάνες για την Τ.Α. στο 2,1% του ΑΕΠ και η Μάλτα με τις δαπάνες για την Τ.Α. στο 0,6% του ΑΕΠ. Σε τελείως άλλη κατεύθυνση βρίσκεται η Δανία με τις δαπάνες για την Τ.Α. να συνιστούν το 37,4% του ΑΕΠ και η Σουηδία με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι 26,3% του ΑΕΠ.
Σε ότι αφορά το δανειακό βάρος των τοπικών Αρχών, οι ελληνικοί δήμοι παρουσιάζουν το μικρότερο ποσοστό δανειακού βάρους στην ευρωπαϊκή τοπική αυτοδιοίκηση, με εξαίρεση τη Μάλτα. Στην Ελλάδα το χρέος της Τ.Α. ανέρχεται σε 1,7 δισ. Ευρώ (ποσοστό 0,7%) όταν στη Μάλτα το χρέος είναι μηδενικό. Αντιθέτως, το μεγαλύτερο ποσοστό χρέους παρουσιάζεται στο Βέλγιο, με το χρέος των τοπικών αρχών να ανέρχεται στο 8,8% του χρέους της χώρας (30,4 δισ. ευρώ) και στην Ιταλία ποσοστό 8,1% (127,3 δισ. ευρώ).
Ας δούμε τις μειώσεις που υπέστη η ΤΑ:
Κατά τα χρόνια 2009 έως 2012 σύμφωνα με τα στοιχεία της ΚΕΔΕ έχει αφαιρεθεί το 60% των εσόδων της αυτοδιοίκησης από κρατικές επιχορηγήσεις
Συγκεκριμένα, από 3.692.500.000 ευρώ το 2009 μειώθηκαν σε 1.794.007.304 το 2012. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται μείωση 38% στα χρήματα που δίνονται για έργα (ΣΑΤΑ). Από 847, 500 εκατ. ευρώ το 2009 η ΣΑΤΑ έχει μειωθεί σε 320 εκατ. ευρώ το 2012.
Όσον αφορά το διοικητικό/ λειτουργικό τα ΝΠΔΔ και τα ΝΠΙΔ μειώθηκαν από 5.880 σε 1.138 με το ίδιο δυσμενές κλίμα να ισχύει και για τα στοιχεία για τους εργαζόμενους
Το διάστημα 2010-2011 αποχώρησαν 4.839 εργαζόμενοι από την τοπική αυτοδιοίκηση, κυρίως λόγω συνταξιοδότησης. Επιπλέον 12.292 εργαζόμενοι μεταφέρθηκαν με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, που προέκυψε από την κατάργηση των Νομαρχιών. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που ανακοινώθηκαν κατ΄απαίτηση της τρόικας και στο πλαίσιο της κινητικότητας προβλέπονται άλλες 5500 απολύσεις από την ΤΑ.
Δυστυχώς οδηγούμαστε σε ένα αμφίβολο μέλλον του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Παπακωνσταντίνου έλεγε πριν δυο χρόνια ότι η αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να λειτουργεί με επιχορήγηση κάτω από 3,8 δις ενώ στον προϋπολογισμό του 2012 ήταν εγγεγραμμένα 2,4 δις (να σημειωθεί ότι το 2011 δόθηκαν 3,526 δις).
Άλλα μέτρα που ίσχυσαν τη χρονιά που μας πέρασε:
Α. Μείωση κατά 50 % των συμβασιούχων Β. Μείωση των μισθών κατά 10% όλων των αιρετών (Περιφερειαρχών, Δημάρχων, συμβούλων κ.λ.π.) Γ. Μείωση των αντιδημάρχων (με ερωτηματικό αν θα παραμείνουν στις θέσεις τους και δεν θα πληρώνονται) Δ. Μείωση της ΣΑΤΑ εξαιτίας της μείωσης των κονδυλίων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Ε. και σημαντικότερο προωθούνται ιδιωτικοποιήσεις των υπηρεσιών και προκρίνονται προσλήψεις με συμβάσεις σε διάφορες υπηρεσίες των δήμων μόνο με την λογική των ανταποδοτικών.
Τα συγκεκριμένα επεισόδια είναι ένα μικρό μέρος μόνο τη αναταραχής που επικρατεί τους τελευταίους μήνες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Τα τρία τελευταία χρόνια του μνημονίου η κρατική επιχορήγηση προς τους δήμους μειώθηκε όπως είπαμε κατά 60% με την κυβέρνηση να προαναγγέλλει μέσα στον Αύγουστο επιπλέον περικοπές κατά 30%. Είναι αυτονόητο ότι οι μειώσεις αυτές οδηγούν με δραματικό τρόπο στην κατάρρευση της λειτουργίας των δήμων και κατ’ επέκταση του κοινωνικού ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την ταυτόχρονη αδυναμία πληρωμής μισθών και υποχρεώσεων να είναι πλέον πραγματικότητα.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο πρόεδρος της Οικονομικής Επιτροπής της ΚΕΔΕ Δ.Τσιαντής, η σημερινή υποχρηματοδότηση θα οδηγήσει μετά τον Οκτώβριο τους μισούς περίπου δήμους (περίπου 160) σε καθεστώς άμεσου προβλήματος ρευστότητας για το επόμενο χρονικό διάστημα. Ανάμεσά τους μάλιστα με τέσσερις από τους πέντε μεγάλους : Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Πάτρας και Λάρισας.
Ο ένας μετά τον άλλον οι δήμοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα χρεοκοπίας. Ήδη επτά δήμοι δεν κατόρθωσαν να καταβάλλουν μισθούς τον Σεπτέμβριο. Την αρχή έκανε ο δήμος Περάματος και ακολούθησαν οι δήμοι Τήλου, Αίγινας, Τρικκαίων, Καρδίτσας, Καισαριανής και Αχαρνών. Ο τελευταίος μάλιστα έβαλε στις 21 Σεπτεμβρίου λουκέτο λόγω της δεινής οικονομικής του κατάστασης. Άσχετα αν ξεπεράστηκε προσωρινά το πρόβλημα αυτό, ουσιαστικά είναι το πρώτο επίσημο λουκέτο που μπαίνει σε δήμο της χώρας.
Τέλος αλλά καθόλου ελάχιστο είναι το πολιτικό μέρος του προβλήματος και αυτό έχει να κάνει με τις κυριαρχικές τάσεις αλλά και πρακτικές της Γερμανικής επεκτατικής πολιτικής.
Σε μια χώρα που πλέον είναι ξεκάθαρο παρά ποτέ ότι έχει καταστεί μια αποικία χρέους, με μια πολιτική ηγεσία ανίκανη να ασκήσει μια ανεξάρτητη εθνική πολιτική, να προγραμματίσει μια ουσιαστική όσο και αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση, να υλοποιήσει μια κοινωνικά δίκαιη πολιτική αλλά πρόθυμη να υλοποιήσει τις αποφάσεις και εξωφρενικές απαιτήσεις των επικυρίαρχων η ΤΑ δεν μπορεί παρά να υποστεί τα επίχειρα μιας τέτοιας κατεύθυνσης.
Συγκεκριμένα:
Στις 5 Μαρτίου του 2010 η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ υπογράφει συμφωνία με τον τότε πρωθυπουργό, τον αλήστου μνήμης Γ. Παπανδρέου περί εντατικοποίησης των φιλικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Σε εφαρμογή αυτής της συμφωνίας κάτω από άμεση γερμανική εποπτεία περνούσαν 12 ελληνικοί δήμοι, δυο αιρετές περιφέρειες και μια αποκεντρωμένη διοίκηση. Κάτω όμως από τον ψευδεπίγραφο τίτλο των φιλικών σχέσεων κρύβεται η προσπάθεια της Γερμανίας να ελέγξει την ΤΑ της χώρας μας με κύριο αλλά όχι αποκλειστικό αντικείμενο να εκμεταλλευτεί «τα απορρίμματα, το νερό και την ενέργεια» όπως δήλωσε ο γνωστός γερμανός επιτετραμμένος εν είδει γκαουλάιτερ, Χανς Γιόαχιμ Φούχτελ από τη μια αλλά και να εξάγει/ πουλήσει παρωχημένη, ήδη στη κεντρική Ευρώπη, τεχνολογία και τεχνογνωσία. Με απλά λόγια και μέσω συμβάσεων και συμφωνιών να αφαιρεθεί ο έλεγχος και η εκμετάλλευση σημαντικών πόρων για την ΤΑ και από την άλλη να πληρώσουμε για να αγοράσουμε ότι δεν τους χρειάζεται πλέον και έχουν για πέταμα. Και δαρμένοι και χρεωμένοι που λέει ο λαός.
Όπως είναι ίσως γνωστό ένα από τα πρώτα πράγματα τα οποία αποφάσισαν να ελέγξουν οι γερμανικές αρχές κατοχής στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1941 ήταν η δημόσια διοίκηση γενικότερα και η τοπική αυτοδιοίκηση με ιδιαίτερη στόχευση. Όσοι δήμαρχοι και κοινοτάρχες, που στο σύνολό τους είχαν διοριστεί από το δικτάτορα Μεταξά, δέχτηκαν τη συνεργασία με τις γερμανικές αρχές κατοχής, παρέμειναν στο πόστο τους. Όσοι, ελάχιστοι, παραιτήθηκαν αντικαταστάθηκαν από δημόσιους υπάλληλους τους οποίους διόρισαν οι γερμανοί. Έτσι οι επίσημες αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης ελέγχονταν άμεσα με σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών του κατακτητή. Η εξυπηρέτηση αυτή περιελάμβανε την εξασφάλιση σε συνεργασία με τις γερμανικές οικονομικές υπηρεσίες, αγροτικών προϊόντων, πρώτων υλών, ημικατεργασμένων βιομηχανικών προϊόντων, μεταφορικών μέσων και εξαρτημάτων ή μηχανών που έβγαζε τότε η Ελλάδα, είτε με επίταξη είτε με εξαγορά με κατοχικό πληθωριστικό χρήμα.
Ο Χέρμαν Νοϊμπάχερ ο ανάλογος Φούχτελ της κατοχής, εφάρμοσε αποτελεσματικά τη διαδικασία «Ντεγκρίγκες». Σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία από τη μια πλευρά οι τιμές των προϊόντων που εισάγονταν στην Ελλάδα από τη Γερμανία μεθοδικά ανέβαιναν, ενώ από την άλλη οι τιμές των εμπορευμάτων που εξάγονταν από την Ελλάδα (αγροτικά προϊόντα και πρώτες ύλες σε σημαντικό βαθμό) σταδιακά μειώνονταν. Έτσι στις αρχές του 1943 είχε δημιουργηθεί ένα ενεργητικό υπέρ των Γερμανών στο διακρατικό ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών που δημιουργήθηκε ενισχύοντας περαιτέρω την πίεση για εξαγωγές που είχε τόσο ανάγκη η Γερμανία στον πόλεμο τον οποίο διεξήγαγε.
Ο δικός μας Χανς Φούχτελ έχει ελαφρώς διαφοροποιημένο ρόλο. Στο στόχο του, μέσω του ελέγχου των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της χώρας μας, έχουν μπει η διαχείριση των οικιακών απορριμμάτων, η αξιοποίηση (βλέπε εκποίηση) της ακίνητης περιουσίας των δήμων, η συνεργασία σε τουριστικό επίπεδο (βλέπε ιαματικές πηγές, παραλίες), κοινωνικά αγαθά που σκοπεύουν να δώσουν σε χέρια ιδιωτών (βλέπε νερό, ρεύμα κλπ) ακόμη και ο ορυκτός πλούτος της χώρας μέσω του ελέγχου των περιφερειών όπως είναι οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Ένα επιχείρημα, σαθρό στο περιεχόμενό του, το οποίο μετέρχονται οι πρόθυμοι για την συνεργασία (βλέπε υποταγή) των δήμων και περιφερειών με τον επίτροπο της γερμανικής κυβέρνησης είναι η κακή οικονομική κατάσταση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και ο υπερβολικός δανεισμός τους, ένα γεγονός το οποίο, κατ’ αυτούς, τους καθιστά ευάλωτους.
Όμως :
Η πραγματικότητα λέει ότι οι ελληνικοί ΟΤΑ ήταν το 2011 οι λιγότερο χρεωμένοι σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που απέστειλε ο επίτροπος των οικονομικών Όλι Ρεν στον έλληνα ευρωβουλευτή Νίκο Χουντή απαντώντας σε σχετική ερώτηση το Νοέμβριο του 2012. Σύμφωνα με τον πίνακα που ανακοίνωσε ο Ρεν τα υψηλότερα ποσοστά χρέους των ΟΤΑ επί του ΑΕΠ το 2011 παρουσιάζουν η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες με ποσοστό 8,6%. Ακολουθούν η Γαλλία με χρέος 8,4%, η Δανία με 7,3%, η Σουηδία με 7%. Οι χώρες με το μικρότερο χρέος της τοπικής αυτοδιοίκησης μεταξύ των 27 είναι η Ελλάδα με ποσοστά 0,9% του ΑΕΠ και η Μάλτα με χρέος 0,1%. Και σε όλα αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστεί η ραγδαία μείωση του ΑΕΠ της χώρας μας από το 2009 και μετά.
Προς τι όμως η σπουδή πέρα από την υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων επιλογών και η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων στη χώρα μας στο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης και συγκεκριμένα η «υποχρεωτική συνεργασία» με τη γερμανική αντίστοιχη; Την απάντηση ίσως δίνει η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι γερμανικοί ΟΤΑ. Σε άρθρο της το Νοέμβριο του 2011 η γερμανική Taggesspiegel του Βερολίνου με τον ειρωνικό τίτλο «Γίναμε Ελλάδα» παρουσιάζει την υπερχρέωση πολλών οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης στη Γερμανία. Γράφει η συγκεκριμένη εφημερίδα «Στους περισσότερους δήμους η κατάσταση είναι οικτρή, μάλιστα ο ένας στους τρεις δήμους δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετήσει τα χρέη του. Η «Αθήνα» βρίσκεται παντού σε κάθε (γερμανική) περιφέρεια. Και όταν οι τράπεζες θα αρχίσουν να κάνουν δικά τους ράνκινγκ για την παροχή δανείων στην τοπική αυτοδιοίκηση, όπως γίνεται εδώ και πολύ καιρό για τα κρατικά ομόλογα, τότε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, τα κρατίδια και οι δήμοι θα πρέπει να καθίσουν σε ένα τραπέζι και να συζητήσουν για ένα νέο καθεστώς χρηματοδότησης, το οποίο δεν θα μετακυλύει στους δήμους και στις περιφέρειες την υλοποίηση κεντρικών αποφάσεων χωρίς να ενδιαφέρεται για τη χρηματοδότησή τους και επιπλέον θα τις καθιστά ανεξάρτητες από τις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου».
Για να το πούμε απλά οι περισσότεροι δήμοι (αλλά και κρατίδια) είναι στο χείλος της χρεοκοπίας. Μπορούν να ακολουθήσουν δύο δρόμους: Ο ένας είναι η χρηματοδότηση από την κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, πράγμα το οποίο σημαίνει αύξηση του δημόσιου χρέους και ελλείμματος και κατά συνέπεια τον κίνδυνο υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Γερμανίας, ο άλλος είναι η δανειοδότηση από τις τράπεζες μέσω της νέας ρύθμισης των δανείων που έχουν από αυτές. Σε αυτή την περίπτωση οι εμπράγματες εγγυήσεις πχ ακίνητη περιουσία, είναι ήδη εξαντλημένες. Έχουν ήδη υποθηκεύσει τα πάντα μέχρι και τα φορολογικά έσοδα της επόμενης δεκαετίας. Με αυτό ως δεδομένο χρειάζονται νέα περιουσιακά στοιχεία είτε δικά τους είτε τη διαχείριση άλλων κι εδώ ακριβώς μπαίνει η συνεργασία (βλέπε εκμετάλλευση) με τις περιφέρειες και τους δήμους της Ελλάδας).
Το σενάριο αυτό έχει ξαναπαιχτεί. Για όσους πιστεύουν ότι η συνεργασία μπορεί να είναι ισότιμη και να στηριχτεί στον αμοιβαίο σεβασμό αρκεί να θυμηθούμε το τι ακριβώς υπέστη η Ανατολική Γερμανία όταν ενοποιήθηκε με τη Δυτική. Η ισότιμη συνεργασία και ο αμοιβαίος σεβασμός προς τους αδελφούς ανατολικογερμανούς είχε ως αποτέλεσμα τη συστηματική αποδιοργάνωση της οικονομικής παραγωγής του ανατολικού πλέον τμήματος της Γερμανίας, την αφαίμαξη κάθε πλουτοπαραγωγικού στοιχείου της και τη ραγδαία φτωχοποίηση των κατοίκων της. Με ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας, συντριπτικά μεγαλύτερο αυτό της Δυτικής, και με αμοιβές στο μεγαλύτερο μέρος τους κάτω των 400 ευρώ (7,4 εκατομμύρια εργαζομένων αναφέρουν οι γερμανικές στατιστικές για το 2010).
Όποιος ελπίζει στο καλύτερο αποτέλεσμα της συνεργασίας γερμανικών και ελληνικών ΟΤΑ πλανάται πλάνην οικτράν.
Πόσο εύκολο όμως είναι να περάσει μια τέτοια συνεργασία;
Η συντριπτική πλειοψηφία των εκλεγμένων αιρετών ανήκει είτε στη Ν. Δημοκρατία είτε στο ΠΑΣΟΚ, κατ’ εξοχήν κόμματα μνημονιακά, οπότε λογικό είναι οι τοπικοί άρχοντες αυτών των κομμάτων να υιοθετούν, κατ’ επιλογήν, την εφαρμογή αυτής της πολιτικής.
Εξήντα Έλληνες δήμαρχοι και περιφερειάρχες και πολλοί ακόμα δημοτικοί παράγοντες συμμετείχαν στην 4η ελληνογερμανική συνέλευση δημάρχων που διεξήχθη στη Νυρεμβέργη το διήμερο 22 και 23 Οκτωβρίου. Η Ντόιτσε Βέλλε στο Δελτίο Τύπου που δημοσίευσε πανηγυρίζει «ενώ τον περασμένο χρόνο ακόμη, στην 3η Συνέλευση στη Θεσσαλονίκη, ο αριθμός των Ελλήνων δημάρχων δεν έφτανε ούτε τους 20, τώρα στον κατάλογο συμμετοχής της συνέλευσης αναγραφόταν τα ονόματα 60 δημάρχων και αντιδημάρχων, περιφερειαρχών» συνοδευόμενους από τους υπουργούς Γιάννη Μιχελάκη και Αθανάσιο Τσαφτάρη, εκπροσώπους υπουργείων και υπηρεσιών, αλλά και από τρία μελή του Αναπτυξιακού Τομέα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αναφέρει η Ντόιτσε Βέλλε. Παρακάτω το Δελτίο Τύπου συνεχίζει στον ίδιο τόνο «οι ενδοιασμοί, καχυποψίες αλλά και η άγνοια έχουν σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί.» Και πώς να μην πανηγυρίζουν οι Γερμανοί, όταν παρά όλα όσα έχουν επιβάλλει στην Ελλάδα συνεργάζονται μαζί τους εκατοντάδες δημοτικοί άρχοντες;
Θυμόμαστε όλοι το 3ο συνέδριο «Ελληνογερμανικής Συνεργασίας» που διεξήχθη πέρυσι στα πλαίσια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Το θυμόμαστε όχι μόνο για τη σφοδρή αντίδραση των εργαζομένων κατά του προσώπου του Χανς Φούχτελ και τις καταγγελίες της ΠΟΕ ΟΤΑ για την «χρυσή συμφωνία κυβέρνησης και ορισμένων δημάρχων για την εκχώρησης της αποκομιδής του σκουπιδιών σε ιδιώτες». Το θυμόμαστε εξίσου για αυτά τα οποία με θράσος ο Φούχτελ εξέφρασε. Ο γερμανός τοπάρχης ανακάλυψε «μελέτες και έρευνες που έδειξαν ότι για εργασίες όσον αφορά την τοπική αυτοδιοίκηση απαιτούνται 3.000 εργαζόμενοι στην Ελλάδα, ενώ στη Γερμανία η δουλειά διεκπεραιώνεται με 1.000 άτομα. Θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις και να φανούν τρόποι πως θα μειωθούν ο αριθμός τους», προαναγγέλλοντας με τον τρόπο αυτό την επιβολή, έξωθεν και άνωθεν, μαζικών απολύσεων στους δήμους . Ξεχνά όμως ότι οι δήμοι της ελληνικής τοπικής αυτοδιοίκησης απασχολούν μεγάλο αριθμό εργαζομένων στην καθαριότητα, στο πράσινο, στα τεχνικά συνεργεία, στις κοινωνικές υποδομές αναλαμβάνοντας με αυτό τον τρόπο την ευθύνη για κοινωνικές δραστηριότητες που τους αναλογεί σε αντίθεση με τους γερμανικούς ΟΤΑ όπου πλείστες όσες των υπηρεσιών αυτών έχουν εκχωρηθεί σε ιδιώτες, χωρίς καμία κοινωνική διάσταση στην άσκηση αυτών των υπηρεσιών και με προφανές το αυξημένο κόστος μιας και τα οικονομικά κριτήρια είναι μοναδικά και κυρίαρχα. Όχι ότι οι δήμοι της χώρας μας δεν χρειάζονται μια πιο λειτουργική και εκσυγχρονισμένη αναδιοργάνωση. Όχι ότι οι δήμοι της χώρας μας δεν παρουσιάζουν προβλήματα διαφάνειας. Εξακολουθούν όμως, παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα της εφαρμογής δύο αποδομητικών διοικητικών μεταρρυθμίσεων (βλέπε Καποδίστριας και Καλλικράτης), να παραμένουν ως οι εγγύτεροι στον πολίτη θεσμοί δημοκρατίας και ως κατεξοχήν, εν δυνάμει πάντα, τομείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής στις τοπικές κοινωνίες.
Ποια πεδία όμως έχουν μπει στο στόχαστρο των γερμανικών οικονομικών κύκλων;
Κατ’ αρχάς και κατ’ εξοχήν ο τομέας της διαχείρισης των απορριμμάτων.
Την αρχή έκανε η κυβέρνηση η οποία ανακοίνωσε την πρόθεσή της για την επεξεργασία σχεδίου επιβολής κεφαλικού φόρου για τα μη επεξεργασμένα οικιακά απορρίμματα που μέσω των δήμων οδηγούνται στους ΧΥΤΑ. Για την επιβολή του σχεδίου αυτού επικαλείται για άλλη μια φορά την υιοθέτηση κοινοτικών οδηγιών. Ουσιαστικά πιέζουν τους δήμους για το διπλασιασμό των δημοτικών τελών τα οποία πληρώνουν ήδη οι πολίτες, για την υγειονομική ταφή των απορριμμάτων. Και αυτό τη στιγμή που ήδη τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μείωση στην παραγωγή των αστικών απορριμμάτων, πράγμα το οποίο συνδέεται απευθείας με τη μείωση της κατανάλωσης. Προετοιμάζουν με αυτό τον τρόπο την κοινωνία ώστε μέσα από την αύξηση του κόστους των σκουπιδιών ανά οικογένεια να περάσουν στο επόμενο στάδιο που είναι η εκχώρηση της διαχείρισής τους από κάποιους «εθνικούς εργολάβους» σε συνεργασία με εταιρείες του εξωτερικού ή ακόμη και με αυτές καθαυτές τις εταιρείες. Εξ ου και η ανησυχία του γερμανού εντεταλμένου για το θέμα των απορριμμάτων.
Τα δύο προηγούμενα χρόνια γίναμε όλοι μάρτυρες του βομβαρδισμού ενημέρωσης σχετικά με τις σύγχρονες τεχνολογίες καύσης απορριμμάτων που αναπτύσσουν γερμανικές εταιρείες. Εργοστάσια «φιλικά» προς το περιβάλλον τα οποία έχουν τη δυνατότητα να εγκατασταθούν ακόμη και στο κέντρο της πρωτεύουσας, αν είναι δυνατόν, σύμφωνα με το υποτιθέμενο πρότυπο της Βιέννης. Έφτασαν μάλιστα σε σημείο να στοχεύσουν τόσο στην έκταση της ΠΥΡΚΑΛ στον Υμηττό όσο και στο πάλαι ποτέ υποτιθέμενο Μητροπολιτικό Πάρκο του Ελληνικού. Όσο και αν τα συγκεκριμένα σχέδια φαίνεται να μην μπορούν να πείσουν, οι συγκεντρώσεις που διοργανώνει ο Φούχτελ με καλεσμένους τους γερμανούς επιχειρηματίες οι οποίοι ανακαλύπτουν το Ελ Ντοράντο τους, και δημάρχους από όλη την Ελλάδα φαίνεται να είναι επιτυχείς για τους πρώτους. Ο τομέας της διαχείρισης των απορριμμάτων είναι το σημαντικότερο διακύβευμα το επόμενο χρονικό διάστημα για τους ΟΤΑ και δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε την περίπτωση της Κερατέας από τη μια πλευρά ούτε την περίπτωση της Νάπολη από την άλλη όπου η μαφία της Ιταλίας διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στη διαχείριση των απορριμμάτων.
Στο παιχνίδι αυτό έχουν πρόθυμους συνεταίρους την dreamteam της εγχώριας διαπλοκής. Μεγαλοεργολάβοι, καναλάρχες, αρχιερείς της απομύζησης του Ελληνικού δημόσιου χρήματος έχουν ήδη προγραμματίσει τα επόμενα βήματά τους. Καθ΄ υπόδειξη των Γερμανών πατρόνων τους σχεδιάζουν την με 1,1 δις χρηματοδότηση της κατασκευής 4 εργοστασίων απορριμμάτων με τη Γερμανική τεχνολογία που ήδη αναφέραμε. Εκτός του ότι με τα λεφτά αυτά σύμφωνα και με μελέτη της ΠΟΕ-ΟΤΑ μπορούν να κατασκευασθούν 17 νοσοκομεία ή να ενισχυθεί το καταρρέον πλέον ΕΣΥ προκύπτει και το εξής: Στα συμβόλαια λειτουργίας των εργοστασίων αυτών προβλέπεται η σταθερή προμήθεια τους με συγκεκριμένο όγκο απορριμμάτων ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερή και απρόσκοπτη κερδοφορία τους. Όμως: τα τελευταία χρόνια λόγω των μνημονιακών μέτρων και της σταδιακής μείωσης της καταναλωτικής ικανότητας του μέσου νοικοκυριού ο μέσος όρος απορριμμάτων που «παράγει» η ελληνική οικογένεια βαίνει σταθερά μειούμενη, φθάνοντας μάλιστα σε περιοχές ακόμη και στο 80% ! Αντί λοιπόν ένας λογικός και φιλικός προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον προγραμματισμός διαχείρισης των σκουπιδιων όπως είναι η ανακύκλωση, η κομποστοποίηση, η επαναχρησιμοποίηση επιλέγεται η κατ΄ επιταγή και προς το συμφέρον των γερμανών επικυρίαρχων συνεργασία με Γερμανικές «εξειδικευμένες» εταιρίες στον τομέα αυτό.
Άλλος σημαντικός τομέας είναι ο τομέας του τουρισμού. Αρκετοί δήμοι διαχειρίζονται υπό την ευθύνη τους τόσο αξιόλογες εγκαταστάσεις όπως είναι οι ιαματικές πηγές όσο και αυτά καθαυτά μεγάλα τμήματα του αιγιαλού της χώρας μας. Οι επιδιώξεις όμως των γερμανών επικυρίαρχων δεν σταματούν στις βλέψεις που έχουν για την ιδιωτική εκμετάλλευση των τουριστικών υποδομών της χώρας. Προχωρούν ένα βήμα παραπέρα. Σε συνάντηση που έγινε το Μάρτιο του 2013 με την υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη ανακοινώθηκε η συνεργασία πάνω στον κλάδο της τουριστικής εκπαίδευσης. Στις δηλώσεις του ο επίτροπος και υφυπουργός Εργασίας, μην το ξεχνάμε, της Γερμανίας Φούχτελ στάθηκε στο θέμα της επαγγελματικής εκπαίδευσης ή όπως την ανέφερε δυικής εκπαίδευσης όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται. Το πρόγραμμα αυτό βασίζεται κυρίως στη στήριξη από ιδιωτικές επιχειρήσεις το οποίο λειτουργεί παράλληλα με το Υπουργείο Τουρισμού. Εστιάζοντας ακόμη περισσότερο στα πλεονεκτήματα αυτής της δυικής εκπαίδευσης υπογράμμισε ότι ο μαθητευόμενος εργάζεται, δέχεται «κάποιες» αποδοχές ενώ ταυτόχρονα αφουγκράζεται τις τάσεις αγοράς εργασίας και μπορεί ταυτόχρονα να εργαστεί και στο εξωτερικό».
Το σενάριο το έχουμε ξαναζήσει. Τα τελευταία τέσσερα – πέντε χρόνια υπάρχει μια σταθερά αυξανόμενη μείωση των εργαζομένων στο τουριστικό τομέα. Διαβάζοντας τις ανακοινώσεις των συνδικαλιστικών οργάνων των ξενοδοχοϋπαλλήλων βρίσκει κανείς την καταγγελία ότι ολοένα και περισσότερο εισάγονται «εκπαιδευόμενοι» από τρίτες χώρες, κυρίως την Πολωνία, όπου έναντι πινακίου φακής υποτίθεται ότι κάνουν το εκπαιδευτικό τους, ουσιαστικά όμως υποκαθιστούν τους Έλληνες εργαζόμενους σε αυτές τις επιχειρήσεις και αποδομούν με έμμεσο ή άμεσο τρόπο τις συλλογικές συμβάσεις, τις απολαβές και όσα άλλα εργασιακά δικαιώματα, πχ ωράριο εργασίας, πλαισιώνουν τον τομέα αυτό. Η επιδίωξη είναι σαφέστατη.
Άλλος τομέας είναι ο τομέας των ορυκτών.
Τον Ιούνιο του 2012 πραγματοποιήθηκε συνάντηση του εντολοδόχου του Αντώνη Σαμαρά Γιώργου Δακή (περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας) με τον γερμανό απεσταλμένο της Καγκελαρίου Φούχτελ συνοδεία για άλλη μια φορά επιχειρηματιών γερμανικών και ελληνογερμανικών συμφερόντων. Σκοπός της συνάντησης η προώθηση στην ευρωπαϊκή επιτροπή μέσω του Φούχτελ του αιτήματος χρηματοδότησης της κατασκευής του νέου λιγνιτοηλεκτρικού σταθμού Πτολεμαΐδας. Με δεδομένο το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα της Ν. Δημοκρατίας, στο οποίο είναι σαφής η πρόθεσή της για πώληση της ΔΕΗ και των εργοστασίων της στα πρότυπα του αεροδρομίου, η συνάντηση με το γερμανό υπάλληλο της κυρίας Μέρκελ χαρακτηρίζεται ως η μετεκλογική εκτέλεση μιας συμφωνίας που έχει ήδη αναγγελθεί. Ακόμη χειρότερα ο περιφερειάρχης «ζήτησε παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της μη εφαρμογής της εξίσωσης των τιμών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης για τη Δυτική Μακεδονία που αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών»! Κι εδώ ακριβώς προκύπτει το πολιτικό πρόβλημα που συνοδεύει την υλοποίηση της συμφωνίας του Γ. Παπανδρέου με τη Μέρκελ. Ο Δακής απευθύνει αιτήματα όχι στην ελληνική κυβέρνηση της οποίας αρμοδιότητα είναι, αλλά σε ένα γερμανό αξιωματούχο(!) ο οποίος ουδεμία σχέση έχει με το υπουργείο οικονομικών, ανάπτυξης ή υγείας της ελληνικής κυβέρνησης. Εάν αυτό δε συνιστά εθελοδουλία κατά το πρότυπο του «στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» τι συνιστά; Εύλογο το ερώτημα: Βρισκόμαστε ήδη υπό γερμανική κατοχή και δεν το γνωρίζουμε;
Στο ίδιο κλίμα, θερμό κατά τα άλλα, η συνάντηση του Πέτρου Τατούλη περιφερειάρχη Πελοποννήσου με τον Φούχτελ. Η συζήτηση δομήθηκε πάνω σε θέματα ανάπτυξης και συνεργασίας για την εφαρμογή ενός στρατηγικού σχεδιασμού της περιφέρειας Πελοποννήσου. Η απάντηση του Φούχτελ αποκαλυπτική. «Έχετε διάθεση, ενέργεια, προετοιμασία και ολοκληρωμένο σχέδιο κι εμείς βρισκόμαστε εδώ για να βοηθήσουμε». Όλοι όμως γνωρίζουμε το πόσο και με ποιο τρόπο βοήθησε η γερμανική κυβέρνηση τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Και σε αυτή τη συνάντηση η απουσία εκπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης, όχι ότι θα διασφάλιζε ζητήματα πχ εθνικής κυριαρχίας, ήταν εμφανής. Δυστυχώς αυτή η δυνατότητα της αδιαμεσολάβητης δυνατότητας συνεργασίας κάθε τοπικού αιρετού με εξωεθνικά κέντρα κατοχυρώνεται από την διοικητική μεταρρύθμιση του Ραγκούση, την και «Καλλικράτης» επονομαζόμενη. Περιττό να αναφέρουμε ότι το ίδιο ακριβώς πλαίσιο χαρακτηρίζει κάθε συνάντηση αιρετών περιφερειαρχών και δημάρχων με τα αιτήματα των τελευταίων εν είδει «σπαρακτικής έκκλησης» να απευθύνονται απευθείας στο γερμανό επιτελάρχη, απουσία πάντα κάθε εκπροσώπησης της ελληνικής κυβέρνησης και με τα δημοτικά συμβούλια να παίζουν το ρόλο του κομπάρσου. Η διαχείριση των προβλημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης ολοένα και περισσότερο εκχωρούνται στον Φούχτελ.
Θα θέλαμε να συμπληρώσουμε την εισήγησή μας με ένα τελευταίο το οποίο όμως έχει τη σημασία του. Τον τελευταίο καιρό ολοένα και περισσότεροι δήμοι και περιφέρειες εκλιπαρούν ουσιαστικά για την αδελφοποίηση των οργανισμών τους με αντίστοιχους της Γερμανίας. Ήδη λίγο μετά την εγκατάστασή του το 2011 ως γκαουλάϊτερ στην Ελλάδα ο Φούχτελ είχε εκφράσει τα παράπονά του ότι μόνο τριάντα ελληνικές πόλεις έχουν αδελφοποιηθεί με γερμανικές όταν ο αντίστοιχος αριθμός των γαλλικών πόλεων είναι 2000. Δυστυχώς δεν χρειάζεται να ανησυχεί. Ήδη ο Μπουτάρης αδελφοποίησε πέρυσι το Νοέμβριο τη Θεσσαλονίκη με την Κολωνία ενώ ο Πέτρος Τατούλης τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει για εξεύρεση εταίρου στη Δημοκρατία της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας, κρατίδιο στο οποίο εκλέγεται ο Φούχτελ.
Κλείνοντας θα θέλαμε να επισημάνουμε το εξής:
Το ιδεόγραμμα που χρησιμοποιούν οι κινέζοι για να περιγράψουν το πρόβλημα είναι ακριβώς το ίδιο που χρησιμοποιούν και για την ευκαιρία.
Η παράθεση της δύσκολης συγκυρίας και των σημαντικών προβλημάτων που ορίζει το σημερινό ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η ΤΑ δεν μπορούν παρά να λειτουργήσουν ως ευκαιρία αλλά και ως υποχρέωση δική μας να παλέψουμε και να διεκδικήσουμε την τοπική αυτοδιοίκηση που οραματιζόμαστε.
Όλα λοιπόν τα προηγούμενα μπορούν να τεθούν ως κατ΄ αρχήν θέματα προς συζήτηση και προβληματισμό με τελικό αιτούμενο όμως την πορεία, τις δομές, την ουσία ή την διάρθρωση αυτού που αιτούμεθα ως ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΔΗΜΟ, με την αρχαιοελληνική έννοια της Εκκλησίας.
Αν μπορούσαμε να βάλουμε κάποια στοιχεία, πρωτόλεια, στον προβληματισμό μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν μπορεί παρά να είναι ένας Δήμος στον οποίο πάντα βαρύνουσα θέση έχει η επιλογή της αυτοθέσμισης της κοινωνίας με βάση τα ιδιαίτερα εθνικά, γλωσσικά, πολιτιστικά και όποια άλλα χαρακτηριστικά, η διατήρηση ή\και ενίσχυση της αυτονομίας του υποκειμένου, η διεκδίκηση της κοινοτικής ζωής σαν διαδικασία και σαν σκοπό.
Ταυτόχρονα το σπάσιμο της κυριαρχίας του ιδιωτικού πάνω στο δημόσιο, με την διεκδίκηση του ΔΗΜΟΥ ως κοινωνικό χώρο συνάντησης και ανταλλαγής απόψεων – σχέσεων – συναισθημάτων – δραστηριοτήτων. Ένα Δήμο που θα λειτουργεί ως αξία χρήσης και όχι ανταλλακτική αξία.
Αυτό τελικά που επιζητούμε να βιώσουμε είναι ένας Δήμος ΖΩΝΤΑΝΟ ΚΥΤΤΑΡΟ που θα καθορίζεται από την συνολική λειτουργία του, πέρα από διαχωρισμούς – κατακερματισμούς ΕΡΓΑΣΙΑ – ΜΕΤΑΦΟΡΑ – ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΖΩΗ – ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ
ΕΝΑ ΔΗΜΟ τελικά όπου η ζωή σ΄ αυτόν θα είναι ένα διαρκές παιχνίδι, μια διαρκής γιορτή.
Στην εξυπηρέτηση τούτου του οράματος χρειάζεται όμως να τεθούν όλοι. Χωροταξία, πολιτισμός, οικονομική ζωή, σχέση με το περιβάλλον, παιδεία, κοινωνικές σχέσεις και κυρίως η πολιτική επιλογή ή αλλιώς η επιλογή του μοντέλου του κοινοτισμού.
Γιατί η καθεαυτή λειτουργία ενός εναλλακτικού δήμου βρίσκεται μέσα στον πυρήνα αυτού που αποκαλούμε κοινοτισμό. Μάλιστα είναι και το πρωταρχικό στάδιο της δοκιμασίας αυτού του μοντέλου. Εδώ ακριβώς ο τόπος μας έχει να μας χαρίσει την πείρα του, μιας και η χώρα μας ως κατ΄ εξοχήν κοινοτική έχει πλούσια παράδοση η οποία μπορεί να γίνει σημαντικός οδηγός και δάσκαλος.
αναδημοσίευση από το Άρδην
Του Γιώργου Ρακκά
Βαθαίνει το φαινόμενο της πανευρωπαϊκής ακροδεξιάς ανόδου. Οι πιο σημαντικές εξελίξεις λαμβάνουν χώρα στην Ιταλία. Εκεί, αυτές τις μέρες αναπτύσσεται το πρώτο κοινωνικό πληβειακό κίνημα στο οποίο το ρεύμα της ακροδεξιάς παίζει ηγεμονικό ρόλο, ενώ οι οργανώσεις της αριστεράς βγαίνουν στο περιθώριο. Είναι το «κίνημα της 9ης Δεκεμβρίου», που οργανώνει μαζικές κινητοποιήσεις σε όλη την Ιταλία, ενάντια στον προϋπολογισμό ακραίας λιτότητας της κυβέρνησης Λέτα. Το «κίνημα» πρόσφατα άλλαξε το όνομά του, για να αποφύγει τις ακροδεξιές αιχμές που άφηνε η προηγούμενη ονομασία του – Forconi, που στα ιταλικά σημαίνει δίκρανο.
Ξεκίνησε από την Σικελία, έπειτα από πρωτοβουλία που προήλθε από αγρότες και φορτηγατζήδες. Σύντομα εξαπλώθηκε σε όλη την χώρα, και έχει κυρίως μικροαστική βάση –συμμετέχουν μικρομαγαζάτορες, επαγγελματίες, αγρότες, αλλά εσχάτως άνεργοι και κομμάτια του ‘πρεκαριάτου’, δηλαδή των επισφαλών εργαζόμενων– κυρίως στις υπηρεσίες. Πολιτικά, αν και οι συντελεστές του Κινήματος της 9ης Δεκεμβρίου επιμένουν να ισχυρίζονται πως η πρωτοβουλία τους έχει ακομμάτιστο χαρακτήρα, οι εκλεκτικές συγγένειες με την άκρα δεξιά δεν κρύβονται εύκολα, ούτε καν στα συνθήματα (στις κινητοποιήσεις πολύ συχνά ακούγεται το Φόρτσα Ιτάλια, ενώ κυκλοφορούν και άλλα συνθήματα παρόμοιας λογικής): Οργανώσεις όπως η Κάζα Πάουντ (κατειλημμένο κοινωνικό κέντρο φασιστών στη Ρώμη, που φέρει το όνομα προς τιμή του Έζρα Πάουντ), η Φόρτσα Νουόβα (ιταλικό ξαδερφάκι της Χρυσής Αυγής, με θητεία στην στρατηγική της έντασης που εφάρμοσε το ιταλικό παρακράτος κατά την δεκαετία 1970-1980) και οπαδοί της Λάτσιο βρίσκονται στο πλευρό του. Σε μια ακόμα χαρακτηριστική δήλωση, που δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την αντίληψη και την λογική των περισσότερων ηγετικών στελεχών του κινήματος, κάποιος εκπρόσωπος ανέφερε την πρόθεσή τους να ηγηθούν «πορείας προς τη Ρώμη» (προφανώς, αντίστοιχης της μουσολινικής).
Πέρα από την άκρα δεξιά, την στήριξη στο κίνημα δήλωσε ο Μπέπε Γκρίλο με τοποθέτησή του στο ιστολόγιό του, ενώ ακόμα και ο Μπερλουσκόνι εκδηλώθηκε θετικά. Ούτως ή άλλως, ο Γκρίλο, μετά την εκλογική του επιτυχία, έδειξε έντονες τάσεις μεταστροφής σε αντιλήψεις και λογικές ακροδεξιάς προέλευσης: Διατήρησε και ενίσχυσε το προσωποπαγές προφίλ του ρεύματός του, ενώ στον πολιτικό του λόγο, παράλληλα με τις επιθέσεις εναντίον του ευρώ, ενίσχυσε και μια ρητορική που στρεφόταν εναντίον των μεταναστών. Όσο για τον Μπερλουσκόνι, είναι προφανές ότι ποντάρει σε κάθε αναταραχή, προκειμένου να βγει από την εξαιρετικά δυσμενή θέση στην οποία έχει περιέλθει έπειτα από τις αλλεπάλληλες καταδίκες, και θα ήταν ευχαριστημένος με οτιδήποτε αναχαιτίζει την πτώση του πολιτικού του άστρου.
Από την άλλη, η αριστερά παρακολουθεί εξαιρετικά αμήχανη την κατάσταση. Σε ανάλυση τους που δημοσιοποιήθηκε στην ιστοσελίδα Contropiano, η οργάνωση Δίκτυο των Κομμουνιστών (κάτι αντίστοιχο με την ελληνική ΚΟΕ, που συμμετέχει στο ΣΥΡΙΖΑ και εκδίδει μαζί με άλλους την εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς) ασκεί αυτοκριτική υποστηρίζοντας ότι ενώ η αριστερά έκανε μια καλή αρχή με τις απεργίες της 18ης/19ης Οκτωβρίου 2013, η συνέχεια υπήρξε άκρως απογοητευτική λόγω της πολυδιάσπασης και της ιδεολογικής αβελτηρίας, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κινητοποιήσει την κοινωνία πέρα από το ζήτημα των εξώσεων, που έχει κάνει κάποια δουλειά, και πέρα από τους παγιωμένους δεσμούς που έχει χτίσει με τους μετανάστες και το υποπρολεταριάτο.
Βεβαίως, και το πρόβλημα είναι ευρύτερο. Σε όλη την Ευρώπη, η Αριστερά είναι γερασμένη (πολύ πιο γερασμένη σε σχέση με την Άκρα Δεξιά), μεσοστρωματική, ιδεολογικά μετέωρη και στιγματισμένη, καθώς στην προηγούμενη περίοδο συναλλάχθηκε φανερά με τους «ανακτορικούς» της παγκοσμιοποίησης.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Ιταλία συμμετείχε στην συμμαχία των προθύμων που βομβάρδισαν τη Σερβία το 1999, υπό την καθοδήγηση του πρώην κομουνιστή Ντ’ Αλέμα,. Ο πολύς, κάποτε «τρομοκράτης»Τόνι Νέγκρι, αποθεωνόταν για την «Αυτοκρατορία» του από το Νιούσγικ και ο Φάουστο Μπερτινόττι της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, ως καρικατούρα του Φάουστ πούλησε την ψυχή του στο τελευταίο κυβερνητικό σχήμα συνεργασίας της κεντροαριστεράς, και έκτοτε βολοδέρνει τριγύρω από το δημοσκοπικό και εκλογικό ελάχιστο.
Τώρα, αυτός ο χώρος δεν ξέρει ούτε τι θέλει, ούτε πώς μπορεί να το αποκτήσει: Με τα ερμηνευτικά της εργαλεία κατεστραμμένα, και την άρνησή της να συλλάβει τη νέα «βιοπολιτική» κατάσταση, όπου τα υπαρξιακά ζητήματα, τα ζητήματα εθνικών και πολιτιστικών ταυτοτήτων, και τα ταξικά συμπυκνώνονται και συνθέτουν την σύγχρονη κοινωνική πάλη, τείνει να απολέσει ακόμα και το πεδίο που κάποτε ήταν κατεξοχήν δικό της: Εκείνο των απλών οικονομικών διεκδικήσεων. Ήδη, στην Γαλλία, στην Ολλανδία, και τώρα και στην Ιταλία το προβάδισμα στο μέτωπο εναντίον του ευρώ το διατηρεί η άκρα δεξιά –η οποία αναμένεται να σαρώσει στις ευρωεκλογές, ακόμα και να καταλάβει την πρώτη θέση: Η Λεπέν στη Γαλλία, και ο Βίλντερς στην Ολλανδία προηγούνται ήδη στις δημοσκοπήσεις.
Αυτό που γίνεται στην Ιταλία είναι εξίσου σημαντικό. Διότι μέχρι τώρα, η ευρωπαϊκή ακροδεξιά μπορούσε να καυχηθεί ότι διατηρεί εκτεταμένα ερείσματα εντός των λαϊκών στρωμάτων, αλλά ήταν αδύνατο να βάλει πόδι στα κοινωνικά κινήματα. Με το ιταλικό «Δίκρανο», αυτό το ταμπού αμφισβητείται κι έτσι το ακροδεξιό ρεύμα αποκτάει και αυτή τη διάσταση.
Πέρα από τις βαθύτερες ιδεολογικές, οργανωτικές και υποκειμενικές αδυναμίες της ευρωπαϊκής αριστεράς, είναι ότι μετά το 1989 αυτή «έπαιξε και έχασε» με την υπόθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, σήμερα, ενώ όλοι έχουν κατανοήσει πολύ καλά ότι το παρόν ευρωπαϊκό σχήμα δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από εργαλείο υλοποίησης της «γερμανικής Ευρώπης», αυτοί καμώνονται ακόμα ότι ζουν στο ευρωπαϊκό συνεχές και παίζουν τους χαζοχαρούμενους πολίτες του κόσμου. Έτσι, η αντίθεση με τον γερμανικής εμπνεύσεως νεοφιλελευθερισμό εκχωρείται σε φωνές όπως αυτή της Λεπέν –την ίδια στιγμή που διανοούμενοι της αριστεράς σαν σε ιδεολογική ανία αναρωτιούνται ακόμα «ποιος είναι ο εχθρός; Οι τράπεζες ή η ακροδεξιά;».
Ακόμα και ο δικός μας, ο Τσίπρας, ενώ καυχιέται για την υποψηφιότητά του προέδρου της ευρωπαϊκής Αριστεράς, ξεχνάει ότι το κόμμα του διαθέτει μέλη κάτω των 32 χρονών μόνο σε ποσοστό… 1-1.5%, και ότι οι πραγματικοί πληβείοι είναι τόσο σπάνιοι στην οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και η καρέτα-καρέτα στις ελληνικές θάλασσες. Γι’ αυτό και το γέλιο θα του βγει στο τέλος ξινό και ίσως να πληρώσουμε όλοι τη διαφαινόμενη αποτυχία του.
Το κίνημα του «Φαρκόνι» ή αλλιώς του Δίκρανου αποτελεί μια πολύ σημαντική εξέλιξη στο πανευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό. Ενισχύει αποφασιστικά την μετακίνηση του εκκρεμούς προς την Άκρα Δεξιά, και βάζει ένα πολύ ουσιαστικό θεμέλιο ώστε να ηγεμονεύσει επί της λαϊκής αγανάκτησης. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, πραγματικά δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει.
του Θανάση Γκότοβου
από τη σελίδα aixmi.gr
Ευτυχώς οι περισσότεροι από όσους κακοποιήθηκαν από τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν ζουν πια. Έχουν φύγει όχι μόνον εκείνοι που πλήρωσαν με τη ζωή τους τον γερμανικό επεκτατισμό (ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν απλά μια από τις πιο επιθετικές εκφράσεις του, αλλά δεν ήταν η πρώτη), αλλά και όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν στη φρίκη της κατοχής.
Λέω «ευτυχώς», σκεπτόμενος πάντοτε πώς αισθάνονται με όσα συμβαίνουν σήμερα άνθρωποι όπως ο Μανόλης Γλέζος, που η μοίρα κανόνισε να ζήσουν τρεις διαδοχικές φάσεις των ελληνο-γερμανικών σχέσεων: τη σύγκρουση, την επαναπροσέγγιση και, τώρα, την περίοδο της εξάρτησης. Γιατί όσοι έφυγαν δεν χρειάστηκε να ζήσουν την ταπείνωση που βιώνουν πολλοί Έλληνες – όχι όλοι – όταν Γερμανοί αξιωματούχοι και δημοσιολόγοι ασκούν σήμερα πιέσεις συμμόρφωσης κραδαίνοντας το λατινικό ρητό pacta sunt servanda. Τα «pacta» είναι τα Μνημόνια, δηλαδή τρόπος του λέγειν συμφωνημένα. Μέχρι και η κ. Γκάμπι Τσίμερ της Αριστεράς καλεί τους Έλληνες πολιτικούς να κάνουν τα μαθήματά τους, πριν ζητήσουν ελάφρυνση του χρέους.
Ανεξάρτητα από το αν ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών και οι δημοσιολόγοι φίλοι του προσπάθησαν να στριμώξουν μέσω της κ. Τσίμερ τον κ. Τσίπρα, άθλημα όχι ασύνηθες στην πολιτική, η εντύπωση παραμένει: Η Ευρώπη ζητά από την Ελλάδα να τηρήσει τις συμφωνίες. Η απαίτηση, όμως, να τηρηθούν τα συμφωνημένα – κάτι που προβάλλει κάθε φορέας μικρής ή μεγάλης ισχύος απέναντι στον ηττημένο – ακούγεται κάπως περίεργη όταν προέρχεται, και προέρχεται πολύ συχνά, από χείλη Γερμανών αξιωματούχων. Γιατί;
Επειδή είναι υποκριτική. Και είναι υποκριτική, όταν αυτός που την προβάλλει ως γενική αρχή, την ίδια στιγμή αντιμετωπίζει το θέμα της εφαρμογής του κανόνα της αμοιβαιότητας με ένα αόριστο «περασμένα, ξεχασμένα». Με άλλα λόγια, όταν το ίδιο άτομο επικαλείται την ίδια στιγμή δύο αντικρουόμενες και αντιφατικές αρχές, ξέρεις ότι απέναντί σου έχεις έναν τεχνοκράτη της ισχύος. Που μπορεί να είναι ιταμός και υποκριτής ταυτόχρονα. Πιο απλά, αυτό που σου λέει είναι: η τήρηση των συμφωνημένων είναι βασική αρχή των πολιτισμένων εθνών, αλλά μόνο οι δυνατοί μπορούν να απαιτήσουν την εφαρμογή της. Διότι από την πλευρά του γερμανικού κράτους, του διαιρεμένου ή του ενωμένου μετά το 1990, δεν τηρήθηκαν τα συμφωνημένα απέναντι στην Ελλάδα σε δύο κρίσιμους τομείς: στον τομέα των πολεμικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου, αλλά και στον τομέα της δίωξης των εγκληματιών πολέμου κατά την περίοδο της κατοχής – και δεν ήταν λίγοι.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο, έχει γίνει αρκετή δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα – μετά το 2009, δυστυχώς. Γιατί θα έπρεπε να είχε γίνει πολύ νωρίτερα. Αποτέλεσμα: η γερμανική πλευρά δεν αναγνωρίζει σήμερα τέτοια υποχρέωση. Δεν υπάρχουν εκκρεμότητες, λέει unisono η γερμανική πολιτική τάξη. Δεν μας αφορούν τα δάνεια που είχε συνάψει ο Αδόλφος. Ούτε πόσο κοστίζουν οι καταστροφές που προξένησαν τότε όργανα του γερμανικού κράτους, με τα οποία εμείς δεν έχουμε καμία σχέση, απλώς ανήκουμε στο ίδιο κράτος. Αυτά, άλλωστε, είναι περασμένα ξεχασμένα.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, την τιμωρία των εγκληματιών, οι κυβερνητικές ελίτ στην Ελλάδα προτίμησαν να μην πάρουν την υπόθεση στα σοβαρά. Ουσιαστικά ο μόνος κρατικός παράγοντας που επέμενε μεταπολεμικά στις διώξεις ήταν το Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου με επικεφαλής έναν ξεχωριστό δικαστή, τον Ανδρέα Τούση. Το Γραφείο καταργήθηκε όχι από τη γερμανική, αλλά από την ελληνική κυβέρνηση μετά τη συμφωνία Καραμανλή-Αντενάουερ για τη μεταβίβαση στη γερμανική Δικαιοσύνη της αρμοδιότητας για τη δικαστική διερεύνηση των εγκληματιών πολέμου. Πόσοι ήταν οι εμπλεκόμενοι σ’ αυτά πολίτες του Τρίτου Ράιχ, αξιωματούχοι και όργανα του γερμανικού κράτους, των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονταν στους εκατοντάδες ειδικούς φακέλους του Γραφείου που δόθηκαν σταδιακά από τις μεταπολεμικές ελληνικές κυβερνήσεις στη Δυτική Γερμανία; Γύρω στα 800 άτομα, σύμφωνα με εκτιμήσεις. Ναι, εκτιμήσεις, διότι το 1975 η ελληνική Πολιτεία αποφάσισε να απαλλαγεί από το υλικό αυτών των φακέλων, πολτοποιώντας το. Αυτή είναι η ελληνική πατέντα αναμέτρησης με το παρελθόν. Εφαρμόστηκε και αργότερα, τον Αύγουστο του 1989 με τη συγκυβέρνηση, μια ελαφρώς διαφορετική παραλλαγή, για λόγους εθνικής συμφιλίωσης…
Πόσοι δικάστηκαν από ελληνικά δικαστήρια πριν το 1959, τη χρονιά που έγινε η ελληνο-γερμανική συμφωνία; Ο αριθμός είναι μονοψήφιος. Πόσοι μετά; Κανένας απολύτως. Πόσοι δικάστηκαν από γερμανικά δικαστήρια πριν και μετά το 1960; Ούτε ένας. Δυο-τρεις που είχαν δικαστεί και καταδικαστεί από τα συμμαχικά δικαστήρια (δίκες της Νυρεμβέργης και οι παρεπόμενες) για εγκλήματα πολέμου στην Ελλάδα εξέτισαν αστείες ποινές και μετά σταδιοδρόμησαν επαγγελματικά στη νέα (Δυτική) Γερμανία.
Κάπως έτσι τηρήθηκαν τα συμφωνηθέντα μεταξύ Καραμανλή-Αντενάουερ σε ό,τι αφορά τη γερμανική πλευρά. Καθόλου μπεσαλίδικα, ομολογουμένως. Μα και οι Γερμανοί μπαταχτσήδες; Είναι δυνατόν; Πώς μπορεί ένα κράτος που συγκροτείται από πολίτες με ισχυρή συνείδηση καθήκοντος να παραβιάζει τα συμφωνηθέντα;
του Αθανασίου Γκότοβου
Έλα ντε…Εδώ είναι το πρόβλημα. Το (μισό) γερμανικό κράτος με το οποίο έγινε η συμφωνία, δεν πίστεψε ποτέ στην απονομή δικαιοσύνης στον τομέα των εγκλημάτων πολέμου. Δεν πίστευε ότι είναι απαραίτητες αυτές οι διαδικασίες εντοπισμού και εκδίκασης των εγκληματιών, ούτε πριν το 1959, ούτε όταν έκλεινε τη συμφωνία με την Ελλάδα. Αλλά μάλλον ούτε και οι ελληνικές κυβερνήσεις το πίστευαν. Υπάρχουν δύο χαρακτηριστικά γεγονότα που δείχνουν το «κλίμα» της εποχής: οι περιπτώσεις του Μαξ Μέρτεν και του Γκύντερ Κόλβες.
Όταν ο Μαξ Μέρτεν, ο σύμβουλος της γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης στην κατοχική Θεσσαλονίκη, ο άνθρωπος που εισήγαγε τους φυλετικούς νόμους στην πόλη αυτή και είχε άμεση εμπλοκή στη σύλληψη των Εβραίων και τη μεταφορά τους στα στρατόπεδα θανάτου της Πολωνίας, συνελήφθη το 1957 στην Ελλάδα – όχι λόγω κυβερνητικού ζήλου, αλλά χάρις στην ελαφρότητα ενός υπαλλήλου της γερμανικής πρεσβείας και στην ανεξαρτησία του δικαστή Ανδρέα Τούση – προφυλακίστηκε και καταδικάστηκε στις αρχές του 1959 σε πολυετή φυλάκιση, υπήρξαν πιέσεις για τερματισμό των διώξεων.
Ο Μέρτεν βγήκε την ίδια χρονιά από τη φυλακή και μεταφέρθηκε στο Βερολίνο ώστε να επιληφθεί, πλέον, της υποθέσεως η γερμανική δικαιοσύνη, σύμφωνα με τα «συμφωνηθέντα». Όντως, εκείνη επελήφθη και για τα ίδια αδικήματα τον αθώωσε πανηγυρικά, επειδή τα επιβαρυντικά στοιχεία ήταν, υποτίθεται, σαθρά και πρόχειρα – φτιαγμένα προφανώς από τους γνωστούς για την «τσαπατσουλιά» τους Έλληνες, σύμφωνα με το διαχρονικά επαναλαμβανόμενο στερεότυπο.
Ο Μαξ Μέρτεν ήταν ακόμη στη φυλακή, όταν τον Ιούνιο του 1959 ο ραλίστας Γκύντερ Κόλβες, κατηγορούμενος για εκτελέσεις αμάχων στο Ακρωτήρι Χανίων, συμμετείχε, για δεύτερη χρονιά, στο βασιλικό ράλι «Ακρόπολις». Αυτή τη φορά ο Τούσης δεν μπόρεσε να υπερνικήσει τις κυβερνητικές αντιστάσεις που δεν ήθελαν δεύτερο Γερμανό στις φυλακές. Ο Κόλβες συνελήφθη στις 3.6.1959 για να αφεθεί, με άνωθεν εντολή, λίγες ώρες μετά ελεύθερος και να ταξιδέψει με το ατμόπλοιο «Αγαμέμνων» προς Βρινδήσιον – ένας μπελάς λιγότερος για τον Καραμανλή.
Όλα τα τεκμήρια που είχε το Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου παρεδόθησαν πριν και μετά το 1959 από τις ελληνικές αρχές στο γερμανικό υπουργείο των Εξωτερικών. Εκείνο τα προώθησε στις οικείες δικαστικές αρχές προς διερεύνηση. Σε όλες τις περιπτώσεις – ακόμη και για φοβερά εγκλήματα όπως το Κομμένο, η Παραμυθιά, τα Καλάβρυτα, η Κλεισούρα, το Δίστομο, οι Πύργοι και το Μεσόβουνο – η έρευνα σταμάτησε στο στάδιο της προανάκρισης και έκλεισε με παύση της δίωξης. Για τους Γερμανούς ανακριτές δεν προέκυπταν ούτε από τα στοιχεία των ελληνικών αρχών, αλλά ούτε και από τις καταθέσεις των δραστών και των βοηθών τους, εγκληματικές πράξεις. Και δεν προέκυπταν, ή είχαν παραγραφεί, όχι επειδή οι σφαγές δεν είχαν γίνει – κάτι τέτοιο θα ήταν τερατώδες να ειπωθεί – αλλά επειδή πολλοί κατηγορούμενοι δεν μπορούσαν, υποτίθεται, να εντοπιστούν λόγω αγνώστου διαμονής ή ταυτότητας. Άλλοι είχαν πεθάνει. Και αυτοί που τελικά εντοπίστηκαν, κρίθηκε ότι δεν είχαν ταπεινά κίνητρα για τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει, ώστε οι πράξεις τους να εμπίπτουν στην κατηγορία της δολοφονίας, που δεν είχε παραγραφεί και θα μπορούσε ακόμη να διωχθεί. Οι σφαγές ονομάστηκαν από τους ανακριτές – μερικοί εξ αυτών είχαν υπηρετήσει οι ίδιοι στη Βέρμαχτ ως στρατοδίκες – «ανθρωποκτονίες», δηλαδή πράξεις που συμβαίνουν στον πόλεμο, ιδιαίτερα όταν επιβάλλεται η χρήση αντιποίνων εναντίον του άμαχου πληθυσμού για πράξεις ανταρτών κατά της κατοχικής αρχής.
Κάπως έτσι υπηρετήθηκαν τα «συμφωνημένα» από τη μεταπολεμική δυτικογερμανική Δικαιοσύνη. Η κ. Μέρκελ, βεβαίως, ήταν τότε στη Λαϊκή Δημοκρατία και έγραφε τη διατριβή της, γι αυτό και δεν είδε τίποτα, δεν άκουσε τίποτα και δεν γνωρίζει τίποτα. Έτσι μπορεί σήμερα να πει «μη με μπερδεύετε εμένα με τα δάνεια του Χίτλερ και τα εγκλήματα πολέμου στην Ελλάδα». Αλλά οι άλλοι; Ούτε αυτοί είχαν ακούσει τίποτα; Και πώς απαντά σήμερα με μια φωνή ο γερμανικός πολιτικός κόσμος όταν τίθεται – όχι από κυβερνητικούς παράγοντες της Ελλάδας, για το όνομα του Θεού … – το ζήτημα της τήρησης των «συμφωνημένων»; Πολύ απλά με το επιχείρημα ότι η αναμόχλευση του παρελθόντος δεν συμβάλλει στη βελτίωση των ελληνο-γερμανικών σχέσεων και δυσχεραίνει τη χορήγηση των νέων δανείων. Αυτό που συμβάλλει, όμως, είναι η πίεση για μονομερή τήρηση των «συμφωνημένων» από την πλευρά της Ελλάδας, που πρέπει τώρα να αποδείξει ότι έχει μπέσα – υπάρχει και το ιστορικό άγος της perfidia Greacorum.
Γιατί, άραγε, δεν ίσχυσε το ίδιο για όλα τα θύματα του γερμανικού κράτους την ίδια περίοδο; Γιατί το δόγμα «περασμένα ξεχασμένα» ίσχυσε μόνο για ορισμένους δολοφονημένους; Γιατί ο γερμανός φορολογούμενος, ανεξαρτήτως εθνοτικής καταγωγής, δέχεται αγόγγυστα να πληρώνει ακόμη αποζημιώσεις για ορισμένα από τα θύματα του Ολοκαυτώματος, αλλά αποκρούει μετά βδελυγμίας τη σκέψη για καταβολή αποζημιώσεων και νόμιμων οφειλών σε άλλα;
Γιατί άλλα τα μάτια του λαγού, και άλλα της κουκουβάγιας, όπως λέει και το λαϊκό άσμα. Γιατί δεν είναι το ίδιο όλοι οι εκπρόσωποι κρατών και οργανισμών. Κάποιοι γνωρίζουν πώς να διεκδικούν αυτά που αναλογούν στους πολίτες του κράτους ή στα μέλη της οργάνωσης που εκπροσωπούν. Κάποιοι άλλοι γνωρίζουν πώς να παραιτούνται από αυτά. Η ελληνική κυβέρνηση ευδόκησε το 2010 να καταργήσει το νόμο 3933/1959 και το διάταγμα 4016/1959 που μεταβίβαζαν στο γερμανικό κράτος την αρμοδιότητα για την εκδίκαση υποθέσεων όπως αυτές του Μέρτεν και του Κόλβες. Προφανώς για να ανοιχτούν οι τάφοι των εμπλεκομένων και να προσαχθούν οι σκελετοί τους στα ελληνικά δικαστήρια.
Συνέντευξη στον Χ.Ι. Πολυχρονίου και την Αναστασία Γιάμαλη από την εφημερίδα Αυγή:
* Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, η κυβέρνηση συνιστά πρόβλημα, κοινωνικό κράτος δεν υπάρχει και οι ιδιώτες είναι υπεύθυνοι για τη μοίρα τους. Ωστόσο, οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι πλούσιοι βασίζονται περισσότερο παρά ποτέ στην κρατική παρέμβαση, ώστε να συνεχίσουν να έχουν τον έλεγχο της οικονομίας και να απολαμβάνουν το μεγαλύτερο μερίδιο της οικονομικής πίτας. Είναι τελικά μύθος ο νεοφιλελευθερισμός; Πρόκειται απλά για ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα;
O όρος «νεοφιλελεύθερος» είναι λιγάκι παραπλανητικός. Δεν είναι ούτε νέος, ούτε φιλελεύθερος. Όπως είπατε, οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι πλούσιοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε αυτό που ο οικονομολόγος Ντιν Μπέικερ αποκαλεί «το συντηρητικό κράτος γκουβερνάντα», το οποίο και εκτρέφουν. Αυτό ισχύει -σε μεγάλο βαθμό- και για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Μία πρόσφατη μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) αποδίδει τα κέρδη των μεγάλων τραπεζών σχεδόν ολοκληρωτικά στην άρρητη πολιτική διασφάλισης του κράτους («πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν») και δεν αναφέρομαι μόνο στις ευρέως γνωστές και πολυδιαφημισμένες διασώσεις, αλλά στην πρόσβαση που έχουν σε φθηνές πιστώσεις, ευνοϊκές αξιολογήσεις λόγω της κρατικής εγγύησης, και πολλά άλλα παραδείγματα. Το ίδιο ισχύει και για την παραγωγική οικονομία. Η επανάσταση των τεχνολογιών της πληροφορικής, που είναι σήμερα η κινητήρια δύναμή της, βασίστηκε πολύ έντονα σε επενδύσεις σε έρευνα και τεχνολογία, σε προμήθειες και άλλους τρόπους στήριξης από το κράτος. Αυτή η διαδικασία έχει τις ρίζες της στην πρώιμη αγγλική εκβιομηχάνιση.
Ωστόσο, ούτε ο «νεοφιλελευθερισμός» ούτε οι προγενέστερες εκδόσεις του, όπως ο «φιλελευθερισμός», είναι μύθοι. Στα σίγουρα δεν είναι μύθοι για τα θύματά τους. Ο οικονομικός ιστορικός Πολ Μπάιροχ είναι μόνο ένας από τους πολλούς που έχουν δείξει πως «ο υποχρεωτικός οικονομικός φιλελευθερισμός του Τρίτου Κόσμου τον 19ο αιώνα είναι ένα σημαντικό στοιχείο στο να εξηγήσουμε την καθυστέρηση στην εκβιομηχάνισή του». Στην πραγματικότητα η «αποβιομηχάνισή» του είναι μια ιστορία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα με διάφορες μορφές.
Εν συντομία οι θεωρίες είναι σε μεγάλο βαθμό, «μύθος» για τους πλούσιους και τους ισχυρούς, οι οποίοι έχουν εφεύρει πολλούς τρόπους για να προστατεύονται από τις δυνάμεις της αγοράς, αλλά όχι για τους φτωχούς και τους αδύναμους, οι οποίοι πλήττονται από αυτές.
* Πως εξηγείται η υπεροχή του κανόνα που έχει ως επίκεντρο τις αγορές και το αρπακτικό κεφάλαιο σε μια περίοδο που βιώνουμε την πιο καταστροφική κρίση του καπιταλισμού από τη μεγάλη ύφεση της δεκαετίας του ’30;
Η βασική εξήγηση είναι και η συνήθης: Όλα πάνε ρολόι για τους πλούσιους και τους ισχυρούς. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, δεκάδες εκατομμύρια είναι άνεργοι, εκατομμύρια ανώνυμοι έχουν εκπέσει από την αγορά εργασίας στην απελπισία και τα εισοδήματα. Ακόμη και οι συνθήκες διαβίωσης έχουν σε μεγάλο βαθμό τελματώσει ή και συρρικνωθεί. Αλλά οι μεγάλες τράπεζες, που είναι υπεύθυνες για την τελευταία κρίση, είναι μεγαλύτερες και πλουσιότερες από ποτέ, τα εταιρικά κέρδη σπάνε ρεκόρ, ο πλούτος πέρα από κάθε φαντασία συσσωρεύεται μεταξύ των ισχυρών, ο κόσμος της εργασίας έχει αποδυναμωθεί από τη συντριβή των συνδικάτων και την «αυξανόμενη εργασιακή ανασφάλεια», για να δανειστώ τον όρο που χρησιμοποίησε ο Άλαν Γκρίνσπαν (σ.σ.: ο επί 20ετία, 1987-2006, διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ) όταν εξηγούσε τη μεγάλη επιτυχία της οικονομίας, την οποία διαχειριζόταν, όταν ήταν ακόμα ο «Άγιος Άλαν», ίσως ο μεγαλύτερος οικονομολόγος από την εποχή του Άνταμ Σμιθ, πριν την κατάρρευση των δομών τις οποίες διηύθυνε μαζί με τις ιδεολογικές δομές τους. Οπότε, γιατί να παραπονεθούν;
Η ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου συνδέεται με την πτώση του ποσοστού κέρδους στη βιομηχανία και τις νέες ευκαιρίες που αναδύθηκαν, ώστε να κατανεμηθεί η παραγωγή σε περιοχές στις οποίες η εργασία γίνεται ευκολότερα αντικείμενο εκμετάλλευσης και οι περιορισμοί στο κεφάλαιο είναι ασθενέστεροι -ενώ τα κέρδη διανέμονται σε περιοχές με χαμηλότερα ποσοστά κέρδους (παγκοσμιοποίηση).
Η όλη διαδικασία έχει ως «συνενόχους» τις τεχνολογικές εξελίξεις, οι οποίες διευκολύνουν την ανάπτυξη ενός «ανεξέλεγκτου χρηματοπιστωτικού τομέα», ο οποίος «καταβροχθίζει τη σύγχρονη οικονομία (δηλαδή την παραγωγική οικονομία) από μέσα, όπως η νύμφη της σφήκας – αράχνης που τρώει από μέσα προς τα έξω τον ξενιστή, στον οποίο έχει αποτεθεί», για να δανειστώ την ατμοσφαιρική παρομοίωση του Μάρτιν Γουλφ των Financial Times, ίσως του πιο αξιοσέβαστου οικονομικού ανταποκριτή στον αγγλόφωνο κόσμο.
Εκτός από αυτό, όπως ήδη σημειώσαμε, ο κανόνας που έχει ως επίκεντρο τις αγορές επιβάλλει αυστηρή πειθαρχία στους πολλούς, αλλά οι λίγοι οι οποίοι «μετράνε» προστατεύουν τους εαυτούς τους αποτελεσματικά.
* Πώς ερμηνεύετε το επιχείρημα περί κυριαρχίας μιας υπερεθνικής ελίτ και το τέλος του έθνους – κράτους, ειδικά αφότου οι υποστηρικτές του υποστηρίζουν ότι αυτή η νέα τάξη πραγμάτων μας έχει ήδη επιβληθεί;
Υπάρχει μια αλήθεια σε αυτό το επιχείρημα, αλλά δεν θα πρέπει να την υπερβάλουμε. Οι πολυεθνικές εξακολουθούν να στηρίζονται στο κράτος, στο οποίο έχουν τη βάση τους, για προστασία, οικονομική και στρατιωτική και -σε μεγάλο βαθμό- για καινοτομία. Οι διεθνείς θεσμοί παραμένουν σε σημαντικό βαθμό υπό τον έλεγχο των πιο ισχυρών κρατών και, σε γενικές γραμμές, η «κρατο-κεντρική» διεθνής τάξη παραμένει αρκετά σταθερή.
* Η Ευρώπη κινείται ολοένα και εγγύτερα προς το τέλος του «κοινωνικού συμβολαίου». Σας εκπλήσσει αυτή η εξέλιξη;
Σε μια συνέντευξη, ο Μάριο Ντράγκι (σ.σ.: επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από το 2011) πληροφόρησε τη Wall Street Journal ότι «το παραδοσιακό κοινωνικό συμβόλαιο της ηπείρου» -ίσως η πιο σημαντική συμβολή της στον σύγχρονο πολιτισμό – «είναι ξεπερασμένο» και πρέπει να ξηλωθεί. Και ο Ντράγκι είναι ένας από τους διεθνείς γραφειοκράτες που κάνουν πολλά για να προστατεύσουν τα απομεινάρια του κοινωνικού κράτους. Ο επιχειρηματικός κόσμος πάντα αντιπαθούσε το κοινωνικό συμβόλαιο. Θυμηθείτε την ευφορία στον επιχειρηματικό Τύπο όταν η πτώση του «κομμουνισμού» πρόσφερε μια νέα εργατική δύναμη -μορφωμένη, εκπαιδευμένη, υγιή και ξανθιά με γαλανά μάτια- που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να υποσκάψει το «πολυτελές λάιφ στάιλ» των Δυτικών εργατών. Δεν πρόκειται για αποτέλεσμα ανυποχώρητων δυνάμεων, οικονομικών ή άλλων, αλλά για ένα σχέδιο πολιτικής βασισμένο στα συμφέροντα των σχεδιαστών του, που πιθανότερα είναι οι τραπεζίτες και οι διευθύνοντες σύμβουλοι παρά οι επιστάτες που καθαρίζουν τα γραφεία τους.
* Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα πολλά μέρη του εξελιγμένου καπιταλιστικού κόσμου είναι το χρέος που κουβαλούν, ιδιωτικό και δημόσιο. Στις χώρες της περιφέρειας της Ευρωζώνης, το χρέος έχει καταστροφικές κοινωνικές συνέπειες, καθώς «πάντα πληρώνει ο λαός», όπως έχετε κι εσείς επισημάνει στο παρελθόν. Θα θέλατε να εξηγήσετε στους ακτιβιστές τού σήμερα γιατί το χρέος είναι «ένα κοινωνικό και ιδεολογικό κατασκεύασμα;».
Οι λόγοι είναι πολλοί. Ένας από αυτούς παρουσιάστηκε πολύ ωραία με μία φράση από την εκτελεστική διευθύντρια των ΗΠΑ στο ΔΝΤ, Κάρεν Λισάκερς, η οποία περίγραψε τον οργανισμό ως «το όργανο επιβολής εκ μέρους της πιστωτικής κοινότητας». Στην καπιταλιστική κοινωνία, αν μου δανείσεις χρήματα και δεν μπορώ να στα ξεπληρώσω, τότε το πρόβλημα θα το ‘χεις εσύ, δεν μπορείς να ζητήσεις από τους γείτονές μου να πληρώσουν το χρέος.
Αλλά από τη στιγμή που οι πλούσιοι και οι ισχυροί μπορούν και προστατεύουν τους εαυτούς τους από την πειθαρχία της αγοράς, τα πράγματα λειτουργούν διαφορετικά όταν μια μεγάλη τράπεζα δανείζει σε «ριψοκίνδυνους» και δυνητικά επικίνδυνους δανειολήπτες, με υψηλό επιτόκιο και μεγάλο ποσοστό κέρδους εννοείται, κι αυτοί κάποια στιγμή δεν μπορούν να πληρώσουν. Τι γίνεται τότε; Τότε είναι που το «όργανο επιβολής εκ μέρους της πιστωτικής κοινότητας» σπεύδει προς διάσωσή τους, εξασφαλίζοντας πως το χρέος θα πληρωθεί, μεταφέροντας την ευθύνη στον γενικό πληθυσμό με προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής, λιτότητα και όλα τα συναφή.
Όταν οι πλούσιοι δεν θέλουν να πληρώνουν τέτοια χρέη, τα βαφτίζουν «απεχθή» και, ως εκ τούτου, άκυρα: τα επιβάλλουν στους αδύναμους με αθέμιτα μέσα. Ένα τεράστιο κομμάτι του χρέους είναι «απεχθές» υπό την έννοια αυτή, αλλά λίγοι μπορούν να προσφύγουν σε ισχυρούς θεσμούς για να σωθούν από τις ακαμψίες του καπιταλισμού.
Υπάρχουν και άλλα μέσα. Η JP Morgan Chase καλείται να πληρώσει πρόστιμο 13 δισ. δολαρίων (εκ των οποίων τα μισά εκπίπτουν από φόρους) για απάτη που αφορά τίτλους διασφαλισμένους με ενυπόθηκα δάνεια -επί της ουσίας θα έπρεπε να κατηγορηθεί για εγκληματική συμπεριφορά- από την οποία τα συνήθη θύματα επωμίζονται τεράστια χρέη.
Ο γενικός ελεγκτής του προγράμματος διάσωσης της κυβέρνησης των ΗΠΑ, Νιλ Μπαρόφκσι, επεσήμανε πως επισήμως επρόκειτο για μια νομική διαπραγμάτευση: Οι ένοχες τράπεζες θα διασώζονταν και τα θύματά τους, οι άνθρωποι που θα έχαναν τα σπίτια τους, θα λάμβαναν περιορισμένη προστασία και υποστήριξη. Όπως εξηγεί ο ίδιος, μόνο το πρώτο μέρος της συμφωνίας τιμήθηκε και το σχέδιο κατέληξε να μην είναι τίποτε περισσότερο από μια «δωρεά στα εκτελεστικά στελέχη της Wall Street» -γεγονός που δεν εξέπληξε κανέναν που καταλαβαίνει τι είναι ο «πραγματικά υπαρκτός καπιταλισμός».
Και η λίστα συνεχίζεται…
* Στη διάρκεια της κρίσης οι Έλληνες απεικονίζονται ανά την υφήλιο ως «τεμπέληδες και διεφθαρμένοι φοροφυγάδες που το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι να διαδηλώνουν». Αυτή είναι λίγο – πολύ η κυρίαρχη αφήγηση. Ποιοι μηχανισμοί χρησιμοποιούνται από το κατεστημένο για να πείθεται η κοινή γνώμη και πώς αντιμετωπίζονται;
Αυτές οι «απεικονίσεις» παρουσιάζονται από εκείνους που κατέχουν τον πλούτο και την εξουσία οικοδομώντας έτσι τον κυρίαρχο λόγο. Η παραποίηση και η εξαπάτηση αντιμετωπίζονται μόνο αν υπονομευτεί η εξουσία τους, δημιουργώντας όργανα λαϊκής εξουσίας. Όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση καταπίεσης και κυριαρχίας.
* Τι συμβαίνει κατά τη γνώμη σας στην Ελλάδα με τις συνεχείς απαιτήσεις της τρόικας και με δεδομένο τον ρόλο της Γερμανίας και την προσκόλληση στη λιτότητα;
Φαίνεται πως ο απώτερος στόχος των γερμανικών απαιτήσεων έναντι της Αθήνας, στο πλαίσιο της διαχείρισης της κρίσης χρέους, είναι να δεσμεύσει ό,τι έχει αξία στην Ελλάδα. Κάποιοι άνθρωποι στη Γερμανία φαίνεται πως στόχο έχουν να θέσουν την Ελλάδα υπό καθεστώς ιδιότυπης σκλαβιάς.
* Είναι πιθανόν πως η επόμενη κυβέρνηση στην Ελλάδα θα είναι κυβέρνηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ποια θα πρέπει να είναι η προσέγγισή της;
Αυτό είναι ένα δύσκολο και πρακτικό ερώτημα. Θα ήταν εύκολο να σκιαγραφήσω τι θα ήθελα να συμβεί, αλλά, με δεδομένη την κατάσταση, όποια πορεία και να ακολουθηθεί θα υπάρχει και κόστος και κίνδυνος. Ακόμη και να ήμουν σε θέση να τα αξιολογήσω όλα αυτά -που δεν είμαι- θα ήταν ανεύθυνο να προτείνω πολιτικές χωρίς σοβαρή ανάλυση και δίχως στοιχεία.
* Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα κοινό μέτωπο των χωρών του Νότου ενάντια στη λιτότητα. Και εσείς έχετε μιλήσει για ένα τέτοιο μέτωπο, προκειμένου να παρεμποδιστούν οι πολιτικές που επιβάλλει ο Βορράς.
Η Γερμανία και οι βόρειοι σύμμαχοί της υποχρεώνουν τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης να ακολουθήσουν πολιτικές που είναι καταστροφικές. Ένα κοινό μέτωπο ανάμεσα στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία μπορεί να είναι η μόνη ρεαλιστική επιλογή γι’ αυτές τις χώρες. Η ευρωπαϊκή βοήθεια θα πρέπει να παρέχεται χωρίς τη λήψη μέτρων που καταστρέφουν τον κοινωνικό ιστό της Ελλάδας και των άλλων κρατών – μελών της Ευρωζώνης που πλήττονται από την κρίση.
Η λιτότητα οδηγεί σε αυτοκτονία, υπό την έννοια ότι περιορίζει την ανάπτυξη, αυξάνει την ανεργία και παράγει μιζέρια -αλλά μπορεί να είναι μια αποτυχημένη πολιτική από σχεδιασμό. Εκτός από την αποπληρωμή του χρέους με όποιο δυνατό μέσο, ο στόχος φαίνεται να είναι, επίσης, η υπονόμευση και το ξεχαρβάλωμα του κοινωνικού κράτους -και οι πολιτικές λιτότητας εξασφαλίζουν αυτόν τον στόχο. Η δημοκρατία έχει ήδη αποδυναμωθεί σημαντικά στην Ευρώπη και η ενίσχυση της Ακροδεξιάς είναι μια σοβαρή και εξαιρετικά ανησυχητική εξέλιξη.
Το μέλλον της Ευρώπης θα είναι ζοφερό αν δεν λυθούν τα προβλήματα στην Ευρωζώνη, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν καν αντιμετωπιστεί. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεχίζουν την τακτική «kicking the can down the road» (να κλωτσάνε το κουτί πιο κάτω στον δρόμο). Ένα κοινό μέτωπο από τις χώρες που μαστίζονται από την κρίση μπορεί να είναι αυτό που χρειάζεται τελικά για να αφυπνιστεί η Ευρώπη.
* Δεν έχει αμφισβητηθεί ποτέ η εγγενής ανάγκη του καπιταλισμού να καταστρέφει. Στις πρόσφατες αναλύσεις σας έχετε εστιάσει στην περιβαλλοντική καταστροφή. Κατά ποια έννοια;
Νομίζω ότι απειλείται η αξιοπρεπής ανθρώπινη επιβίωση. Τα πρώτα θύματα είναι, όπως συνήθως, οι πιο αδύναμοι και πιο ευάλωτοι. Αυτό κατέστη σαφές ακόμη και στη σύνοδο για την κλιματική αλλαγή που ολοκληρώθηκε πρόσφατα στη Βαρσοβία, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως η κατάσταση θα συνεχιστεί με τους ίδιους ρυθμούς.
Ο ιστορικός του μέλλοντος -αν θα υπάρχει- θα παρατηρεί το τρέχον θέαμα εντυπωσιασμένος. Το αρχικό πρόταγμα του αγώνα να αποτραπεί η καταστροφή δίνουν οι λεγόμενες «πρωτόγονες κοινωνίες»: οι ιθαγενείς κάτοικοι του Καναδά, οι αυτόχθονες πληθυσμοί της Νότιας Αμερικής και ούτω καθ’ εξής σε όλον τον κόσμο. Αυτόν τον αγώνα για τη διάσωση και την προστασία του περιβάλλοντος τον βλέπουμε να διεξάγεται σήμερα και στην Ελλάδα, όπου οι κάτοικοι από τις Σκουριές Χαλκιδικής αντιστέκονται ηρωικά στις αρπακτικές διαθέσεις της Eldorado Gold και στην αστυνομική στήριξη που τους παρέχει το ελληνικό κράτος.
Στον γκρεμό με τόσο ενθουσιασμό μάς οδηγούν οι πλουσιότερες και πιο ισχυρές κοινωνίες, όπως οι ΗΠΑ και ο Καναδάς. Κάνουν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που θα προέβλεπε η λογική -εκτός από τον παρανοϊκό ορθολογισμό του «πραγματικά υπαρκτού σοσιαλισμού».
* Οι ΗΠΑ παραμένουν μια παγκόσμια αυτοκρατορία που, σύμφωνα με εσάς, λειτουργούν με βάση «την αρχή της μαφίας», με τον νονό να μην ανέχεται την «επιτυχημένη ανυπακοή», ώστε να διατηρεί την αξιοπιστία του. Παρακμάζει η παγκόσμια αυτοκρατορία και, αν ναι, συνιστά μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια;
Η παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ άγγιξε μια άνευ ιστορικού προηγουμένου κορύφωση το 1945. Από τότε μειώνεται σταθερά, αν και παραμένει πολύ ισχυρή. Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι η εξουσία διαιρείται ολοένα και περισσότερο, δεν φαίνεται να υπάρχει ανταγωνιστής. Οι ΗΠΑ επικαλούνται μεν συνεχώς την παραδοσιακή αρχή της μαφίας, αλλά η ικανότητά τους να την εφαρμόσουν είναι κάπως περιορισμένη. Η απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια είναι πολύ πραγματική. Για να πάρουμε ένα μόνο παράδειγμα, και η εκστρατεία των μη επανδρωμένων αεροσκαφών επί προεδρίας Ομπάμα είναι μακράν η πιο μεγάλη και πιο καταστροφική τρομοκρατική επιχείρηση που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη.
Οι ΗΠΑ και ο Ισραηλινός πελάτης τους παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο -απειλώντας να επιτεθούν στο Ιράν, παραβιάζοντας τις βασικές αρχές της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών- και χαίρουν πλήρους ατιμωρησίας. Η πιο πρόσφατη αναθεώρηση της πυρηνικής στάσης των ΗΠΑ (US Nuclear Posture Review 2010) είναι γραμμένη σε πιο επιθετικό τόνο απ’ ό,τι οι προηγούμενες, πρόκειται για μια προειδοποίηση που δεν πρέπει να αγνοηθεί. Η συγκέντρωση της εξουσίας ενέχει γενικά κινδύνους, πράγμα που ισχύει και γι’ αυτόν τον τομέα.
* Σχετικά με την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση, έχετε πει ότι η αντιπαράθεση περί ενός ή δύο κρατών είναι άσχετη. Παρακαλώ αναλύστε μας τι εννοείτε.
Η συγκεκριμένη αντιπαράθεση είναι άσχετη, διότι απλούστατα η δημιουργία ενός κράτους δεν αποτελεί καν επιλογή. Είναι χειρότερο από άσχετη: Αποτελεί περισπασμό από την πραγματικότητα. Οι πραγματικές επιλογές είναι δύο: Πρώτον, η δημιουργία δύο κρατών ή, δεύτερον, η συνέχιση όσων το Ισραήλ κάνει ήδη, με τη στήριξη των ΗΠΑ: Δηλαδή η διατήρηση της Γάζας υπό καθεστώς ασφυκτικής πολιορκίας, διαχωρισμένης από τη Δυτική Όχθη, και η συστηματική οικειοποίηση όσων πολύτιμων πόρων μπορούν να εντοπιστούν εκεί και η περαιτέρω ενσωμάτωση της περιοχής στο Ισραήλ και η κατάληψη περιοχών, στις οποίες δεν κατοικούν αρκετοί Παλαιστίνιοι -και αυτοί που παραμένουν, αθόρυβα εκδιώκονται. Το περίγραμμα είναι αρκετά σαφές από την άποψη των προγραμμάτων ανάπτυξης και απέλασης.
Με δεδομένη τη συγκεκριμένη επιλογή, δεν υπάρχουν λόγοι για το Ισραήλ και τις ΗΠΑ να συμφωνήσουν στην πρόταση για ένα κράτος, που δεν έχει έτσι κι αλλιώς διεθνή υποστήριξη οπουδήποτε αλλού. Εκτός αν αναγνωριστεί η πραγματικότητα της εξελισσόμενης κατάστασης, η συζήτηση για ένα κράτος (πολιτικά δικαιώματα / αγώνα κατά του ιδιότυπου «απαρτχάιντ», δημογραφικό πρόβλημα κ.λπ.) είναι ένας αντιπερισπασμός, ο οποίος έμμεσα προσφέρει υποστήριξη στη δεύτερη επιλογή. Αυτή είναι η ουσιαστική λογική της κατάστασης, είτε αρέσει είτε όχι.
* Τα πολιτικά σας «πιστεύω» συνοψίζονται σωστά υπό τον όρο «ελευθεριακός σοσιαλισμός»;
Ναι, ο όρος που χρησιμοποιώ είναι «ελευθεριακός σοσιαλισμός», μια μετάφραση του γαλλικού «socialism libertaire». Πρόκειται για όρο που εκφράζει τον βασικό κορμό των παραδοσιακών αναρχικών κινημάτων. Οι απαρχές του σύγχρονου αναρχισμού (ελευθεριακού σοσιαλισμού) μπορούν να ανιχνευτούν, νομίζω, στα ιδανικά του διαφωτισμού και του κλασικού φιλελευθερισμού, τα οποία -και εδώ συμφωνώ με τον αναρχικό ιστορικό και ακτιβιστή Ρούντολφ Ρόκερ- «τσακίστηκαν πάνω στις πραγματικότητες της καπιταλιστικής οικονομίας». Παρέμειναν όμως ζωντανά στα μεγάλα λαϊκά κινήματα των αιώνων που πέρασαν από τότε, παίρνοντας διάφορες μορφές και με μεγάλες επιτυχίες στο ενεργητικό τους.
Αν υπάρχει κάποια κοινή κεντρική ιδέα, αυτή είναι, ίσως, πως η εξουσία και η κυριαρχία δεν καθαγιάζουν από μόνες τον εαυτό τους, κουβαλούν ένα βαρύ φορτίο απόδειξης και, αν αυτό το αίτημα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, θα έπρεπε να καταργούνται προς όφελος ανθρωπίνων σχέσεων που θα είναι πιο ελεύθερες και πιο δίκαιες. Αυτό ισχύει σε όλα τα επίπεδα, από την οικογένεια μέχρι τη διεθνή κοινότητα -στην πραγματικότητα εκτείνεται και ακόμη παραπέρα: ένας συνεπής αναρχικός θα έπρεπε να ενδιαφέρεται βαθύτατα και για τη μοίρα των επόμενων γενεών, για την οποία κατά κανόνα αδιαφορούν τα συστήματα της αγοράς.
* Οι πεποιθήσεις σας, λοιπόν, βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με τη λενινιστική εκδοχή του σοσιαλισμού. Ώς ποιον βαθμό θα λέγατε πως η λενινιστική και η σταλινική θεώρηση του κόσμου, που αντιμετωπιζόταν χρόνια ως ένα «απελευθερωτικό» ιδεολογικό και πολιτικό πλαίσιο, διαποτίστηκε από τις ίδιες κομφορμιστικές τάσεις και την κυνική οπτική ως προς τις προοπτικές της αυτονομίας του ανθρώπινου παράγοντα, όπως ο καπιταλιστικός αντίπαλός της;
Όταν άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά αυτά τα ζητήματα, στην πρώιμη εφηβεία μου, με τράβηξε άμεσα η κριτική για τον λενινισμό, που ασκήθηκε μέσα στην αριστερο-μαρξιστική πτέρυγα (Άντον Πάνεκουκ, Ρόζα Λούξεμπουργκ και άλλοι). Καθώς επίσης και η κριτική που ασκήθηκε από ανεξάρτητους σοσιαλιστές, όπως ο Άρθουρ Ρόζενμπεργκ, ο Τζον Ντιούι, ο Μπέρτραντ Ράσελ και άλλοι.
Ο λενινισμός υπέστη εσωτερική κριτική για τις συγκεντρωτικές και αυταρχικές τάσεις του, επικρίθηκε έντονα από τον Τρότσκι, πριν συμμετάσχει ο ίδιος στην όλη επιχείρηση κυριαρχίας. Ήταν από τους χειρότερους φόβους του Μπακούνιν η «κόκκινη γραφειοκρατία» που θα εκμεταλλευόταν τη λαϊκή επανάσταση για να εγκαθιδρύσει ένα από τα πιο βάρβαρα και σκληρά καθεστώτα στην Ιστορία.
Υπήρξε όμως και ένας «ελευθεριακός Λένιν» -για μια σύντομη περίοδο το 1917, πριν να αναλάβει την εξουσία τον Οκτώβρη. Είναι εύλογο να εκλάβει κανείς αυτή την κίνηση προς την ελευθεριακή Αριστερά ως μια οπορτουνιστική τακτική. Αφού ανέλαβαν την εξουσία, ο Λένιν και ο Τρότσκι προχώρησαν πολύ γρήγορα στη διάλυση των σοσιαλιστικών και λαϊκών θεσμών που είχαν αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια της λαϊκής επανάστασης -διέλυσαν τα συμβούλια εργαζομένων, τα σοβιέτ, τη συντακτική συνέλευση- και μετέτρεψαν τον πληθυσμό σε έναν «στρατό εργασίας» που θα ακολουθούσε τις διαταγές του αρχηγού.
«Γιατί;» θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς. Η δική μου άποψη ήταν τότε, και παραμένει ίδια ακόμη και τώρα, πως ο Λένιν υπήρξε ένας ορθόδοξος μαρξιστής, που θεωρούσε μια σοσιαλιστική επανάσταση αδύνατη σε μια βαθύτατα εξαθλιωμένη αγροτική κοινωνία και είδε τον εαυτό του να αναλαμβάνει «δράση ανασυγκρότησης» μέχρι η επανάσταση να γίνει στη Γερμανία, όπως προέβλεπε η δική του ερμηνεία του δόγματος. Όταν αυτή συνετρίβη, προχώρησε προς μια ιδιαίτερα αυταρχική μορφή κρατικού καπιταλισμού, έχοντας σκοπό να οδηγήσει την κοινωνία στην εκβιομηχάνιση και τον εκσυγχρονισμό με τη βία, μια πολιτική που μετατράπηκε σε τερατούργημα από τον Στάλιν.
Η επανάσταση των μπολσεβίκων (εννοώ την αμέσως επομένη φάση) θα έπρεπε, νομίζω, να θεωρείται ένα από τα χειρότερα χτυπήματα που δέχτηκε ο ελευθεριακός σοσιαλισμός κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Το λενινιστικό – σταλινικό σύστημα περιγράφηκε ως «σοσιαλιστικό» και από τα δύο μείζονα προπαγανδιστικά συστήματα του κόσμου: το τεράστιο σύστημα της Δύσης και το ισχυρό, αν και έλασσον, σύστημα της Ανατολής. Το καθένα είχε σοβαρούς λόγους να υιοθετήσει αυτή την τάση.
Για τη Δύση ήταν απαραίτητο να καταστήσει αναξιόπιστο -δυσφημώντας τον- τον σοσιαλισμό, συσχετίζοντάς τον με τα βάναυσα και βαθύτατα αντισοσιαλιστικά μέτρα του καθεστώτος. Επίσης, το να καταστεί ταυτόσημος ο σοσιαλισμός με αυτή την παρωδία θα βοηθούσε να απαλείψει από τις συνειδήσεις τις κεντρικές ιδέες του σοσιαλισμού, όπως τον έλεγχο της παραγωγής από τους παραγωγούς, μια ιδέα που απεχθάνονταν τόσο ο Λένιν όσο και το δυτικό κεφάλαιο.
Για την Ανατολή ο σκοπός ήταν να κερδίσουν όσο μεγαλύτερη υποστήριξη μπορούσαν από την ηθική απήχηση του αυθεντικού σοσιαλισμού, ενώ προχωρούσαν σταθερά στην καταστροφή του.
* Έχετε πει πως οι ελίτ των διανοουμένων σας εκνευρίζουν. Θέλετε να μας το εξηγήσετε;
Οι ελίτ των διανοουμένων χαίρουν εξ ορισμού πολλών προνομίων. Τα προνόμια προσφέρουν επιλογές αλλά και ευθύνες. Οι πιο προνομιούχοι έχουν καλύτερη πρόσβαση σε πληροφορίες και μπορούν να δρουν με τρόπους που θα επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις. Ο ρόλος τους αξιολογείται άμεσα.
Θεωρώ πως οι άνθρωποι πρέπει να στέκονται στο ύψος των ηθικών ευθυνών τους, πρόκειται για μια θέση που δεν χρειάζεται καν να υπερασπιστώ. Οι ευθύνες εκείνων που ζουν σε μια πιο ελεύθερη και πιο ανοιχτή κοινωνία είναι προφανώς μεγαλύτερες από εκείνων που μπορεί να πληρώσουν κάποιο κόστος για την ειλικρίνεια και την ακεραιότητα. Αν οι κομισάριοι στη σοβιετική Ρωσία είχαν αποδεχθεί να υποτάσσονται στην κρατική εξουσία, θα μπορούσαν τουλάχιστον να επικαλεστούν τον φόβο ως ελαφρυντικό. Οι ομόλογοί τους σε πιο ελεύθερες και ανοικτές κοινωνίες (οι σημερινοί «διανοούμενοι» στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό) μπορούν να επικαλούνται μόνο δειλία.
* Αυτό το διάστημα προβάλλεται στις κινηματογραφικές αίθουσες των ΗΠΑ η ταινία ανιμέισον του βραβευμένου με Όσκαρ Γάλλου σκηνοθέτη και σεναριογράφου Μισέλ Γκοντρί «Is the Man Who Is Tall Happy?». («Είναι ο ψηλός άνθρωπος ευτυχισμένος;»), στην οποία πρωταγωνιστείτε. Έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές από όλες τις μεγάλες εφημερίδες των ΗΠΑ. Την είδατε;
Την είδα. Ο Γκοντρί είναι μεγάλος καλλιτέχνης. Η ταινία είναι αριστοτεχνικά και έξυπνα φτιαγμένη και κατορθώνει να συλλάβει μερικές σημαντικές ιδέες (που συχνά δεν είναι κατανοητές, ακόμη και στον κλάδο μας) με έναν πολύ απλό και σαφή τρόπο και με προσωπικές πινελιές που μου φάνηκαν πολύ ευαίσθητες και εύστοχες.
by admin
της Αλίκης Γκερλιώτη*
Και ακριβώς εκεί που η μεταπολιτευτική Ελλάδα είχε πιστέψει ότι οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες των γκασταρμπάιτερ[1] της δεκαετίας του 50 που φεύγανε με ένα μπογαλάκι για Γερμανία έχουν γίνει κομμάτι ενός μακρινού παρελθόντος, η κρίση ήρθε να μας θυμίσει ότι κάθε φορά που τα πράγματα σκουραίνουν σε έναν τόπο το τίμημα μπορεί να είναι ξανά και ξανά το ίδιο: Η απώλεια σχεδόν μιας ολόκληρης γενιάς.
Έτσι βλέπουμε σήμερα τις ίδιες εικόνες, σε μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή τους. Στα αεροδρόμια νέοι ως επί το πλείστον άνθρωποι, αλλά και ολόκληρες οικογένειες φεύγουν για το εξωτερικό. Εφοδιασμένοι με πτυχία και εκείνο το δυναμικό συμμετοχής σε αυτό το πράγμα που ονομάζουμε γίγνεσθαι μιας κοινωνίας, στην εργασία, στην κουλτούρα, την πολιτική, την έρευνα.
Την ίδια δε στιγμή που στην Ελλάδα συντελείται αυτό το καταστροφικό ξεπούλημα της περιουσίας του λαού και το brain drain της νέας γενιάς, στο Βερολίνο δημιουργείται μια πραγματικότητα εκτάκτου ανάγκης που παίρνει διαστάσεις ανθρωπιστικής κρίσης.
Άνθρωποι κοιμούνται σε αυτοκίνητα και σε αεροδρόμια, χωρίς να μπορούν να βρουν στέγη ή εργασία επειδή δεν ξέρουν γερμανικά. Άλλοι εργάζονται υπό άθλιες συνθήκες σε κουζίνες εστιατορίων, ανασφάλιστοι και κακοπληρωμένοι. Και όλοι αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα στην καθημερινή τους ζωή, καθώς δεν μπορούν να συνεννοηθούν στις γερμανικές υπηρεσίες, στο μετρό, στην επίσκεψη στο γιατρό.
Μέσα σε αυτήν την κατάσταση γίνεται σαφής η ανάγκη για την οργάνωση των μεταναστών και την κοινή αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων. Πράγματι, ο μόνος θεσμικός, συλλογικός κοινωνικός φορέας της Διασποράς στο Βερολίνο είναι η Ελληνική Κοινότητα Βερολίνου και οι σύλλογοι που απαρτίζουν το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο (ΕΠΚ).[2] Η παράδοση του Κέντρου αυτού είναι μεγάλη[3] και έχει ρίζες στον αντιδικτατορικό αγώνα, σε αγώνες για την καταπολέμηση του ρατσισμού και στην κοινή δράση για την επίλυση των προβλημάτων των μεταναστών.
Με το νέο δυναμικό ανθρώπων που καταφτάνουν και με πολλή δουλειά, το ΕΠΚ έχει αρχίσει να αναλαμβάνει την ευθύνη που του αντιστοιχεί, ως εκπρόσωπος της Διασποράς, των αναγκών των νέων μεταναστών αλλά και ως φωνή μιας χώρας που αυτή τη στιγμή λεηλατείται. Έτσι ξεκίνησε ένα χρονικό αγώνων, αλληλεγγύης και αδιεξόδων.
Στο πλαίσιο του ΕΠΚ, δημιουργήθηκαν σταδιακά ομάδες μεταναστών που χωρίς αντίτιμο συνοδεύουν ως διερμηνείς συνμετανάστες στις κρατικές υπηρεσίες, στα νοσοκομεία, σε τράπεζες, σε θέματα ανάγκης. Η ιστοσελίδα της Κοινότητας εμπλουτίστηκε με ενημερωτικό υλικό, αγγελίες μεταξύ μεταναστών[4], συμβουλές και οδηγίες για τα πρώτα βήματα στην ζωή στο Βερολίνο, για τα πανεπιστήμια, για νομική και ψυχολογική υποστήριξη. Δημιουργήθηκε εκπαιδευτικό πρόγραμμα[5] με κοινωνικό χαρακτήρα, που δίνει τη δυνατότητα σε νέους εκπαιδευτικούς και καλλιτέχνες να προσφέρουν μαθήματα διαφόρων ειδικοτήτων, από Γερμανικά και Ελληνικά μέχρι θέατρο και χορό. Δικηγόροι και νομικοί προσφέρουν δωρεάν υπηρεσίες στο γραφείο του ΕΠΚ, ενώ δημιουργείται δανειστική βιβλιοθήκη για παιδιά και ενηλίκους[6].
Η δράση του ΕΠΚ δεν περιορίζεται στην κάλυψη των υλικών αναγκών των νέων μεταναστών. Είναι το κέντρο δράσεων, όπως το βίντεο συμπαράστασης του Βερολίνου στην ΕΡΤ[7], αντιφασιστικών ψηφισμάτων[8] και συγκεντρώσεων[9], καθώς και κέντρο εκδηλώσεων με πολιτικό και κοινωνικό πρόσημο[10]. Επειδή οι Έλληνες δεν είμαστε οι μόνοι μετανάστες στο Βερολίνο, έχουν ξεκινήσει διεθνικές επαφές με άλλες κοινότητες μεταναστών από άλλες χώρες που βιώνουν την κρίση με παρόμοιο τρόπο καθώς και με γερμανικούς συλλόγους που στέκονται αλληλέγγυοι δίπλα μας. Το ΕΠΚ αποτελεί τον χώρο που δραστηριοποιούνται επιτροπές διεθνικής δράσης[11], είναι η έδρα της Επιτροπής ενάντια στον Φασισμό, η έδρα ομάδων αλληλεγγύης στην Ελλάδα που αποτελούνται από Γερμανούς, Έλληνες αλλά και ανθρώπους άλλης καταγωγής. Τέλος, το ΕΠΚ είναι ο χώρος όπου συντελείται βήμα-βήμα και με μεγάλες δυσκολίες η αποδόμηση της ρατσιστικής προπαγάνδας περί τεμπέλη και απατεώνα Έλληνα, ενός στερεότυπου εξαιρετικά διαδεδομένο στην γερμανική κοινωνία.
Βέβαια, παρά την στράτευση και την δουλειά των ανθρώπων του ΕΠΚ, όλη αυτή η προσπάθεια δεν είναι παρά μόνο μια σταγόνα στον ωκεανό. Και αυτό διότι η πολιτική του ελληνικού κράτους σχετικά με τη διασπορά δεν μπορεί να υποκατασταθεί από ένα σύλλογο, ειδικά όταν η μεταναστευτική πολιτική του γερμανικού κράτους γίνεται όλο και πιο σκληρή.
Από τη μια πλευρά, το ελληνικό κράτος ουδέποτε έδειξε κάποια ιδιαίτερη μέριμνα για την Διασπορά. Οι Έλληνες του Αποδήμου αποτελούσαν στην καλύτερη περίπτωση μια βολική δεξαμενή ψήφων που την πακετάρανε και τη φέρνανε κουκί-κουκί στις εκλογές, και στην χειρότερη κάτι αδιάφοροι Λαζογερμανοί που έρχονται τα καλοκαίρια να λιαστούν στον ήλιο και μετά τα 70 για να χαρούν τη γερμανική τους σύνταξη στην πατρίδα.
Αυτή η χρόνια πολιτική αμέλεια της διασποράς έρχεται σήμερα να πάρει τραγικές διαστάσεις. Το ίδιο ελληνικό κράτος που με τις εγκληματικές πολιτικές μιας βάρβαρης λιτότητας εξουθενώνει οικονομικά και κοινωνικά και τέλος διώχνει το ανθρώπινο δυναμικό του, τώρα σταμάτησε την επιχορήγηση των ελληνικών πολιτιστικών κέντρων στη Γερμανία με αποτέλεσμα τα τελευταία να κλείνουν το ένα μετά το άλλο στερώντας από τους μετανάστες τον συλλογικό τους φορέα και το μέσο διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους.
Επιπλέον, τώρα πάνω στην εξέλιξη του μεγάλου μεταναστευτικού ρεύματος της κρίσης, η ελληνική κυβέρνηση διαλύει σταδιακά και την ελληνική εκπαίδευση στη Γερμανία, η οποία δεν είναι φολκλόρ αλλά αποτελούσε το μόνο σημείο επαφής των παιδιών των μεταναστών με την ελληνική εκπαίδευση και την πολιτική τύχη της χώρας καθώς και το μόνο «εισιτήριο» επιστροφής. Τα ελληνικά και ευρωπαϊκά σχολεία κλείνουν το ένα μετά το άλλο, παρά τις διαμαρτυρίες και τις καταλήψεις διαρκείας των μαθητών, των δασκάλων και των συλλόγων γονέων[12]. Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές βρίσκεται σε εξέλιξη αγώνας ενάντια στο κλείσιμο του ευρωπαϊκού σχολείου «Όμηρος»[13]. Αποτέλεσμα της διάλυσής του θα είναι τα παιδιά να εισάγονται απροετοίμαστα στο έντονα ταξικό εκπαιδευτικό σύστημα της Γερμανίας και στην πράξη συχνά να αποκλείονται από την Ανώτατη Εκπαίδευση, τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ελλάδα.
Αυτή η πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, πρώτα να απαξιώσει και στη συνέχεια να διαλύσει την ελληνική συλλογική εκπροσώπηση και εκπαίδευση, έρχεται να σκιαγραφήσει μια πραγματικότητα της οποίας οι πολιτικές συνέπειες θα κυνηγούν για δεκαετίες τη χώρα. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια διαδικασία απομύζησης εργατικού, πνευματικού και πολιτιστικού δυναμικού, η οποία πλαισιώνει την οικονομική και πολιτική επίθεση τόσο από μεριάς ελληνικής κυβέρνησης και των υποστηρικτών της όσο και από μεριάς Γερμανικού Ιμπεριαλισμού στον κόσμο της εργασίας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας θα είναι η οριστική απώλεια μιας γενιάς και η σταδιακή αποδόμηση του κοινωνικού και δημογραφικού ιστού της χώρας.
Όσο αγαπούμε τον μετανάστη και παλεύουμε για την προστασία της ιδιαιτερότητας και των δικαιωμάτων του, τόσο μισούμε τη μετανάστευση και τις αστικές τάξεις που εξυπηρετεί. Και η ολοένα και πιο σκληρή μεταναστευτική πολιτική του γερμανικού κράτους δίνει μια πολύ καλή εικόνα για τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η εισροή ανθρωπίνου δυναμικού από τις πληττόμενες χώρες της νότιας και ανατολικής Ευρώπης και δείχνει και τα όρια της δράσης του ΕΠΚ.
Πράγματι, οι γκασταρμπάιτερ του 50 και του 60 δεν ήταν και ούτε όφειλαν να γίνουν “κομμάτι της γερμανικής κοινωνίας”. Ζούσαν σε γκέτο, δε μάθαιναν γερμανικά και ήταν “φιλοξενούμενοι”. Έρχονταν για να προσφέρουν εργατική δύναμη και να φύγουν. Τριγυρνάνε ακόμα στα καφενεία και τις ταβέρνες, χωρίς να μπορούν να συμμετέχουν στην πλειοψηφία τους σε οποιαδήποτε κοινωνική διεργασία σε οποιαδήποτε γλώσσα και για οποιοδήποτε σκοπό.
Μετά ήρθε η μετανάστευση του 80. Τότε τα κλιμάκια της γερμανικής διοίκησης επιστράτευσαν τη λέξη “Integration” (ενσωμάτωση). Οι μετανάστες δεν ήταν πλέον φιλοξενούμενοι, έρχονταν για να μείνουν, δημιουργώντας όσο το δυνατό λιγότερα προβλήματα. Η πολιτική ενσωμάτωσης στόχευε στο σπάσιμο των γκέτο μέσα από τη μεταφυσική πίστη πως αν όλοι μάθουν Γερμανικά και δε φωνάζουν στο μετρό η γερμανική κοινωνία θα μπορούσε να τους αγνοεί χωρίς κόπο. Μείνε αλλά μην ενοχλείς ένα πράγμα.
Σήμερα είμαστε πλέον στο τρίτο στάδιο που κυριαρχείται από τις λέξεις “Partizipation και Empowerment” (συμμετοχή και ενδυνάμωση)[14]. Η κρίση δεν φέρνει πια μόνο χέρια, φέρνει και κεφάλια. Οι μετανάστες τώρα δεν αρκεί να δουλεύουν και δεν αρκεί να ενσωματωθούν. Πρέπει και να “συμμετέχουν”. Τα προγράμματα που προωθούνται είναι αυτά που κάνουν τον μετανάστη μέρος μιας διεργασίας που εισφέρει στο γερμανικό κράτος, προγράμματα έρευνας της αγοράς εργασίας και των αναγκών της. Η κουλτούρα πια δεν επικουρείται και η διαφορετικότητα δε γίνεται σεβαστή αλλά όχημα στελέχωσης του γερμανικού δημογραφικού κενού. Με άλλα λόγια: Στρατεύουμε τη διαφορετικότητα για να στηρίξουμε την αποτελεσματικότητα.
Στο πλαίσιο της στροφής αυτής σε μια πιο σκληρή και απαιτητική μεταναστευτική πολιτική το ΕΠΚ έχασε για τρείς μήνες την επιχορήγησή του από την Σύγκλητο του Βερολίνου, με αποτέλεσμα τώρα να βρίσκεται σε μεγάλο υπαρξιακό κίνδυνο[15].
Μπαλατζάρoντας, λοιπόν, ανάμεσα στην εγκατάλειψη από την ελληνική πλευρά και την εκμετάλλευση από την γερμανική, το ΕΚΠ δίνει έναν αγώνα τόσο απαραίτητο όσο και καταδικασμένο στα όριά του.
Στο πλαίσιο αυτού του αγώνα, καλούμε όλους τους μετανάστες τόσο στο Βερολίνο όσο και στις άλλες πόλεις να οργανωθούν μέσα στους συλλογικούς φορείς τους, να χτίσουν δίκτυα αλληλεγγύης και να παλέψουν ενωμένοι απέναντι στις εκμεταλλευτικές πρακτικές και στα ρατσιστικά στερεότυπα.
Καλούμε όσους αγωνίζονται στην Ελλάδα να μην ξεχνούν ότι και στο Βερολίνο υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται και αυτοί και στέκονται δίπλα σας, έστω και από μακριά, σε κάθε προσπάθεια και κάθε διεκδίκηση. Άνθρωποι που αναμένουν την ευκαιρία να γυρίσουν και να συνεισφέρουν.
Τέλος, το ΕΠΚ είναι εδώ ανάμεσα σε όλα τα παραπάνω και για έναν ακόμα λόγο: Περιμένει το κάλεσμα μιας λαϊκής ελληνικής κυβέρνησης για να συνεργαστεί και να συνεισφέρει σε πολιτικές επαναπατρισμού αυτής της χαμένης γενιάς, όταν έρθει η ώρα.
Καλή μας αντάμωση,
*Σερβιτόρα στο Βερολίνο,
Υποψήφια Διδάκτορας Ευρωπαϊκού Εργατικού Δικαίου και
Γραμματέας της Ελληνικής Κοινότητας Βερολίνου
[1]Από το 1955 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας συνέταξε διακρατικές συμφωνίες πρόσληψης εργαζομένων περιορίστου χρόνου με την Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Το εργατικό δυναμικό που ήρθε στη χώρα στο πλαίσιο αυτών των συμφωνιών (Anwerbeabkommen) χαρακτηρίστηκε ως Gastarbeiter, δηλαδή φιλοξενούμενοι εργαζόμενοι.
[8]http://gr-gemeinde.de/%CF%88%CE%AE%CF%86%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B7%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B4%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CF%86%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%B4%CF%81/
[9]http://gr-gemeinde.de/%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%86%CE%B1%CF%83%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%83%CF%85%CE%B3%CE%BA%CE%AD%CE%BD%CF%84%CF%81%CF%89%CF%83%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CE%B5%CF%81%CE%BF%CE%BB/
[10]http://gr-gemeinde.de/%CF%88%CE%AE%CF%86%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%AD%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BB/
[11]http://gr-gemeinde.de/h-e%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%B7-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1-%CE%B2%CE%B5%CF%81%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CE%B5-%CE%B1%CF%80%CF%8C%CF%86%CE%B1/
[12]http://gr-gemeinde.de/%CF%88%CE%AE%CF%86%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B3-%CF%83-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BA%CE%B2-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CF%83%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CF%8C/
Μέσα στον εγχώριο στρατό των προθύμων συνεργατών της νέας γερμανικής κατοχής, ο δήμαρχος Αίγινας παρευρέθηκε μεταξύ άλλων εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην 4η Ελληνογερμανική συνάντηση στη Νυρεμβέργη της Γερμανίας. Όπως μαθαίνουμε ανενδοίαστα από την επίσημη ιστοσελίδα του Δήμου μας ( http://www.aegina.gr/online/) εκεί συζητήθηκαν μεταξύ «ειδημόνων» «τα οικονομικά της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ένταξη στην αγορά εργασίας, η αγροτική ανάπτυξη, η διαχείριση του νερού, η μετανάστευση, η περιφερειακή πολιτική στην Ευρώπη, η προώθηση του τουρισμού και των ελληνικών ποιοτικών προϊόντων». Δεν μπορούμε ακόμα να γνωρίζουμε το τι υποσχέσεις έχουν δοθεί στους «ειδήμονες» αιρετούς μας άρχοντες, δεν μπορούμε επακριβώς να γνωρίζουμε για τις άτυπες και προφορικές συμφωνίες που έχουν πραγματοποιηθεί, μπορούμε όμως να γνωρίζουμε σε ποιους τομείς η νέα γερμανική κατοχή υπό την κάλυψη της τοπικής αυτοδιοίκησης επιθυμεί διακαώς να διαπρέψει. Το τοπικό μας μνημόνιο του «Καλλικράτη» ως συνέχεια του «Καποδίστρια» δεν είναι απλά ένα βαποράκι του χρήματος προς τους εργολάβους. Είναι και η σφραγίδα της νέας γερμανικής κατοχής υπό τη «νέα διοικητική μεταρρύθμιση». Πρέπει να οργανωθούμε και στην Αίγινα, για να τους συντρίψουμε.