Οι Αιγινήτες μαθητές του Κεντρικού Σχολείου (3)

Γεώργιος Χ’’ Ιωάννου Αργύρη από Ψαρά ετών 15 ο πατήρ του παροικος εις Αίγιναν φροντίζει δια αυτόν, τα Κοινά έμαθε εις το Αλληλοδιδακτικόν των Ψαριανών, τα ελληνικά ήρχισεν εις Συνέσιον και έπειτα εις τον Βαμβούκην και παρεδόθη Αίσωπον και Στοιχεία Ελληνικής Γλώσσης, εις έναρξιν του Πρωτότυπου Σχολείου κατετάχθη εκεί την δεκάτην Ιουλίου 1830 δι’ επιμόνου ζητήσεώς του μετεβιβάσθη εις την Γ’ τάξιν του Κεντρ. Σχολείου, ο αριθμός της οικίας του 193.

Ιδιόχειρον αυτού:

Μη καυχώ τα εις αύριον ου γαρ γυνόσκεις τι τέξεται η επιούσα.

Γεώργιος χα’’ν Ιωάννου αργύηρης.

Α 142

«Οι μαθητές του Κεντρικού Σχολείου» (1830-1834), Γιάννης Κοκκώνας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, εκδόσεις Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών ΕΙΕ, Αθήνα 1997

Οι Αιγινήτες μαθητές του Κεντρικού Σχολείου (2)

Γεώργιος Αρβανίτης Ψαριανός, ετών 13, πατήρ του ναύτης, έμαθε τα Κοινά γράμματα είς Αίγιναν. Ήλθε εις το Κεντρικόν Σχολείον την 18 Φευρ. Του 1830 και ήρχισε τα Ελληνικά.

«Οι μαθητές του Κεντρικού Σχολείου» (1830-1834), Γιάννης Κοκκώνας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, εκδόσεις Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών ΕΙΕ, Αθήνα 1997

Οι Αιγινήτες μαθητές του Κεντρικού Σχολείου (1)

Δημήτριος Κωνσταντίνου Αναστόπουλος Σαλωνίτης, ετών 14, ορφανός πατρός φροντίζει δι αυτόν ο προς μητρός θείος του Ηλίας Βλαχούτσικος, έμπορος και παροικών εις Αίγιναν, έμαθε τα Κοινά εις Σαλαμίνα, ηκολούθησεν Ελληνικά εις Αίγιναν εν έτος, ήλθεν εις το Κεντρ. Σχολέιον της 18 Φευρ. του 1830 και κατετάχθη εις την Δ’ τάξιν. Κατοικεί υπ’ αρ. 636

Ιδιόχειρον του Δ. Κ. Αναστασοπούλου:

Όστις δεν θέλει να εργάζεται δεν πρέπει και να τρώγη

Δημήτριος Κωνσταντίνου Αναστόπουλος

Α 198

«Οι μαθητές του Κεντρικού Σχολείου» (1830-1834), Γιάννης Κοκκώνας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, εκδόσεις Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών ΕΙΕ, Αθήνα 1997

…Κι όμως κάτι υπολανθάνει ακόμα μέσα στους Αιγινήτες…(1947)

ΑΙΓΙΝΑΙΑ ΕΜΠΟΛΗ (2)

Υπό ΣΤΥΛ. ΕΜ. ΛΥΚΟΥΔΗ, ακαδημαϊκού, υποναυάρχου ε.α.

 «…Τα αιγινήτικα κανάτια είναι πάντα περιζήτητα στους Αθηναίους, από τα σπητικά εκείνων που δεν υπήρξαν ούτε «μαυραγορίτες» ούτε «συνεργασθέντες» και που γι αυτό δεν έχουν ούτε φρινζιτέρ ούτε ψυγείο. Αναγκαία συνέπεια αφού Αθηναίοι και Αιγινήτες, έπαυσαν να υποβλέπωνται πλειά. Πόσοι Αθηναίοι δεν παραθερίζουν ή δεν θα ποθούσαν να παραθερίσουν στο ωραίο γειτονικό τους νησί; Πόσοι Αιγινήτες δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι στα Αθήνας και μέσα σ’ αυτούς πόσοι δεν έχουν ψηλές θέσεις στην κοινωνία, στην κρατική υπαλληλία, στις επιστήμες, στις τέχνες;

Κι όμως κάτι υπολανθάνει ακόμα μέσα στους Αιγινήτες, από την παληά τους υπόβλεψι μα εκδηλωμένο πλειά σε εκφυλισμένη, σε άκακη, σε έξυπνη εκδήλωσι;

Μπορεί κανείς Αιγινήτης να μου αναφέρει έστω και ένα μονάχα ξένο που δέκα λεπτά αφ’ ής πρωτοπατήση στη μπρος στο σπήτι Καλούδη προκυμαία, να μην έχει πάρη από τους αυταπάγγελτους νουνούς που ελλοχεύουν από τα τραπεζάκια των παραλιακών καφφενείων, παρατσούκλι πολύ τεριαστό του»;

ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ 1947, σελίδα 2

…όταν πρωτοπήγα στην Αίγινα, τον Ιούλιο 1903…

 

ΑΙΓΙΝΑΙΑ ΕΜΠΟΛΗ (1)

Υπό ΣΤΥΛ. ΕΜ. ΛΥΚΟΥΔΗ, ακαδημαϊκού, υποναυάρχου ε.α.

“…Μου θυμίζουν το νεράκι που μούφερναν, τ’ απόγευμα μόλις ξυπνούσα με τον καφφέ και την κουταλιά της βανίλλιας της καλοδεμμένης από τον μακαρίτη τον Κωστή Σχινά, στο ξενοδοχείο του Καρυδάκη, όταν πρωτοπήγα στην Αίγινα, τον Ιούλιο 1903, για να θεμελιώσω το μελλοντικό σπητικό του.

Δεν ήταν βέβαια το νερό της Ούλεν, από τη λίμνη του Μαραθώνος, ήταν κουβαλητό με τα καρράκια των «νερουλάδων» του Ντηλαβέρη και των αλλονών, σε βαρελάκια κομψά, από το πηγάδι του Μερηστού, της οάσεως αυτής του νησιού μας. Της στολισμένης με πλατανάκια, λευκίτσες, λιγαριές, πικροδάφνες, αρμπαρόρριζες, μαντουράνες,δυόσμους, βασιλικούς και γεράνια καταπόρφυρα. Νερό, πώς να το πω, με ουσία και γεύσι, μ’ ελαφράδα που δεν βάραινε το στομάχι διόλου.

Και ρώτησα μια μέρα την κυρά Μαρδικούλα, την ηλικιωμένη που εξυπηρετούσε το ξενοδοχείο, πώς έπαιρνε το νερό τους αυτή την ευχάριστη δροσερότητα.

-Να ‘ναι καλά του Προφήτ’ Ηλία τα’ ασπροχώματα και του Άη Δημήτρη των Λυκούρηδων κοντά στου Μπαρού. Μα κι ο Γκαρής και η τέχνη του. Μαζή όλ’ αυτά, κάνουν ξακουστά και στην Αθήνα ακόμα τα Αιγινήτικά μας κανάτια.

Κι αγόρασα αμέσως ένα τέτοιο κουμάρι διπλό, γιατί μ’ άρεζε πάντα να έχω νερό δροσερό. Όταν δεν φύσαγε και σ’ έπνιγ’ η λαύρα, τόβαζα στον ίσκιοι της ταρατσούλας του ξενοδοχείου κι έκανα χάζι να βλέπω το νερό που σιγά σιγά ξίδρωναν οι πόροι του…”

ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ 1947, σελίδα 2

Αίγινα 1934 – Η απόδραση των 8

αναδημοσίευση από το το A-politiko

Αίγινα 1934 – Η απόδραση των 8, μέρος πρώτο.

Νοε 24th, 2012 by 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Γκιώνη “Οι μεγάλες αποδράσεις”. Ένα βιβλίο του 1976

(εκδόσεις Τετράδιο) που περιγράφει περιπτώσεις αποδράσεων από κομμουνιστές κρατούμενους, μεταξύ του 1925 και του 1955 :

1) 1925, απόδραση του Ν. Ζαχαριάδη από το γεντί-κουλέ,

2) 1929, απόδραση του Ν. Ζαχαριάδη από την “Παλιά Στρατώνα”,

3) 1931, απόδραση των 7 και του δεκανέα από τις φυλακές Συγγρού,

4) 1932, απόδραση του Μ. Μπεζεντάκου από τις φυλακές Συγγρού,

5) 1933, απόδραση της Κ. Εμμανουηλίδου από τις φυλακές Αβέρωφ,

6) 1934, απόδραση των 8 από τις φυλακές Αίγινας,

7) 1955, απόδραση των 27 από τα Καμμένα Βούρλα.

Οι αποδράσεις αυτές πέρα από μία, αυτήν της Κ.Εμμανουηλίδου, είναι αποδειγμένο ότι οργανώθηκαν από -ή με τη βοήθεια του- κ.κ.ε. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη… Έγιναν σε πολύ ιδιαίτερες εποχές, χαρακτηρισμένες από έντονες κοινωνικές διεργασίες και αναταραχές. Από δυναμικά εργατικά και κοινωνικά κινήματα, από έντονες αντιπαραθέσεις εμφυλιακού τύπου καθώς και από κυριαρχία πολύ δεξιών συντηρητικών λογικών και πρακτικών, και σε επίπεδο κοινωνίας και σε επίπεδο κεντρικής εξουσίας.

Έγιναν λοιπόν τρομάζοντας και σοκάροντας το δεξιό κράτος της εποχής. Έγιναν ρεζιλεύοντας τους ανθρωποφύλακες και τα “σωφρονιστικά συστήματά τους. Έτσι και σήμερα, 97 χρόνια μετά την πρώτη από τις περιγραφόμενες αποδράσεις, το κράτος και η κοινωνία του, βρίσκονται σε αναταραχή. Ο καπιταλισμός, προσεγγίζει το ζενίθ του κι οι ανοχές όλο και περισότερων ανθρώπων, το ναδίρ. Οικονομική αφαίμαξη, αυξανόμενη καταστολή, απονοηματοδότηση εννοιών και αξιών, κατακερματισμός και αποξένωση, περιβαλλοντική καταστροφή, ανασφάλεια και φόβος.. Ένα εκρηκτικό μείγμα , που παρά το πέρασμα του χρόνου και την αναδιάρθρωση των δομών των διάφορων οικονομικών και πολιτικών εξουσιών, μοιάζει σε πολλά με την εποχή του βιβλίου αυτού. Και μέσα στην εποχή αυτή, ακούμε και βλέπουμε κατά καιρούς αποδράσεις από αστυνομικά τμήματα καθώς και από τα σιχαμένα κολαστήρια της ελληνικής δημοκρατίας. Πράξεις που ξεφτιλίζουν τα υπερσύγχρονα συστήματα ασφαλείας. Που φοβίζουν και οργίζουν το κράτος και τους μηχανισμούς του. Που στέλνουν ουσιαστικό μήνυμα ελπίδας και θάρρους στους υπόλοιπους φυλακισμένους αλλά και σε εμάς τους -ακόμη – εκτός : Κανένα κελί δεν περιορίζει την αγάπη μας για ελευθερία και το μίσος μας για κάθε εξουσία. Κανένας τοίχος δεν είναι αρκετός για να συγκρατήσει την παθιασμένη πορεία μας προς την ατομική και συλλογική κατάκτηση του αυτοκαθορισμού και της αυτοδιεύθυνσης.

Μπουρλότο και φωτιά σε κάθε φυλακή.

Εκείνο το πρωί της Τρίτης 8 Μάη 1934 στο παμπάλαιο συγκρότημα των φυλακών της Αίγινας, οι φύλακες κάναν μια από τις ρουτινιάρικες φροντίδες της ημέρας: πρωινό προσκλητήριο. Περνούσαν έξω από τα κελιά των φυλακισμένων, ρίχναν μια ματιά και φώναζαν τα ονόματα. Κ΄θε όνομα λαι “παρών”. Όλοι ακούστηκαν να είναι παρόντες, και κυρίως οι 83 κομμουνιστές που κρατιόντουσαν στη Γ΄ακτίνα, την επονομαζόμενη “κόκκινη ακτίνα”.

Το προσκλητήριο εκείνο σφραγίστηκε με την αναφορά που καταχωρήθηκε στις 9.30 στο επίσημο βιβλίο της επιθεώρησης των φυλακών:

“Επιθεωρήσαντες τας κλινοστρωμνάς, τους τοίχους και τα δάπεδα εύρομεν έχοντα αυτά εν τάξει τους δε κρατούμενους άπαντας καλώς έχοντας και παρόντας”.

 

Η βόμβα έσκασε μισή ώρα πιο μετά, όταν ο αρχιφύλακας Χατζόγλου περνώντας από την “κόκκινη ακτίνα “είδε” τον κρατούμενο Σακαρέλλο να κοιμάται κουκουλωμένος μέχρι την κορυφή, την ώρα που οι άλλοι σουλάτσαραν στο προαύλιο. – Ε , του φωνάζει, ξύπνα, 10 η ώρα!

Αλλά εκείνος δε σαλεύει. Μπαίνει μέσα, τον σκουντάει, και τότε αντιλαμβάνεται ότι το “πράγμα” που είναι στο κρεβάτι δεν είναι ο Σακαρέλλος, αλλά ένας σωρός από παλιόρουχα, κατάλληλα φτιαγμένα ώστε να φαίνεται σαν ανθρώπινο σώμα.

Μένει εμβρόντητος για μια στιγμή κι όταν συνέρχεται σημαίνει έκτακτο προσκλητήριο, οπότε οι απόντες βγαίνουν οχτώ!

-Πού είναι οι άλλοι, ρωτούν εναγώνια οι επικεφαλής της φυλακής που έχουν καταφτάσει εσπευσμένα. Κανένας από τους φυλακισμένους δεν απαντάει. Μερικοί μόνο χαμογελάνε. Η ερώτηση απευθύνεται σε έναν από τους “χαμογελαστούς”. -Δεν ξέρουμε ούτε και θα μάθετε, λέει εκέινος σαρκαστικά.

Η ίδια απάντηση βγαίνει και από τους άλλους.

 

Διατάζεται το κλείσιμο όλων των κρατούμενων στα κελιά τους, και αρχίζει μια απεγνωσμένη έρευνα κελί προς κελί, που δεν αποδίδει τίποτα.

Η απελπισία τους έχει φτάσει στο έπακρο, όταν τις πρώτες απογευματινές ώρες παρουσιάζεται σαν “από μηχανής θεός” ένας αγρότης που είχε το καλύβι του λίγο πιο έξω από τη φυλακή, για να τους πει ότι ανακάλυψε μια μεγάλη τρύπα κοντά στο πεζούλι του περιβολιού του, που δεν ήταν χτες και δίπλα πεταμένο ένα αμπέχωνο. Στο σημείο αυτό καταφτάνουν έπειτα από λίγο οι επικεφαλής της φυλακής. Ήταν δυνατό να έχει σχέση με την απόδραση;

Πριν χωθούν στην τρύπα που έχασκε μπροστά τους, έκαναν μια έρευνα γύρω. Στο δασάκι που άρχιζε πιο πέρα βρήκαν πεταμένα άδεια πακέτα τσιγάρα, σπίρτα, αποτσίγαρα. Εκείνο όμως που τους έπεισε ότι πέρασαν από εδώ οι δραπέτες, ήταν ένα σημείωμα που βρήκαν καρφωμένο σε ένα δέντρο. Έγραφε: “Είμαστε ασύλληπτα πουλιά, και όπως εφύγαμε εμείς, έτσι θα φύγουν και οι άλλοι”!

Η υποψία ότι η τρύπα του περιβολιού οδηγούσε σε κάποιο κελί, έγινε βεβαιότητα.

Λίγο αργότερα ένας ντόπιος σερνόταν μ” ένα σκοινί στο χέρι κάτω από τη γη, κι έφτανε στο κελί 7. Η σήραγγα μήκους 24 μέτρων και ανοίγματος ενός μέτρου, κατάληγε κάτω από το περβάζι του παραθυριού του κελιού αυτού, που ήταν το τελευταίο της “κόκκινης ακτίνας”.

Το ίδιιο απόγευμα -16 ώρες μετά την απόδραση- έφτανε στην αστυνομική διεύθυνση Πειραιώς και στο υπουργείο εσωτερικών, ένα κατπληκτικό τηλεγράφημα:

“Οι βαρυποινίτες κομμουνισταί Δημ. Σκαρέλλος, Ζανής Φλωράκος, Κ. Σαρίκας, Αβραάμ Δερβίσογλου, Ευάγγ. Θωμάζης, Απόστ. Κλειδωνάρης, Μόσχος Δουλγέρης και Ν. Βαβούδης, εδραπέτευσαν δια διατρήσεως υπονόμου. Ενεργούμεν τα δέοντα άνευ αποτελέσματος μέχρι στιγμής”.

Όπως ήταν φυσικό, το τηλεγράφημα αυτό αναστάτωσε τις αρχές και τους υπεύθυνους. Ο τ΄τοε υπουργός Ταλιαδούρος διέταξε ανακρίσεις και σε δηλώσεις του αναφέρθηκε στην άθλιακατάσταση των φυλακών, ενώ ο εισαγγελέας πειραιώς διέταξεμε τη σειρά του ανακρίσεις, στέλνοντας τον εισαγγελέα Οικονομόπουλο να παρακολουθήσει από κοντά την πορεία τους.

 

Ηαπόδραση τούτη πήρε μεγάλη έκταση στις εφημερίδες της εποχής, οι οποίες δεν έκρυβαν τον θαυμασμό τους για το εγχέιρημα. Να πώς την χρωματίζει σε ολοσέλιδη ανταπόκρισή του ο απεσταλμένος της “Ακροπόλεως” :

“Τύφλα να “χουν όλοι οι μυθιστοριογράφοι του κόσμου. Ό,τι συνέβη εδώ εις το τεράστιον μεν πανάρχαιον δε και “σαράβαλον” οικοδόμημα των φυλακών Αιγίνης και εξετυλίχθη με διαβολική μαεστρία, δεν υπάρχει γραμμένο εις καμίαν σελίδα κανενός και από τα πλέον τερατολόγα μυθιστορήματα. Οι 8 που έφυγαν και οι 75 που συνέπραξαν -83 εν συνόλω άτομα- όπως θα ίδωμεν κατέστρωσαν και εξετέλεσαν την “μεγαλειώδη” απόδρασιν -ξεπέρασαν και τους φαντομάδες και τους Ροκαμβόλ εις έμπνευσιν και εκτέλεσιν”.

Την προηγούμενη, η ίδια εφημερίδα, αναφερόμενη στην απόδραση των “κόκκινων φαντομάδων” όπως τους αποκαλεί, γράφει με δέος:

“Αι φυλακαί τους κρατούν εφ” όσον αυτοί το θέλουν! Όταν δεν το θέλουν, όταν τας…βαρεθούν, το ευκολότερον πράγμα δι” αυτούς, είναι να τας εγκαταλείψουν”!

 

Διαφορετική φυσικά είναι η στάση του Ριζοσπάστη. Την πρώτη ημέρα η είδηση δώθηκε σ” ένα λιτό δίστηλο με τίτλο : “Οχτώ σύντροφοί μας δραπέτευσαν προχθές από τις φυλακές της Αίγινας”.

Την επόμενη όμως, η θέση της εφημερίδας είναι ανοιχτά με το μέρος των δραπετών : “Οχτώ αγωνιστές της εργατικής τάξης δραπέτευσαν από τα μπουντρούμια της κεφαλαιοκρατίας”, γράφει σε ημισέλιδο τίτλο στην πρώτη σελίδα και ακολουθεί λεπτομερειακό ρεπορτάζ που αρχίζει έτσι :

“Η είδηση έσκασε σα μπόμπα… οχτώ σύντροφοί μας, παληοί αγωνιστές, βαρυποινίτες για την επαναστατική τους δράση, άφησαν “γειά” στα βαρειά σίδερα της ελληνικής δημοκρατίας. Αχρηστέψανε τις σκοπιές, τα κάστρα, τα κάγκελα και τα μπουντρούμια και φύγανε εκεί που τους καλεί το επαναστατικό τους καθήκον. Ο αστικός τύπος ξερνάει τη χολή του με επικεφαλής τον “Ανεξάρτητο” που ούτε λίγο ούτε πολύ, ονομάζει τους συντρόφους μας “εγκληματίες”. Οι αρχές της Αθήνας και του Πειραιά κινητοποιήθηκαν δραστήρια. Ο Σαρωνικός γέμισε ατμάκατες που ερευνούν τα καράβια μήπως… βρίσκονται μέσα οι κομμουνιστές. Άνω κάτω έγινε η Αίγινα, τα χωριά της, τα βουνά της, κι ακόμα η αστυνομία ψάχνει στον Πόρο, στα Μέθανα, στον Πειραιά, στην Αθήνα. Ψάχνει, ψάχνει παντού, μα πάει το πουλάκι πέταξε…”

 

Οι αστικές εφημερίδες συμπλήρωσαν τα δημοσιεύματά τους, κατά το προηγούμενο της Εμμανουηλίδου και του Μπεζεντάκου, με την πληροφορία ότι τους δραπέτες παράλαβε στα ανοιχτά του Σαρωνικού το σοβιετικό ατμόπλοιο “Νοβοροσίσκυ”, το οποίο είχε αναχωρήσει την ίδια νύχτα από τον Πειραιά για το Πορτ Σάιντ.

Η κατοπινή δράση τους δεν επιβεβαιώνει την πρόσθετη πληροφορία ότι βολεύτηκαν στη Σοβιετική Ένωση. Μερικοί απ” αυτούς όπως ο Σακαρέλλος, ο Φλωράκος, ο Θωμάζης και ο Δερβίσογλου, βρέθηκαν μεν στο εξωτερικό αλλά κατευθύνθηκαν στην Ισπανία, όπου έλαβαν μέρος στον Εμφύλιο πόλεμο, στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων. Ο Βαβούδης επέστρεψε αργότερα στην Ελλάδα και “αυτοκτόνησε το 1951 σε μια επίθεση της αστυνομίας σε ένα σπίτι στην Καλλιθέα όπου κρυβόταν, λίγο μετά αφ” ότου πιάστηκε ο Μπελογιάννης.

____________________

Αίγινα 1934 – Η απόδραση των 8, μέρος δεύτερο.

Νοε 30th, 2012 by 

Οι φυλακές της Αίγινας ήταν πραγματικά ένα παμπάλαιο και άθλιο κτίριο.Είχε κτιστεί στα χρόνια του Καποδίστρια και χρησιμοποιήθηκε αρχικά και για πολλά χρόνια, για στρατιωτική σχολή. Αργότερα έγινε ορφανοτροφείο και στη συνέχεια φυλακή.

Ήταν ένα ισόγειο πλακόστρωτο κατασκεύασμα με ξύλινη οροφή, που όπως όλα τα παλιά κτίρια, χωριζόταν από την κεραμόσκεπη στέγη μ” ένα μεγάλο κενό.

Οι 86 κομμουνιστές κρατιόντουσαν σε 10 συνεχόμενα κελιά (από 7-10 σε κάθε κελί) στην Γ΄πτέρυγα, ενώ στις άλλες κρατιόντουσαν οι ποινικοί. Όλοι μαζί έφταναν τους 600. Την ίδια εποχή σε άλλες φυλακές (Ιτζεδίν, Γεντί Κουλέ, κ.α.) κρατιόντουσαν περί τους 1000 κομμουνιστές.

Ο διαχωρισμός ποινικών-πολιτικών, κρινόταν αναγκαίος,

“διότι -γράφει η Ακρόπολις- η διεύθυνσις των φυλακών εγνώριζεν εκ πείρας ότι οσάκις τους διασκόρπιζαν εις όλα τα κελιά, οι μεμυημένοι εις τας ιδέας του Μαρξ “διεφώτιζαν” και τους άλλους, τους ποινικούς κρατούμενους, και “εσήκωναν τη φυλακή στο πόδι”.

Η απόδραση αποφασίστηκε από τους αρχηγούς της κολλεχτίβας των φυλακισμένων σε συνεννόηση με το Κόμμα. Κριτήριο για το ποιοί θα δραπετεύσουν ήταν κι εδώ η ποινή που βάραινε τον καθένα και οι ανάγκες που είχε το Κόμμα.

“Το Κόμμα – έδινε στο σημείο αυτό την ερμηνεία της η Ακρόπολις – όχι μόνον είχε αναάγκη των δραπετών, αλλά και ενός εντυπωσιακού γεγονότος δια να μάθει η πτωχή προλεταρία ότι αν η αστική πολιτεία εξαπολύει τρομοκρατίαν κι έχει φυλακάς, οι κομμουνισταί ξεύρουν να τας καταργούν”.

Το εγχείρημα παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες και απαιτούσε πολλή δουλειά και καλή “οργάνωση υποδοχής” απ” έξω. Αποφάσισαν να φύγουν με τη μέθοδο του λαγουμιού, μ” όλες τις δυσκολίες που παρουσίαζε.

Το πρόβλημα ήταν από πού θα άρχιζαν. Περισσότερο προσφερόταν ο χώρος κάτω από το πρεβάζι του παραθυριού του κελιού 7, που βρισκόταν μισό μέτρο πάνω από το δάπεδο: α) γιατί εκεί ο τοίχος έφτανε σε πάχος το ένα μέτρο, πράγμα που τους επέτρεπε να ανοίξουν μέσα στον ίδιο τον τοίχο το “πηγάδι” που θα οδηγούσε στο λαγούμι, β) μπορούσαν από τη θέση που βρισκόταν το παράθυρο να ελέγχουν εύκολα την έξω κίνηση, και γ) από “κει εξασφαλιζόταν ο ασφαλέστερος υπόγειος δρόμος προς την ελευθερία, αφού μόλις τέλειωνε το προαύλιο της φυλακής κι ένας μικρός δημόσιος δρόμος, άρχιζαν τα χωράφια και αμέσως μετά από ένα δασάκι απ” όπου μπορούσαν εύκολα να εξαφανιστούν.

Στο κελλί 7 έμεναν οι Κλειδωνάρης, Βαβούδης, Θωμάζης, Βέργος, και Μαρμαρέλης (πρώην αρχισυντάκτης του Ριζοσπάστη). Οι δύο τελευταίοι που δεν άκολούθησαν τους δραπέτες, στάθηκαν από τους βασικούς συντελεστές της απόδρασης. Στους πέντε αυτούς έπεσε και το μεγαλύτερο μέρος της πρακτικής δουλειάς.

 

Το έργο άρχισε ττρεις μήνες πριν τελειώσει. Σήκωσαν πρώτα το ξύλινο βαρύ πρεβάζι του παραθυριού και άρχισαν σιγά σιγά να “τρώνε” το εσωτερικό του. Βασικό εργαλείο τους το σιδερένιο πόδι ενός κρεβατιού.

Ένας δούλευε κι οι άλλοι κράταγαν τσίλιες. Μόλις έβλεπαν κάποιο κίνδυνο έβαζαν γρήγορα το πρεβάζι στη θέση του και το κελί ξανάβρισκε τη συνηθισμένη εικόνα του. Εκείνο που τους ευκόλυνε αρκετά στο έργο τους, ήταν ότι τα παραθυρόφυλλα βρισκόντουσαν στην άκρη της εξωτερικής μεριάς του τοίχου και ακόμα ότι ένα μέρος του παραθυριού ήταν μόνιμα καλυμμένο με εφημερίδες για να μην μπαίνει ο ήλιος στο κελί.

 

Είχαν υπολογίσει από πριν πού θα έβαζαν τα χώματα και τις πέτρες. Άνοιξαν μια τρύπα στον “τσατιμά” που κάλυπτε το ταβάνι, ανέβηκε ένας απάνω κι άρχισε να τραβάει μ” ένα σκοινί τα χώματα και τις πέτρες που έβαλαν σε σακούλες που είχαν φτιάξει με παλιόρουχα. Τις άδειασε και τις σκόρπισε κατά μήκος του ταβανιού.

Η δουλειά αυτή γινόταν συνήθως βράδυ. Μόλις τέλειωναν εφάρμοζαν στην τρύπα του ταβανιού δυό φαρδιές σανίδες ασβεστωμένες, από τον ασβέστη που η υπηρεσία παραχωρούσε, για λόγους καθαριότητας, πρόθυμα στους κρατούμενους.

Αργότερα, όταν τα μπάζα έγιναν πολλά, χρειάστηκε να κατασκευάσουν μικρά πατάρια, μεταξύ στέγης και ταβανιού, όπου συσσώρευαν τις πέτρες και τα χώματα.

Το ταβάνι εξ” άλλου, ήταν και οασφαλέστερος τρόπος επικοινωνίας με τ” άλλα κελιά. Όποιος χρειαζόταν άνοιγε εκεί μια τρύπα, ανέβαινε απάνω, προχωρούσε σκυφτά κι έφτανε στο 7.

Μόλις άνοιξαν ένα “πηγάδι” βάθους δυό μέτρων, άρχισαν να σκ΄βουν οριζόντια για το λαγούμι. Το έργο από εκεκί κι έπειτα παρουσιαζόταν αρκετά εύκολο, γιατί είχαν να κάνουν με μαλακό χώμα.

 

Οι σκαφτιάδες δούλευαν – κυρίως την ημέρα και σπάνια τη νύκτα- με βάρδιες που δεν ξεπερνούσαν τα 10 λεπτά, γιατί δυσκολευόντουσαν ν” αναπνεύσουν. Τενεκεδάκια με λάδι και φυτίλι τους φώτιζαν στο έργο τους.

Η φύλαξη των κρατούμενων εκείνα τα χρόνια δεν ήταν πολύ αυστηρή. Λιγότερο ακόμη αυστηρή ήταν η φρούρηση στην Αίγινα, όπου οι ενδεχόμενοι δραπέτες είχαν ν” αντιμετωπίσουν και το πρόβλημα της απομάκρυνσης από το νησί.

Όλη τη μέρα οι κρατούμενοι ήταν ελεύθεροι να σουλατσάρουν στο προάυλιο της φυλακής ή να ασχολούνται με έργα “ειρηνικά” – μαστορέματα, νοικοκυριό, κατασκευή διαφόρων σουβενίρ κτλ- και μόνο το βράδυ, μετά το καθιερωμένο προσκλητήριο, κλεινόντουσαν στα κελιά. Τα μέτρα έγιναν αυστηρά μετά την απόδραση.

 

Δουλεύοντας αλλά και υπολογίζοντας το μάκρος της υπόγειας διαδρομής, αφού πέρασαν σκάβοντας τον δημόσιο δρόμο, κατάληξαν πίσω από τη μάντρα ενός περιβολιού. Άνοιξαν μια μικρή τρύπα και κατόπτευσαν τον γύρω χώρο. Καμιά διακοσαριά μέτρα από “κει ήταν ένα μικρό καλύβι και κάμποσα μέτρα απέναντί τους άρχιζε ένα δασάκι. Την ξανάκλεισαν και ξαναγύρισαν στη φυλακή τους, για να προετοιμάσουν την τελική φάση του εγχειρήματος.

 

Στις 7 Μαϊου ημέρα Δευτέρα ήταν όλοι έτοιμοι. Και αυτοί που θα έγφευγαν και αυτοί που τους περίμεναν απ” έξω. Στους τελευταίους αυτούς ήταν και πάλι ο Θανάσης Κλάρας, ο οποίος είχε κάνει στις φυλακές Αίγινας στο τέλος του 1929 για 45 μέρες, για παράβαση του “ιδιώνυμου”. Στις ίδιες φυλακές ξανακλείστηκε ο Κλάρας το 1936 από τη δικτατορία του Μεταξά.

Εκέινο το βράδυ, όπως είπαν αργότερα οι φύλακες, επικρατούσε μεγάλη ευθυμία στην πτέρυγα των κομμουνιστών, λες και κάτι γιόρταζαν. Ένα από τα τραγούδια που έλεγαν και ξανάλεγαν κατάληγε σε τούτο το δίστιχο :

Ρία ρία ρο

θα σε πάρω Μαριγώ!

Στις 10 ή ώρα όμως, μόλις σήμανε σιωπητήριο, όλοι σταμάτησαν κι έπεσαν στα κρεβάτια τους. Την ίδια ώρα άρχιζε η προετοιμασία για την απόδραση.

Για τους κρατούμενους του 7 δεν υπήρχε πρόβλημα. Η τρύπα άρχιζε από το κελί τους. Έπρεπε όμως να περιμένουν και τους άλλους. Οι Δερβίσογλου, Σαρίκας και Δουλγέρης βρισκόντουσαν στο κελί 6, ενώ οι Σακαρέλλος και Φλωράκος στο 1. Και οι μεν όμως και οι δε ήρθαν από τον ίδιο δρόμο στο 7: από το ταβάνι. Σχετικά εύκολα οι πρώτοι. Κάπως πιο δύσκολα οι δεύτεροι αφού έπρεπε να περάσουν πάνω από έξι κελιά.

Όλοι οι κρατούμενοι κομμουνιστές συνεργάστηκαν εκείνη τη νύχτα, άλλος λίγο άλλος πολύ, για την απόδραση των συντρόφω τους.

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα βρισκόντουσαν και οι 8 στο κελί 7. Σήκωσαν το σκέπασμα του “πηγαδιού”, αποχαιρέτησαν τους Βέργο και Μαρμαρέλη που απόμειναν και άρχισαν ένας ένας να κατεβαίνουνκαι στη συνέχεια να σέρνονται στη σήραγγα που φωτιζόταν από τα λυχνάρια που είχαν τοποθετήσει κατά μήκος της.

Ο Βέργος κι ο Μαρμαρέλης έκλεισαν με φροντίδα το άνοιγμα του “πηγαδιού”, φούσκωσαν με παλιόρουχα τα κρεβάτια των συντρόφων τους που έφυγαν -το ίδιο έκαναν κι οι άλλοι που έμειναν στα κελιά 6 και 1- και ξάπλωσαν.

 

Με λίγα χτυπήματα από τους δύο πρώτους, η τρύπα στην άλλη άκρη της σήραγγας άνοιξε. Έριξαν μια αρπαχτή ματιά. Απόλυτη ησυχία. Ένας ένας έβγαινε και κατευθυνόταν στο δασάκι, όπου σε λίγο είχαν συγκεντρωθεί και οι οχτώ. Κοίταξαν προς τη μεριά της φυλακής. Απόλυτη ηλικία κι εκεί.

Σιγυρίστηκαν και κάθισαν στις πέτρες να φουμάρουν. Λίγο πριν κινήσουν κατά το γυαλό, κάποιος έριξε την ιδέα: \

-Δεν τους γράφουμε κι ένα ραβασάκι;

-Να τους γράψουμε.

Το κάρφωσαν σ” ένα δέντρο και ξεκίνησαν.

Μια βάρκα τους περίμενε στην ακροθαλασσιά. Δεν ήταν δική τους. Ήξεραν όμως ότι βρισκόταν εκεί κάθε βράδυ. Μόνο που ο ψαράς που την είχε έπαιρνε τα βράδια , για κάποια ασφάλεια, τα κουπιά. Τα αντικατάστησαν με δυό γερές σανίδες, έσπρωξαν τη βάρκα στη θάλασσα, μπήκαν μέσα κι άρχισαν να απομακρύνονται με απαλές κινήσεις. Η θάλασσα ήταν ήρεμη, ο καιρός καθαρός, είχε αρχίσει το καλοκαίρι.

Τρία μίλια από την Αίγινα βρίσκεται το νησάκι Μονή. Εκεί τους περίμενε μια βενζινάκατος με τους συντρόφους τους απ” έξω. Αντάμωσαν συγκινημένοι.

Δεν είχαν καιρό για χάσιμο. Άλλαξαν ρούχα. Λίγο αργότερα η βενζινάκατος κατευθυνόταν στον Σαρωνικό.

 

 

Η απόδραση των οχτώ της Αίγινας θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες αποδράσεις που έγιναν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Θαυμάστηκε απ” όλους – ακόμα και εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό ήρθαν για να μελετήσουν το άνοιγμα της σήραγγας – τραγουδήθηκε από τους κομμουνιστές και υπήρξε το πρότυπο της μεγάλης απόδρασης των Βούρλων που ακολούθησε 31 χρόνια αργότερα…

Η φυσιογνωμία της Αίγινας

Αυτό που διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη το ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό σώμα της Αίγινας είναι ο Τουρισμός. Ήδη από το 1947, χρονολογία έκδοσης του πρώτου τοπικού εντύπου με την ονομασία «Κήρυξ της Αιγίνης», κείμενα μεταξύ άλλων σε μεταπολεμική περίοδο «εθνικής ανασυγκρότησης» από πλευράς αστικής τάξης και διανόησής της, αναφέρονται στον τουρισμό. Χαρακτηριστικά, ένα από αυτά αναφέρεται για «…τον ευκολώτερον και βεβαιώτερον τρόπον αυξήσεως του εισοδήματος. Δηλαδή την εκμετάλλευσιν του «φρέσκου» αέρα, η οποία σοβαροφανώς καλείται Τουρισμός. Δι’ αυτήν θα βοηθήση ασφαλώς δια γενικότερους λόγους αυξήσεως του διεθνούς εν Ελλάδι τουρισμού και το κράτος, λόγω των περίφημων Αιγινήτικων αρχαιοτήτων…». Αέρας κοπανιστός, δηλαδή. Δεν ήταν όμως αυτή η εποχή που θα επέτρεπε έναν συνολικό σχεδιασμό παρόλο που ένας υποτυπώδης από τη δεκαετία του ‘30 με τη δημιουργία γραφείων τουρισμού σε πόλεις τις Ελλάδας, υπήρξε. Η Ελλάδα έβγαινε από τον πιο καταστροφικό πόλεμο στην Ιστορία, με χιλιάδες αστέγους, ορφανά, ανάπηρους, με κατεστραμμένες υποδομές, με υποτυπώδη παραγωγή, και έμπαινε σε ένα εμφύλιο πόλεμο. Το ελληνικό κράτος είχε προδιαγράψει την πορεία του σχετικά με την κατεύθυνσή του στον οικονομικό και πολιτικό τομέα εγκαινιάζοντας τον ψυχρό πόλεμο με τις αμερικανικές βόμβες ναπάλμ στο Γράμμο & Βίτσι. Έτσι κι αλλιώς, αν εξαιρέσουμε την περίοδο της αστικής κυβέρνησης Παπαναστασίου κι αργότερα μεταπολεμικά αυτής του Γεωργίου Παπανδρέου, η ελληνική Ιστορία και μέχρι τον πόλεμο αλλά και αργότερα μέχρι τη χούντα είναι ένα πεδίο μικρών και μεγάλων εμφυλίων, εναλλαγής κυβερνήσεων και δικτατοριών, πολεμικής ατμόσφαιρας και ανακατάταξης συνόρων, μετανάστευσης στην Αμερική-μετά από μια μεγάλη οικονομική κρίση στην πρωτογενή παραγωγή, υποδοχής προσφύγων και ειδικά μετά το 1923 όταν πάνω από 1.000.000, νέοι υπήκοοι, έλληνες από την Τουρκία, βρέθηκαν ανέστιοι και πένητες σε μια χώρα που ήδη το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της ήταν στο όριο της επιβίωσης. Ο «Τουρισμός» ήταν υπόθεση ενός μίγματος διανοουμένων και μέρους της αστικής τάξης, το οποίο συνδύαζε την ανάδειξη του αρχαίου κλέους ως απόδειξη εθνικής καταγωγής, με την μόρφωση, η οποία αποτελούσε αξία επέκτασής της. Ένας περιηγητικός-αρχαιολογικός «τουρισμός» δηλαδή ως δυνατότητα της κυρίαρχης τάξης στην ιδεολογική της αναμέτρηση με την Ιστορία και με τα «καλά» της επαρχίας. Καλοπέραση-φρέσκος αήρ και δουλειά για το έθνος (πλην εξαιρέσεων, βέβαια).

Η γενεαλογία του τουρισμού χωρίς να το γνωρίζει

Η Ελλάδα, όπως το μαρτυρούν οι άπειρες γκραβούρες, οι άφθονες περιηγητικές αναφορές από τα «ταξίδια» διανοουμένων, αρχαιολατρών, τυχοδιωκτών, ιεραποστόλων και πάσης φύσεως αποστολών, ήδη από τον 15ο-16ο αιώνα της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης μέχρι και τον 19ο αιώνα, ήταν στο επίκεντρο της αναζήτησης ταυτότητας από πλευράς των εθνικών αστικών τάξεων στην Ευρώπη που ήταν υπό διαμόρφωση. Ο κλασικισμός, το κυρίαρχο ρεύμα που διαπερνούσε την Πολιτική, την Τέχνη, τη Φιλοσοφία και τις Επιστήμες, έβρισκε στις όποιες προσλαμβάνουσες, την αρχαία Ελλάδα σαν το λίκνο και την αφετηρία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Το ταξίδι στην Ελλάδα και η γνωριμία με τις αρχαιότητές της ήταν η βασική προϋπόθεση τμήματος της αστικής τάξης δίπλα σ’ αυτού της οικονομικής τάσης για να μπορεί να τεκμηριώσει τις προβολές της και για να μπει στα πρώιμα θινκ τανκ των κρατικών σχηματισμών. Ο ρομαντισμός, κυρίαρχο ρεύμα,αργότερα, για τη συγκρότηση εθνικών κρατών (αν εξαιρέσουμε την μακρινή και πρώιμη Αγγλία η οποία στήριξε τον κρατικό της προορισμό κυρίως μέσω της αποικιοκρατίας) στηρίχτηκε στην αρχαία κλασική λογοτεχνία, φιλοσοφία και ιστορία, φορμαλιστικά και από άποψη έμπνευσης περιεχομένου. Έτσι, ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον αναπτύχθηκε έχοντας ως όχημα το ταξίδι και την επιτόπια έρευνα. Από κει και οι πρώτες αρχαιολογικές αποστολές οι οποίες λεηλάτησαν με τη βοήθεια των τοπικών αρχών τις ελληνικές αρχαιότητες μέχρι να καθιερωθούν ως οι αποκλειστικοί παράγοντες αργότερα για την ανάδειξή τους στην Ελλάδα. Σε όλα τα αρχαιολογικά ευρωπαϊκά μουσεία, η ύπαρξη ελληνικών αρχαιοτήτων υποδηλώνει όλη αυτήν την τάση και τη δίψα για ταυτοποίηση από τη μια αλλά και μια σοβαρή τάση κατάκτησης και νέας «διαχείρισης» της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς. Οι αρχαιότητες για την αστική τάξη μέχρι και το 1950-60, εποχή διεύρυνσης του δικαιώματος στη σχόλη (θερινές άδειες) της εργατοϋπαλληλικής τάξης της ανεπτυγμένης Ευρώπης, ήταν ο βασικός πυλώνας ενδιαφερόντων για το ταξίδι «αλλού». Από κει και το ρεύμα του φιλελληνισμού που ήταν και το εδάφιο για να δημιουργηθεί ένας δίαυλος που συνδύαζε το αυθεντικό ενδιαφέρον, την πολιτικής εξάρτηση και οικονομική διείσδυση μέσω δανείων, με πρώτο αυτό που αφορούσε το πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1930. Την «ανεξαρτησία» του ελληνικού κράτους.

Το νέο τουριστικό υποκείμενο και η αναζήτηση της χαμένης ελληνικότητας: μια συνάντηση που δεν έγινε

Έτσι, πριν το «Κορίτσια στον ήλιο» και την αέναη εισροή ξανθού και λευκού πληθυσμού από την Ευρώπη το θέρος, έχουμε τις αρχαιότητες ως προορισμό δίπλα στο αντιπροσωπευτικό μεσογειακό κλίμα και το ενδιαφέρον για την καθυστερημένη Ελλάδα και τους Έλληνες, τα περίεργα αυτά ζώα που συνεχίζουν να έχουν ένα τρόπο ζωής διαφορετικό, παρόλη την «μεγαλειώδη Ιστορία τους». Οι προαναφερόμενες δεκαετίες 1950-60 θα είναι καθοριστικές στην αλλαγή του περιεχομένου του ταξιδιωτικού προορισμού αλλά και στην αλλαγή του υποκειμένου του. Το υποκείμενο διευρύνεται σε ένα ιστορικό πλαίσιο αλλαγών που αργότερα καταφθάνει και στην Ελλάδα, ενώ για την Ελλάδα το’ 60 είναι η περίοδος που σημαντικό τμήμα της διανόησης (Σεφέρης, Ελύτης, Χατζιδάκης, Θεοδωράκης, Πικιώνης, Κωνσταντινίδης, Εγγονόπουλος, Τσαρούχης, Θεοτοκάς, Παπανούτσος, Μόραλης, Καπράλος, κλπ) αναζητά χωρίς δικαίωση, μια άλλη ελληνικότητα μακριά και πέρα από τις αφηγήσεις των ελλήνων «ρομαντικών». Γι’ αυτό και δεν μπορούν να συνδεθούν τα δυο ρεύματα. Το μεν πρώτο, εκ δυσμάς, επαρμένο και από οικολογικές ευαισθησίες, αλλοδαπό και πολιτισμικά κυρίαρχο, κυρίως νεολαιίστικο αναζητά την επαφή με τη φύση και τον έρωτα πλημμυρίζοντας τα ελληνικά νησιά με την παρουσία του, αργότερα το 1970 έως το 80, ενώ το δεύτερο της «χαμένης ελληνικότητας» έχει ήδη χάσει σε μια πάμφτωχη Ελλάδα, με χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους, με μια βιομηχανία που έχει απλωθεί με κίνητρα (π.χ. το φάγωμα των αποθεματικών των Ταμείων Ασφάλισης) καταστρέφοντας λίγο-λίγο το ελληνικό τοπίο, με μια νέα μετανάστευση προς όλες τις καπιταλιστικά ανεπτυγμένες χώρες της Υφηλίου και με τις αναφαινόμενες τάσεις αστυφιλίας που δημιουργούν την  Αθήνα-τερατούπολη. Χιλιάδες ταινίες που παρουσιάζουν τις ξεχωριστές τοπικότητες της Ελλάδας εκείνη την περίοδο παράγονται ενώ ξεκινούν και οι πρώτες συγκροτημένες καταγραφές εθίμων, δημοτικών τραγουδιών  κλπ., μια πρώιμη λαογραφία που αργότερα θα μπορούσε να στηθεί τόσο για την εξυπηρέτηση του εθνικού κορμού όσο και για την μετέπειτα μεταμοντέρνα πώληση «εδωδίμων και αποικιακών» προϊόντων. Ο τουρίστας με το σακίδιο που βουτάει τα γένια του στο καρπούζι, περιπατητής, με το αντίσκηνο για το βράδυ, που τη «βγάζει με ντομάτα και τυρί» είναι εκείνη την εποχή το στερεότυπο του διευρυμένου τουριστικού υποκειμένου που δημιουργεί πρότυπα. Αργότερα στην πιο καταναλωτική του εκδοχή που παρουσιάζουν οι ελληνικές τουριστικές ταινίες του 1960-70, συμπορεύεται με τον ακριβό τουρισμό του jet-set για άραβες μεγιστάνες, κροίσους και αστέρια του κινηματογραφικού θεάματος σε πολύ συγκεκριμένους και περιγεγραμμένους τόπους (πχ. Ύδρα, Μύκονος κλπ.). Τότε γεννιέται και ο τύπος του γκρικ λάβερ και της μάνας του που πουλάει στις ταβέρνες παστίτσιο και μουσακά. Αυτή είναι και η εποχή που πλέον πιο σοβαρά και ύστερα από την διεύρυνση μετοίκισης πολλών δυτικών και βορείων στην ελληνική περιφέρεια (σοβαρό δείγμα της αύξησης του ενδιαφέροντος), ξεκινάει ο τουρισμός ως μια κεντρική επιλογή του κράτους (χαρακτηριστικό της εποχής είναι η δημιουργία περισσότερων γραφείων, τουριστικής αστυνομίας και το χτίσιμο των ΞΕΝΙΑ) αλλά και αποκλειστική οικονομική επιλογή του μεγάλου παράλιου και νησιωτικού τμήματος της χώρας. Η ανάπτυξη του κοινωνικού τουρισμού στην Ευρώπη και πολύ αργότερα το 1990-2000 ως καρικατούρα στην Ελλάδα ανοίγει πλέον και τη δυνατότητα ίδρυσης γραφείων με τα πακέτα τουρισμού μέχρι και τα περίφημα διακοπο-δάνεια. Η θέσμιση και των θερινών αδειών για μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης μετά το ‘70, δίνει και τη δυνατότητα του ανοίγματος ενός νέου πεδίου οικονομικής ανάπτυξης που περιλαμβάνει την οικοδομική ανάπτυξη της τουριστικής υποδομής (ξενοδοχεία, ρουμς του λετ, διασκέδαση-επισιτισμός, εμπόριο κλπ) και του μόνιμου παραθερισμού, δηλαδή την επέκταση της δόμησης με μόνιμες εξοχικές κατοικίες. Αυτό όμως που πλέον αρχίζει και διαφαίνεται είναι η αλλαγή προτύπων με το καταναλωτικό να ξεπερνά το, ας πούμε «μορφωτικό» και «περιηγητικό». Δημιουργούνται όλο και πιο μόνιμες εστίες κατανάλωσης της φύσης με υποκατάστατα όλο και πιο βασισμένα στο αστικό τοπίο. Από τη χούντα η οποία στήριξε σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό την οικονομία της στην οικοδομική επέκταση και μέχρι σήμερα με την κρίση, παγιώνεται σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό ο τουρισμός ως η βιομηχανία των ατομικών τέρψεων. Από κει και μετά καθιερώνεται το «όλα για τον τουρίστα» μέχρι το «χαμογελάτε» της πάλαι ποτέ γιγαντοαφίσας-διαφήμισης του ΕΟΤ και της οριστικής ενσωμάτωσης των Υπουργείων Τουρισμού και Πολιτισμού λίγο πριν την περίοδο της έναρξης της οικονομικής κρίσης. Έτσι καθιερώνεται το πρότυπο του πρωτοκοσμικού αστού τουρίστα που επιθυμεί ένα επίπεδο αστικής κατανάλωσης σε ένα μη αστικό τοπίο που ολοένα και διαμορφώνεται πολύ γρήγορα αφού «η αγορά τρέχει», σαν τέτοιο για λογαριασμό του. Έτσι αποκτά από κείνη την περίοδο ραγδαία ένα πολύ σημαντικό τμήμα της Ελλάδας τουριστική συνείδηση, όταν η τοπική οικονομία της συνδέεται απόλυτα με τον τουρισμό και ο τουρισμός αποτελεί τον προνομιακό χώρο και χρόνο της καθημερινής προσδοκίας του μισθωτού και του επαγγελματία.

Συμπερασματικά:

Η εγκατάλειψη της πρωτογενούς παραγωγής που χαρακτήριζε μέχρι τότε τις κοινωνίες αυτές, τις μετέπειτα τουριστικές ζώνες, ήταν το μεγάλο βήμα για την οικονομική τους ανάπτυξη δίπλα στην υιοθέτηση προτύπων αστικής ζωής. Ο κοινωνικός μετασχηματισμός περνούσε μέσα από την καπιταλιστική ανάπτυξη, γεγονός που σήμαινε: υποβάθμιση του πρωτογενούς παραγωγικού τομέα και ανάπτυξη της τριτογενούς τουριστικής υπηρεσίας-οικοδομής (με την ανάπτυξη των συμπαρομαρτούντων ρίαλ εστέιτ-τουριστικών γραφείων-οικοδομικών επιχειρήσεων) , την ανάπτυξη μιας τουριστικής πολιτικής (που στο σύνολο των θεσμών της θα επέκτεινε αυτήν την τάση καταπατώντας κάθε κανονιστική διάταξη που ενέτασσε την πρωτογενή παραγωγή, τον περιορισμό της δόμησης και του σχεδίου πόλης, την ανάδειξη της ιδιαίτερης εθνικής φυσιογνωμίας μέσω της αρχιτεκτονικής, της Ιστορικής, περιβαλλοντικής φυσιογνωμίας και σ’ αυτό κινήθηκαν οι βασικοί παράγοντες της Πολεοδομίας και της Χωροταξίας) και τη διεύρυνση της επιβολής ενός καταναλωτικού μοντέλου μέσω της εμπορευματοποίησης των ελεύθερου χρόνου και της δημιουργίας ενός νέου οικονομικού κύκλου γύρω από αυτόν.

Η τουριστική ανάπτυξη στην Αίγινα

Το αίτημα

Στην Αίγινα, ήδη από τη δεκαετία του 60 ξεκινούν οι πρώτες αναφορές για την απομάκρυνση των Φυλακών και του τόπου εκτελέσεων των πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος. Στα πλοία της γραμμής στην κυριολεξία συνωστίζονται χωροφύλακες, μεταγωγικά οχήματα, κρατούμενοι μαζί με τουρίστες που έρχονται να απολαύσουν το φως της Αίγινας. Αυτή η τάση είναι που συμμαχεί και με τον αβάσταχτο πόνο του καθημερινού φτωχού ανθρώπου του νησιού που βλέπει τα αποσπάσματα να περιφέρονται στα καφενεία όταν την επόμενη έχουν να πραγματοποιήσουν δολοφονίες πολιτικών κρατουμένων. Η παραλία γεμίζει από τους επισκέπτες-συγγενείς και φίλους των πολιτικών κρατουμένων που μεταφέρουν τη μαυρίλα τους δίπλα στους τουρίστες και ντόπιους που επιθυμούν να αναπαραστήσουν τη Βουγιουκλάκη και τον Μπάρκουλη από την ταινία «Διακοπές στην Αίγινα». Ήδη, η Αγία Μαρίνα από τότε ξεκινάει να έχει μια αίγλη. Χιλιάδες συνωστίζονται στις καθιερωμένες πλέον αργίες, στα εκδοτήρια εισιτηρίων στον Πειραιά, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια θέση για το μαγικό προορισμό αφού ήδη «σε έναν πρόχειρο υπολογισμό με τον μακαρίτη Στρατηγό Π. Πετρίτη προπολεμικώς, επί 100 εισιτηρίων που εκόπτοντο εις την γραμμήν Σαρωνικού, τα 52 ήσαν μόνον δια την Αίγινα», όπως διατείνεται σε άρθρο του ο «Κήρυξ της Αιγίνης» το 1947. Η Αγία Μαρίνα, μακριά από τις φυλακές και με την πιο μεγάλη αμμουδιά, ομαλή, ήταν ο ιδανικός και ο πλέον κοντινός τόπος για να ξεκινήσει το τουριστικό όνειρο κι απολαβές του, μ’ αυτή τη μορφή και περιεχόμενο, στην Αίγινα. Για τουρίστες και ντόπιους. Η Σαλαμίνα ήταν ήδη ο «Γάγγης» των φτωχών συνοικιών της Αττικής, ήταν μια προέκταση της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης Περάματος και των εγκαταστάσεων του Πολεμικού Ναυτικού κι από παλιά ήταν ένας προορισμός που πολύ άμεσα έγινε μόνιμος και λόγω μιας αστραπιαίας μετακίνηση προς το νησί μέσω ενός σύντομου πορθμείου, κρατώντας για τον εαυτό της και τον όρο «Σαλαμινοποίηση» ως περιγραφή της δραστηριότητας που ενοποιεί οικιστικά τα μέρη της περιφέρειας.

Η διαμόρφωση του νέου και ενιαίου τουριστικού υποκειμένου: ο παραθεριστής και ο καταναλωτής ψευδαισθήσεων

Μαζί με τους ντόπιους, λίγοι εξ Αττικής αγοράζουν ήδη από τη μεταπολεμική περίοδο μεγάλες εκτάσεις στην Αίγινα είτε ξεπλένοντας το χρήμα τους είτε επενδύοντας με προοπτική. Κόβουν την αγροτική γη σε μικρότερα οικόπεδα και τις κατάλληλες στιγμές άνθισης της οικοδομικής δραστηριότητας, τη μοσχοπουλούν. Είτε ντόπιοι που αγοράζουν, είτε κυρίως ξενοκαρφίτες, συνιστούν το πρώιμο ρίαλ εστέιτ της Αίγινας, από το ‘70 δίπλα στην άνθιση της τουριστικής βιομηχανίας και στην ανάπτυξη των νταμαριών. Είναι μια περίοδος που η Αίγινα συγκρούεται για τους ίδιους λόγους: για την τροπή που θα έχει ο τουρισμός. Από τη μια τα νταμάρια του Τόγια κλπ. που αποκεντρωμένα και δίπλα στους επίσημους προορισμούς ήδη από τη δεκαετία του 70 (Άγιος Νεκτάριος, βυζαντινά εκκλησάκια της Παλια-Χώρας, Αφαία) κι από την άλλη φορείς που επιδιώκουν για λόγους τουριστικούς αλλά και ιδεολογικούς να τα προστατέψουν. Δημοσιεύματα της εποχής το καταμαρτυρούν: «…Σε δυο μεγάλους οικονομικούς συντελεστές στηρίζεται κυρίως η οικονομία της Αίγινας α)στο μοναστήρι Αγίου Νεκταρίου και β)στο Δωρικού ρυθμού Ναό της Αφαίας…» γράφει σε δημοσίευμα του 1977, συντάκτης της εφημερίδας «Βήμα της Αίγινας» για να τονίσει το αδιέξοδο της παράνομης λειτουργίας των νταμαριών που ήδη έχουν απαγορευτεί με προεδρικό διάταγμα από το ‘75. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Μάλλον όχι. Τα στίφη επισκεπτών του Αγίου Νεκταρίου που επισκέπτονται τον Άγιο για το θαύμα του, όπως και οι αρκετοί επισκέπτες της Αφαίας, ξένοι κυρίως για να θαυμάσουν το ναό, έχουν μια ευκαιριακή σχέση με τον τόπο. Είναι θρησκευτικός και αρχαιολατρικός τουρισμός του «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε». Αφού τακτοποιούν μαζικά, μέσα τους, την ατομική υπόθεση θαύματος ή του θαυμασμού, αποχωρούν για ψαράκι, χταποδάκι, φιστικάκι, ή για το, απ’ το σπίτι, «μαντιλάκι με τις ελιές και το ψωμάκι». Δεν θα παραμείνουν σ’ αυτές τις περιοχές να ζήσουν, έστω για κάποιες μέρες. Από την άλλη, παραθεριστικά και τουριστικά λόγω αλλαγής της φυσιογνωμίας του υποκειμένου του τουρίστα-παραθεριστή, αναπτύσσονται οι άλλες περιοχές της Αίγινας που όχι μόνο δεν υποφέρουν για το ό,τι έγκλημα συμβαίνει στα ιστορικά μνημεία της Αίγινας από τα νταμάρια, αφού απολαμβάνουν μπανάκι, φαγάκι, κρασάκι, ποτάκι, καμάκι και ντάνσιγκ αλλά επωφελούνται από αυτό, αφού τα οικοδομικά υλικά είναι και πιο φτηνά. Οι λίγοι πνευματικοί άνθρωποι-φίλοι του νησιού είναι απλά φίλοι του νησιού και δεν μπαίνουν σε καμιά διαδικασία σύγκρουσης με συμφέροντα της τουριστικής-οικοδομικής δραστηριότητας προτρέποντας πάντα διακριτικά «για την προστασία της αιγινήτικης αρχαίας κληρονομιάς και της φύσης» κι απολαμβάνοντας ως τμήμα της αστικής διανόησης τις αειφόρες διακοπές τους λύνοντας τα προβλήματα σε στενούς κύκλους και σε εκδόσεις ενδιαφέροντος που, λίγο έχουν να κάνουν με την πραγματικότητα και τον κοινωνικό μετασχηματισμό της εποχής. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο γίνονται «εχθροί του λαού» στην περίσταση της κατάργησης των 12 οικισμών της Αίγινας, το 1977, απόφαση που πάρθηκε πίσω, στα γρήγορα, από τη Νομαρχία Πειραιά. Ο Δημοτικός Σύμβουλος Αλεξίου και παλιός σημαντικός παράγοντας της Αριστεράς, διατυπώνει γραπτά στην πρότασή του για διαμαρτυρία του λαού της Αίγινας, όπως καταγράφεται από το «Βήμα της Αίγινας» το 1977: «…και ο λαός της Αιγίνης να συγκεντρωθή διαμαρτυρόμενος εναντίον της αποφάσεως και αυτών οι οποίοι παρεκίνησαν τους αρμοδίους αποκτώντας εις την Αίγινα κυριαρχικά δικαιώματα αγοράζοντας ένα κομμάτι γη και θέλουν να μας επιβάλλουν τας καλλιτεχνικάς των αντιλήψεις. Όχι κύριοι είστε φιλοξενούμενοι στο τόπο μας και δεν θα επιτρέψουμε να τον κάνετε ησυχαστήριό σας». Το ίδιο που συμβαίνει και σήμερα με τους πλουσίους μετοίκους καλλιτέχνες της Αίγινας. Δεν πολυμπερδεύονται στα πολιτικά. Απολαμβάνουν τα λεφτά τους και την ησυχία τους, στους μικρούς κλειστούς κύκλους τους, αναπαράγοντας τους εαυτούς τους σε καλλιτεχνικά γεγονότα ή σε συνάξεις τους στις βίλες ή αλλιώς «οικίες». Άντε το πολύ-πολύ να θίξουν ό,τι θίγει τις «οικίες» τους.

Η πρωτογενής παραγωγή και το φιστίκι ως διακριτό χαρακτηριστικό και σύμβολο

Έτσι η ραγδαία μετατροπή της αγροτικής γης σε τουριστική-οικιστική-εμπορική που ήδη εντοπίζεται από τη χωροταξική μελέτη του 1975 υπό το Υπουργείο Συντονισμού που παρέχει πλήθος στοιχείων συνολικά για τις κοινωνικές, οικονομικές, αισθητικές, τάσεις στην Αίγινα, ξεκινάει να εστιάζει σε ένα δείγμα αγροτικής παραγωγής που είναι και μοναδικό. Το φιστίκι. Ένα είδος πολυτελείας κι όχι καθημερινής ανάγκης, με μια καλλιέργεια που υπόσχεται καλό εισόδημα και εξασφαλίζει τη μοναδικότητα της Αίγινας στην τουριστική της προβολή. Παρόλο που επίσημα αναγνωρίζεται ως ΠΟΠ από την Ευρωπαϊκή Ένωση πολύ αργότερα το 1996, είναι το ξεχωριστό προϊόν που από τότε μεταφέρεται εύκολα μαζί με την θερινή ανάμνηση και την προσδοκία για τα «επόμενα» καλοκαίρια. Είναι η κινητή διαφήμιση παντού αφού στα γήπεδα, στα μπαρ, στο σαλονάκι με το ουίσκι, κανείς δεν αναφέρεται σε «κελυφωτά φιστίκια» αλλά σε «φιστίκια Αιγίνης» ως διάκριση από τα «αράπικα» και μετά τα «πίνατς» ακόμα κι αν τα κελυφωτά, αργότερα εισάγονται πολύ φτηνά από τη Μέση Ανατολή, τόπο άλλωστε προέλευσης της αιγινήτικης φιστικιάς. Είναι το διακριτικό της Αίγινας, το διακριτό της σύμβολο αφού οι σημασίες του αρχαιολογικού τουρισμού έχουν ήδη υποχωρήσει ενώ ο θρησκευτικός αρκείται με τα θαύματα του «Αγίου». Αυτό που εν τέλει και στις μέρες μας παγιώθηκε με τις διοργανώσεις των ΦΙΣΤ-ΦΕΣΤ από τον εκλεπτυσμένο αισθητικά, εστέτ, πρώην δήμαρχο Παναγιώτη Κουκούλη που προσδιόρισε την Αίγινα με μαυραγορίτικη αντίληψη, ως το έδαφος για το οποίο «η κρίση είναι ευκαιρία». Έτσι χάθηκαν τα περίφημα βερίκοκα, τα περίφημα αμύγδαλα, τα περίφημα σύκα και το λάδι της Αίγινας, έτσι χάθηκε ο περίφημος μούστος κι ένας κύκλος εργασιών συγκράτησης του νερού. Έτσι χάθηκε κάθε δυνατότητα παραγωγικής δραστηριότητας στην Αίγινα και πιθανές βιοτεχνικές εφαρμογές που θα εξασφάλιζαν την αξιοπρέπεια και επιβίωση του πληθυσμού. Και από μια καλλιέργεια που λόγω της βιολογικής ζωής της φιστικιάς που παράγει ρητίνη, δεν μπορεί να υπάρχει συγκαλλιέργεια, ενώ χρειάζεται πολύ νερό και ιδιαίτερη φροντίδα από λιπάσματα και χημικά φάρμακα.

Η νέα τοπική ιδεολογία

Από την άλλη η καθημερινή ζωή με τον τουρισμό δεν εκσυγχρονίστηκε ομαλά, αλλά υιοθετήθηκαν βαθμιαία, λόγω τουριστικής επιβολής και των οικονομικών ανταλλαγμάτων της, πρότυπα καταναλωτικής διασκέδασης «απελευθερωτικά» που δεν συμμερίζονται το πλούσιο αρχαιο-χριστιανικό της παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα επιβιώνει το συντηρητικό πρότυπο ενός νησιού με δεκάδες αγίους και οσίους σε ένα τοπίο, που, όπου και να ατενίσεις θα δεις και μια εκκλησία. Καρκατσουλιό και ορθοδοξία μαζί. Το καλοκαίρι ντίσκο και το χειμώνα εκκλησία. Είναι ο απαραίτητος συνδυασμός που αργότερα στην εποχή μας μετά το 1990 και το «τέλος των ιδεολογιών» και αναζήτησης νέων ταυτοτήτων θα καταλάβει την κυρίαρχη ιδεολογία του νησιού. Ως ιβέντ και εμπόρευμα. Ως ιδεολογία και χρήμα. Αρκεί να τραγουδούν οι ταμειακές μηχανές. Άγιος Νεκτάριος και Αμπράμοβιτς. Ιερά Πανήγυρις της Αγίας-Μαρίνας και κλάμπινγκ. Ανατολικές πουτάνες και λιτανείες. Σφηνάκι και θεία μετάληψη. Η Μύκονος του Σαρωνικού.

Η Αίγινα, ένα νησί που έγινε για 2 περίπου χρόνια, η πρώτη έδρα του ελληνικού κράτους μετά την άφιξη του Καποδίστρια και σε μια εποχή που η «ανεξαρτησία» της Ελλάδας παζαρευόταν στα πολιτικά σαλόνια της Ευρώπης, είχε από την αρχή της επανάστασης να αντιμετωπίσει αφενός την ένδεια κι ένα επίπεδο ζωής που έφτανε στα όρια της επιβίωσης (λίγα χρόνια πριν την επανάσταση είχαν αρχίσει να επαναποικίζουν τη Χώρα-Λιμάνι) κι αφετέρου την μεγάλη μετανάστευση από τα Ψαρά και τη Χίο, περιοχές που υπέστησαν ολοκληρωτική καταστροφή μετά το 1823-24. Η Αίγινα δεν είχε την τύχη μιας πρώιμης αστικής ανάπτυξης, όπως άλλες ευνοημένες περιοχές της Ελλάδας (είχε ήδη υποστεί μια φοβερή καταστροφή την εποχή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή), ούτε μορφωμένους και πλούσιους παροίκους στο εξωτερικό που να μεριμνούν, μ’ εκείνη την προκαπιταλιστική λογική (μόρφωση, υποτροφίες υποδομές, σχολεία, ιδρύματα κλπ.) για τον τόπο τους. Έτσι αν εξαιρέσει κανείς επί Καποδίστρια, τις πρώτες υποδομές του ελληνικού κράτους (νομισματοκοπείο, τυπογραφείο, ορφανοτροφείο-σχολείο, καλλιέργεια πατάτας, λιμάνι, δρόμους αμαξιτούς κλπ.) που έγιναν στην Αίγινα και έδωσαν εργασία και μια στοιχειώδη μόρφωση, η αλιεία, η σχετική κτηνοτροφία και μια αγροτική παραγωγή, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ήταν αυτά με τα οποία επιβίωνε φτωχά η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Από την άλλη η ναυτιλία με την οποία συμμετείχε προεπαναστατικά η Αίγινα με το μικρό της στόλο έχει ήδη υποστεί καταστροφή από τον πόλεμο αλλά και από την κρίση που έπληξε την ελληνική ναυτιλία (Ύδρα-Σπέτσες-Ψαρά) ή αλλιώς ελληνική πειρατεία, στις αρχές του 19ου αιώνα, η οποία δεν ήταν πλέον χρήσιμη, αφού άρθηκαν οι ναυτικοί αποκλεισμοί των μεγάλων δυνάμεων και ξεκίνησε να αναπτύσσεται νόμιμα, εκ νέου στις χώρες της Ευρώπης. Οι τελευταίοι πειρατές εντοπίζονται μάλλον από την Αίγινα, είναι Ψαριανοί πρόσφυγες, μαθημένοι σ’ αυτή τη δουλειά και καταστέλλονται από τον Καποδίστρια.

Η μετανάστευση και το επάγγελμα του ναυτικού ήταν αργότερα στο δεύτερο μισό του 19ου τα επαγγέλματα που έφερναν χρήμα στο νησί. Αργότερα η ανάπτυξη της σπογγαλιείας και η προσωρινή ξενιτιά της, έφεραν αρκετό χρήμα στο νησί. Δεν θα μπορούσε να μετατραπεί όμως σε μια διαφορετική ιδεολογία αφού δεν μπορούσαν να φέρουν ιδέες. Οι σπογγαλιείς δεν έφερναν βιβλία και νέες ιδέες. Χρήμα έφερναν, μαζί με τη θύμηση των νεκρών ή ανάπηρων που έφερναν χτυπημένων από τη νόσο του δύτη. Όταν έρχονταν με χρήμα είχαν μια συνήθεια: να πυροβολούν γεμάτα βαρέλια με ρετσίνα στα καπηλειά που διασκέδαζαν. Από την άλλη δυο οικογένειες μοιράζονταν το όφελος από το σφουγγάρι που επεξεργαζόταν και έφευγε για την Ευρώπη και μια δυνατότητα επεξεργασίας των σφουγγαριών για την Ευρώπη. Και κυρίως για την Αγγλία. Η εταιρία «Μπράουν» ήταν η μια που εκμεταλλευόταν στο έπακρο την εργασία και τον κόπο εκατοντάδων ανθρώπων στην Αίγινα μαζί με τις άλλες δουλειές της να μοσχοπουλά αρχαιότητες στο διεθνές κύκλωμα αρχαιοκαπηλίας.

Οι ελάχιστες προσπάθειες πνευματικών ανθρώπων της Αίγινας, μετρημένων στα δάχτυλα, δεν θα μπορούσαν να αλλάξουν δραστικά το ιδεολογικό τοπίο το οποίο όριζε η τοπική εκκλησία η οποία σαν μεγάλος τσιφλικάς είχε τους εργάτες γης, δουλοπάροικους και κολλήγες, ενώ δεν έλαβε μέρος καμιά ανάπτυξη δευτερογενούς τομέα ώστε να εισαχθούν συνδικαλιστικές ή εργατικές, σοσιαλιστικές αντιλήψεις σε αντίθεση με άλλα αστικά κέντρα (Σύρος, Πάτρα, Βόλος, Αθήνα, Θεσσαλονίκη κλπ.). Επίσης δεν υπήρχαν ζητήματα ιδιοκτησίας γης-τσιφλικάδες προκειμένου να αναπτυχθεί, όπως αργότερα αναπτύχθηκε το αίτημα του αναδασμού της γης, όπως συνέβη στη Λάρισα στις αρχές του 20ου αιώνα. Η στοιχειώδης εκπαίδευση που παρείχε η τοπική αυτοδιοίκηση μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν πραγματικά στοιχειώδης και αντιστοιχούσε στην καθυστερημένη επαρχία. Έτσι και τα διάφορα πολιτικά γεγονότα λίγο μπορούσαν να επηρεάσουν τη ζωή της Αίγινας. Η κατοχή για παράδειγμα ήταν μια περίοδος, με αρκετούς νεκρούς από το λιμό, που έχει περιγραφτεί με τον πιο θαυμαστό τρόπο στα διηγήματα της Ιουλίας Περσάκη, στην οποία συνέβησαν απλώς μερικά ευτράπελα, όπως αυτό το χαρακτηριστικό με τον Βράσε-Ρύζη ή το γεγονός στο Λεόντι. Κάτι συνθήματα γράφτηκαν ένα βράδυ σ’ ένα επιταγμένο κτίριο από τους Γερμανούς από την αδελφή του Κώστα Χάνου, συνελήφθη, φυλακίστηκε στου Αβέρωφ και αφέθηκε ελεύθερη μετά από κάποιο σχετικό χρονικό διάστημα κι αυτό ήταν όλο. Δεν υπήρξαν πράξεις κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης στην Αίγινα.

Κάθε τι που εισαγόταν στην Αίγινα όπως και σε κάθε περιοχή της Ελλάδας με αντίστοιχη ιδεολογική-οικονομική κατάσταση δεν ήταν παρά μια νέα υπόσχεση για την οικονομική αναβάθμιση του νησιού. Έτσι «έπιασε» και η καλλιέργεια της φιστικιάς. Οι απελευθερωτικές ιδέες της Αριστεράς δεν μπόρεσαν ποτέ να «πιάσουν» στην Αίγινα. Οι λίγοι αριστεροί, μεταπολεμικά διώκονταν σαν «κομμουνιστές» έχοντας το στίγμα του κακού, ενώ οι φυλακές της Αίγινας που «φιλοξένησαν»-βασάνισαν χιλιάδες αγωνιστές της αριστεράς από το μεσοπόλεμο και οι τόποι εκτελέσεων-δολοφονίας ήταν πάντα ένα σίγουρο φόβητρο. Όταν μάλιστα το έχεις και τόσο δίπλα σου. (Υπάρχει μια καταπληκτική συνοδοιπορία το ‘60 την εποχή για τις Φυλακές. Δημοσιεύματα και μαρτυρίες μιλούν από τη μια για τους ανθρώπους δεν άντεχαν να βλέπουν βασανιστήρια και εκτελέσεις δίπλα τους κι από την άλλη οι παράγοντες εν Αθήναις που ζητούσαν να απομακρυνθούν οι Φυλακές και ο τόπος εκτελέσεων-όχι να σταματήσουν, για να αναπτυχθεί η Αίγινα τουριστικά. Και για αυτό λόγο προέκυψε η Αγία Μαρίνα. Μακριά απ’ τις Φυλακές, χωρίς μεταγωγικά και αποσπάσματα εκτελεστών, μια μεγάλη παραλία περίμενε τους τουρίστες.)

Οπότε και με τη διαρκή μετάβαση προς τα αστικά δημοκρατικά πρότυπα, η Αίγινα ήταν ένα τσιφλίκι πολιτικών που έδιναν ένα «τσουβάλι μπαμπακόπιτα» εξασφαλίζοντας με μια υπόσχεση την ψήφο. Απ’ τον Κάντζια, δημοφιλή φιγούρα του κόμματος των Φιλελευθέρων της μεταπολεμικής Αίγινας μέχρι και τον Καρύδη του ΠΑΣΟΚ που ανέλαβε σχεδόν εργολαβία την Αίγινα μέχρι και τις τελευταίες εκλογές, ήταν οι ήρωες της Αίγινας, στους οποίους πρόστρεχαν σε κάθε περίσταση και συνεχίζουν μέχρι σήμερα: για το θέλημα. Είτε για δημόσιο αγαθό όπως π.χ. το δημοτικό σχολείο Βαθέως που «έχτισε» ο πρώην υπουργός Καλός (με ταχεράκιατου), μέχρι το ιδιωτεύον (διορισμοί, μεταθέσεις, τοποθετήσεις, πολεοδομικά, παρανομίες, συλλήψεις κλπ.).

Σε αυτό το πλαίσιο υπέρβασης της ένδειας, η υπόσχεση του τουρισμού και της πώλησης γης μπόρεσε να καρποφορήσει ως βασικός προσανατολισμός, ως μονοκαλλιέργεια με τα νέα πρότυπα του καταναλωτή παντός εμπορεύματος.

Τα 200 μέτρα της παραλίας της πόλης της Αίγινας και ο Δήμος της

Αυτό που ζούμε στην Αίγινα ως 200 μέτρα της παραλίας ξεκίνησε σχεδόν μετά την κατάργηση των Φυλακών της Αίγινας και την απόδοση του κτιρίου στο Υπουργείο Πολιτισμού προκειμένου να ιδρυθεί μέσα από μια καταστροφική μανία ενάντια στην Ιστορία, ένα διαχρονικό Μουσείο. Στη συνέχεια για πολλούς λόγους προέκυψε από το 1990 και μετά ο μαρασμός της Αγίας Μαρίνας. Αποφασιστική σημασία είχε η εφαρμογή του Νόμου Καποδίστριας και ο νεοσυγκεντρωτισμός με την επίφαση της «αποκέντρωσης». Αυτό που συνέβη στην Αίγινα, συνέβη περίπου σε όλη την Ελλάδα. Ευνοήθηκαν οι έδρες των νέων συνενώσεων και παραμελήθηκε η περιφέρεια. Με απλά λόγια: Τα χρήματα έπεφταν στην κυριολεξία σε μια περιοχή. Εν των μεταξύ υπήρχαν και αλλαγές στην αγορά που αφορούσαν το νέο αεροδρόμιο και τη μεγαλύτερη ευκολία για πιο εύκολες πτήσεις προς τα νησιά του Αιγαίου, τις αλλαγές προορισμών από τα διεθνή τουριστικά γραφεία (π.χ. προβολή των φτηνών μικρασιατικών παραλιών), τη βαθμιαία υποβάθμιση του κοινωνικού τουρισμού που μέχρι τότε εξασφάλιζε ένα σίγουρο εισόδημα σε ξενοδόχους, την αλλαγή του νομίσματος σε ευρώ κλπ. Όλες αυτές οι αλλαγές δεν μπορούν να αιτιολογήσουν το γιατί συγκεντρώθηκε στην πόλη της Αίγινας βαθμιαία ο τουρισμός. Εκείνο που μπορεί να δώσει μια εξήγηση είναι ότι μέσα στο πλαίσιο αλλαγών του υποκειμένου «τουρίστας», το καταναλωτικό, γρήγορο και εύκολο δίπλα στην ανάπτυξη της ακτοπλοΐας προς το λιμάνι της Αίγινας και σε έναν συνδυασμό μιας όλο και πιο συγκεντρωτικής οικονομίας, έφτιαξαν έναν νέο τουρισμό της παραλίας της πόλης. Αυτό που συμβαίνει σε όλα τα νησιά και σε όλες τις παράλιες περιοχές της Ελλάδας. Η ανάπτυξη των τουριστικών κέντρων με το ιστορικό τους παρελθόν που μοιάζει περισσότερο με το μοντέλο ζωής που μπορεί να παρέχει τα πάντα. Ήρθε κι έδεσε η αστική αναζήτηση με το αντίστοιχο πρότυπο για τον τουρισμό. Είναι μια διαδικασία αργή η οποία εκφράζει αυτόν τον μετασχηματισμό σε επίπεδο αλλαγών στην οικονομία και στους θεσμούς.

Για την Αίγινα γύρω στη δεκαετία του ‘80 ξεκινάει η προπαγάνδα για την ανακαίνιση των ιστορικών κτιρίων της, το σώσιμο της νεοκλασικής της αρχιτεκτονικής που συνδυάζεται με το αιγαιοπελαγίτικης έμπνευσης χρώμα και δημιουργείται ένα ενδιαφέρον για την πόλη. Γύρω στη δεκαετία του ‘90 η καμπάνια για την «πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδος», με μια λειτουργική χρήση της Ιστορίας που «πουλάει», σταθεροποίησε αυτήν την τάση ώστε η Αίγινα τα ταυτίζεται με την πόλη της. Μια διαρκής τάση εγκατάστασης των κατοίκων της περιφέρειας στο κέντρο αδρανοποίησε τις όποιες τοπικές δυνάμεις με πρώτο και καλύτερο θύμα το μικρό μονοθέσιο ή ολιγοθέσιο σχολείο που έπαψε να υπάρχει από τις δεκάδες παράνομες μετεγγραφές μαθητών της περιφέρειας στα «καλά» σχολεία της πόλης της Αίγινας. Από την άλλη παρέμεινε «με δόντια και νύχια» το λιμάνι στην πόλη παρόλα τα σχέδια για μεταφορά του στο Λεόντι με αποτέλεσμα η ανάπτυξη της ακτοπλοϊκής γραμμής που έχει ήδη σαν πρώτο της προορισμό την Αίγινα να σταθεροποιήσει αυτήν την τάση. Έτσι μια περεταίρω αστικοποίηση του νησιού στην οικονομία και στις συνήθειες έδωσε αυτή τη μορφή που έχει το κυρίαρχο τουριστικό ρεύμα. Ένα ρεύμα χωρίς προορισμό, χωρίς συγκεκριμένο στόχο πέρα από την «απόδραση» που το ταξίδι είναι «για ένα καφέ» ή «για ένα ποτό» ή «για ένα μπάνιο» και «πεταγόμαστε και μέχρι τον Άγιο». Τουρισμός του «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε» αν προσθέσουμε και τις προσπάθειες που έγιναν στην ίδια κατεύθυνση, με σκοπό τον τουρισμό ενδιαφέροντος. Με κυρίαρχο το ΦΙΣΤ-ΦΕΣΤ, ο τουρισμός ενδιαφέροντος χωρίς καμιά χωροταξική διάθεση, διανθίστηκε από: μπιτς βόλει, τζετ σκι, γαστρονομία, φεστιβάλ Ντόρας Μπακοπούλου, αγώνες μοντελισμού, ποδηλατοδρομίες, επίδειξη κλασικού οχήματος, εντούρο διαδρομές στο δάσος, πεζοπορία στο δάσος, συνέδριο για την Ιστορία κλπ. Τέλος το πιο ενδιαφέρον αφορά την προώθηση των ντραγκς για πλούσιους, όπως και την προώθηση των γυναικών. Χαρακτηριστικό επεισόδιο αναφέρει δημοσιογράφος για ταβέρνα της παραλίας όπου στο τραπέζι μιας παρέας «ιδιαίτερης», «σερβίρεται» στον «αρχηγό» από τους μπράβους του, ξανθή ανατολικοευρωπαία καλλονή. Αν συνδυάσουμε και την αγάπη του Αμπράμοβιτς για τον Άγιο Νεκτάριο, ο χαρακτηρισμός «Μύκονος του Σαρωνικού» μάλλον σε λίγα χρόνια θα είναι πολύ ήπιος. Αυτά είναι λοιπόν τα 200 μέτρα της παραλίας από την «Αύρα» μέχρι τη «Ρέμβη» και τις μικρές τους προεκτάσεις σε ελάχιστα σημεία του νησιού. Όλα εδώ. Έτσι συνδέεται και το «δώρο»-δήθεν πεζοδρόμιο με ένα άλλο κατάστημα και το απαραίτητο θερμοκήπιο, στους ιδιοκτήτες της παραλίας από τον προηγούμενο δήμαρχο. Όλα εδώ. Στην παραλία. Από δω «βγαίνει» και ο δήμαρχος και «κλείνονται» όλες οι δουλειές για το νησί.

Επίλογος ως αναγκαίο υστερόγραφο

Αν θα μπορούσε να αποκτήσει μια χρησιμότητα αυτή η ανάλυση πρέπει συμπερασματικά να σταθεί ο αναγνώστης στα εξής σημεία που αφορούν το δημόσιο χώρο και τις προσπάθειες ανάδειξής του ως χώρου αγώνα:

-Έλλειψη πολιτικής κουλτούρας και αναφορών αντίστασης-τουριστική ιδεολογία-άγνοια αστικών δικαιωμάτων

-Σταθερή προσκόλληση στα πρόσωπα των κομμάτων της αστικής πολιτικής και των τοπικών προεκτάσεών τους καθώς και στον εκκλησιαστικό παράγοντα

-Άκριτη υιοθέτηση κάθε «νέου» οικονομικού προτύπου που «υπόσχεται»

-Άκαιρες, ασυνεπείς, ασυνεχείς και ασύμβατες προσπάθειες ανάδειξης του δημοσίου χώρου

Για το, ας το πούμε, «πολιτικό καφενείο» Αίγινας

για το πρώιμο εργοστάσιο νερού στην Αίγινα, στα 1977

Όσοι διάβασαν τον ποταμό-επιστολήτου δημάρχου Αξιώτη προς τον υδρομεταφορέα της εποχής 1977, Μπακόπουλο, θα έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν και την απάντηση Μπακόπουλου που δημοσιεύει το αριστερό «Βήμα της Αίγινας» χωρίς σχολιασμό από πλευράς του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι η εν λόγω εφημερίδα σε άλλο της άρθρο, παράλληλο προς την επιστολή, υπερθεματίζει –εμμέσως, πλην σαφώς- σε επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο τότε υδρομεταφορέας για την ακαταλληλότητα των πηγαδιών που υδροδοτούν το δημοτικό δίκτυο ύδρευσης στην Αίγινα, γεγονός όχι απίθανο. Η συνθετότητα του προβλήματος νερό στην Αίγινα από τότε, όπως και η πρώιμη μπίζνα φαίνεται να είναι οι προπομποί του σημερινού μας αδιεξόδου. Διαβάστε προσεκτικά από το «Βήμα της Αίγινας», ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΙΟΥΝΗ, ΤΙΜΗ ΦΥΛΛΟΥ 4 ΔΡΧ., ΧΡΟΝΟΣ Δ΄, ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 51:

«…Γιατί ο Δήμος παίρνει νερό από πηγάδια που δεν πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την προστασία της υγείας μας; Γιατί ο Δήμος αγνοεί τις απαγορεύσεις και υποδείξεις του Τμήματος Υγιεινής της Νομαρχίας; Γιατί το χρέος του Δήμου προς την εταιρία που φέρνει νερό στην Αίγινα έχει ξεπεράσει τα 4.500.000 δρχ.;

Σ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα ο Δήμος έριχνε νερό στις δεξαμενές, από 4 ιδιωτικά πηγάδια, πράγμα που συνεχίζεται και σήμερα, χωρίς την έγκριση της υπηρεσίας του Τμήματος Υγιεινής. Η αρμόδια υπηρεσία με έγγραφό της στις 14 Μάρτη 1977, πληροφορούσε το Δήμο για τις απαραίτητες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα πηγάδια από τα οποία υδρεύεται η Αίγινα. Και το έγγραφο κατέληγε: «Μετά το πέρας των εργασιών προστασίας των πηγαδιών, παρακαλούμε να ειδοποιήσετε την υπηρεσία για διενέργεια δειγματοληψίας για χημική και μικροβιολογική εξέταση». Η Δημοτική αρχή όμως αγνόησε τις συστάσεις του Τμήματος Υγιεινής … Αποτέλεσμα τούτου  ήταν να καταγγελθεί το γεγονός στην αρμόδια υπηρεσία Υγιεινής η οποία με έγγραφό της στις 30 Απρίλη 1977, ζητάει τη διακοπή υδροληψίας από τα πηγάδια που τα χαρακτηρίζει ότι «στερούνται επιφανειακής προστασίας και δεν έχουν τύχει της αδείας της προβλεπομένης από τον Υγειονομικό Κανονισμό». Το έγγραφο αυτό δεν διαβιβάστηκε σε κανένα από τα Δημοτικά Συμβούλια… Το ίδιο το νερό είναι ακατάλληλο για πόσιμο. Αυτό ακριβώς δηλώνει ρητά και το έγγραφο της 20ης Μάη 1977, που έστειλε η Υπηρεσία Υγιεινής προς τον Δήμο. Σύμφωνα με το ίδιο το έγγραφο, επιτρέπεται να παίρνει ο Δήμος νερό από τα πηγάδια ΜΟΝΟ σε περίπτωση ΑΙΧΜΗΣ και ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ πλυσίματος πιάτων, ρούχων, ατομικής καθαριότητας και ΟΧΙ για πόσιμο. Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να γίνει αυτός ο διαχωρισμός στη χρήση νερού, το συμπέρασμα που βγαίνει από το παραπάνω έγγραφο είναι ότι ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ο Δήμος να ρίχνει νερό από τα πηγάδια στις δεξαμενές του… πρώτο και κύριο υπονομεύει την υγεία των κατοίκων και δεύτερο αναγκάζει το Δήμο να παραβιάζει τις συμβάσεις που ο ίδιος υπέγραψε μ’ αποτέλεσμα να εμπλέκεται σε δικαστικούς αγώνες με την προμηθεύτρια εταιρία νερού… το χρέος καθημερινά ανεβαίνει και έφτασε τα 4.500.000 δρχ. τη στιγμή που η τιμή αυξάνεται και οι πληρωμές από τους δημότες γίνονται κανονικά και το ποσό που εισπράττεται υπερκαλύπτει το κόστος αγοράς νερού… Έπειτα υπάρχει μια εντελώς ακατανόητη ενέργεια της Δημοτικής Αρχής. Όταν ξηλώθηκε το μουράγιο από την παλιά προβλήτα μέχρι την Παναγίτσα, ο Δήμος εκμεταλλευόμενος σωστά το σκαμμένο μουράγιο, θέλησε να τοποθετήσει σωλήνα που θα επέτρεπε σε υδροφόρα να πλευρίσει στο καινούριο λιμάνι, δηλαδή στο μέρος που βρίσκεται μπροστά στο ηρώωον. Επειδή δεν είχε χρήματα για τη σωλήνα αυτήν, ζήτησε τη βοήθεια της εταιρίας Μπακόπουλος ΕΠΕ η οποία του παραχώρησε δωρεά τις σωλήνες για τη συμπλήρωση της σύνδεσης (70 περίπου μέτρα). Ο Δήμος αφού έκανε την σύνδεση άφησε ένα κομμάτι σωλήνας (1,50 μέτρο) χωρίς να το συνδέσει, έτσι η υδροφόρα που αγόρασε η προμηθεύτρια εταιρία, 2.500.000 τόνων από το κόστος των 30.000.000 και που θα μπορούσε εύκολα να εξασφαλίσει γρήγορα και πολύ νερό στο νησί, μένει από τις 9.5.77, ημέρα αγοράς της, ανεκμετάλλευτη για τις ανάγκες σε περισσότερο νερό του νησιού μας, τώρα που μπαίνει το καλοκαίρι. Γιατί η δημοτική αρχή άφησε το τμήμα αυτό της σωλήνας ασύνδετο; Τι έχει να κερδίσει μ’ αυτή την ενέργεια;…»

Αυτά αναρωτιέται το άρθρο της εφημερίδας σε παράλληλη «σύνδεση» με το γράμμα του Μπακόπουλου που τα γράφει πιο αναλυτικά και σε άπταιστη καθαρεύουσα. Στην επιστολή του, θίγει το ζήτημα των χρωστούμενων (4.299.751 δρχ.) σ’ αυτόν χρημάτων: «και καλύπτετε πλείστας άλλας δαπάνας του Δήμου» ενώ «λαμβάνετε σεις μεν τον μισθόν σας, «ανάλογον» (σημείωση αντιγραφέα στη Σχεδία: ΜΠΗΧΤΗ!!!) με τα έσοδα, οι δε υπάλληλοι και εργάται τους μισθούς των, ως και άλλοι εργολάβοι τα απαιτήσεις των». Από την άλλη κατονομάζοντας τους πηγαδάδες «εκ των φρεάτων Γαλάρη και Γενίτσαρη» αναφέρεται στο ότι «η παροχή μεταβάλλεται από ώρας εις ώραν, από εποχής εις εποχήν, ακόμα δε και από στροφάς της μηχανής» ενώ δεν παραλείπει να ‘’υπερασπιστεί’’ την υγεία της περιοχής αφού το νερό «προέρχεται από πηγάδια υποκείμενα εις μόλυνσιν και είναι τελείως ακατάλληλον ως προκύπτει εκ των υπ’ αριθ. 176008, 147915 και 161914 εγγράφων του Υγειονομείου Πειραιώς και τα οποία απαγορεύουν αυστηρώς την χρησιμοποίησίν των». Επίσης αφού αναφέρεται στον αγωγό που δεν συνδέθηκε (1,50 υπολειπόμενα μέτρα!) με ευθύνη του Δήμου, απαντά και στους υπαινιγμούς του δημάρχου Αξιώτη, περί διαβλητής διαδικασίας ανάθεσης. Και βεβαίως καταλήγει στο ότι άλλος δεν θα άντεχε το ‘’μαρτύριο’’ που ο ίδιος περνάει «όταν ο Δήμος κατακρατή το ήμισυ των οφειλομένων ποσών, ώστε αντί να θησαυρίζη ο εργολήπτης, να συνάπτη ενυπόθηκα έντοκα δάνεια δια να λαμβάνουν τας αποδοχάς των επί του ασφαλούς άπαντες οι περί τον Δήμον απασχολούμενοι».

Η μπίζνα του υδρομεταφορέα, η νέα μπίζνα του πηγαδά, η εμπλοκή της Νομαρχίας και του Τμήματος Υγιεινής με πρόσχημα την ακαταλληλότητα των νερών (ελέγχουν το νερό του υδρομεταφορέα ή παρέχουν με το αζημίωτο πιστοποιητικά καταλληλότητος;), η αφελής πλειοψηφία (συνεχίζει ακόμα) που πληρώνει το νερό που καταναλώνει (υπάρχουν άραγε εκείνη την εποχή και αυτοί που δεν το πληρώνουν; Ε, δε θα υπήρχαν; Θα το δούμε…), οι περίφημες απώλειες που ανεβάζουν το κόστος από 32 σε 52 δρχ. με τιμή πληρωμής 41 δρχ., το κυβικό μέτρο (άρα περίπου (35% οι απώλειες), η έλλειψη βούλησης για στοιχειώδες νοικοκύρεμα (1,50 μέτρα ασύνδετης σωλήνωσης;), η έλλειψη πραγματικής πρότασης από πλευράς «αριστεράς», συνιστούν ένα πρώιμο εργοστάσιο νερού. Αυτό που μετά, στις μέρες μας είναι δεδομένο πρόβλημα και εμπόρευμα για να μπορούν διάφοροι σαλτιμπάγκοι να λένε με άνεση: «Ε, αφού δεν τα καταφέραμε 40 χρόνια ας το πάρουν οι ιδιώτες».

Αϊ Σιχτίρ! (Πότε επιτέλους γιορτάζει αυτός ο άγιος;)

το κείμενο για την εκδήλωση της Πρωτοβουλίας Πολιτών Αίγινας, την Κυριακή 16 του Σεπτέμβρη, στο καφενεδάκι του γηπέδου Αίγινας

Εκδήλωση για το «παγκόσμιο εργοστάσιο νερού»

Νερό υπό πίεση

 

———————————————————

———————————————————

Η κατασκευή της σπανιότητας του νερού

Η προβληματοποίηση του νερού

Η ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης

Η τουριστική υδρονομή και η Αίγινα

Η έκδοση της μπροσούρας από το Αντισχολείο των Μητροπολιτικών Συμβουλίων, το 2004 και αργότερα συμπληρωμένη το 2010, ήταν ένα γεγονός με δυο τουλάχιστον ιδιαίτερες σημασίες. Από τη μια διότι ήταν αποτέλεσμα αυθεντικών κινηματικών διαδικασιών και αναζήτησης συλλογικοτήτων οι οποίες κινούνται στο χώρο της προλεταριακής αυτονομίας, οι οποίες τιμούν εδώ και περίπου μια 15ετία αυτό που ως νεολογισμός καλείται «αυτομόρφωση» κι από την άλλη διότι συμπλήρωσε μια σχεδόν ανύπαρκτη βιβλιογραφία σ’ ότι αφορά το κεντρικό ζήτημα του νερού. Αν εξαιρέσουμε τις εργασίες φοιτητών, τη σχετική βιβλιογραφία σχολών κι ανακοινώσεις στα συνέδρια που περιορίζονται στα αλαμπουρνέζικα της τεχνοκρατίας και σε ένα περιορισμένο κοινό, η έκδοση αυτή καθιέρωσε ένα νέο ενδιαφέρον για πτυχές της ζωής μας που είναι κομβικές. Από μια άλλη σκοπιά, αυτήν που αποσκοπεί στη «δημοκρατία του νερού», η Ινδή Βαντάνα Σίβα, στο βιβλίο της «Πόλεμοι για το νερό», εκδόσεις Εξάρχεια, γράφει για την καταστροφή που υπέστη η χώρα της από την «πράσινη επανάσταση» του 1950 την οποία κήρυξαν τα Ηνωμένα Έθνη. Δηλαδή από τα τεραστίων διαστάσεων αντι-οικολογικά φράγματα, τις εντατικές καλλιέργειες, που είχαν αποτέλεσμα τη φτώχεια, τη μετανάστευση, τους αμέτρητους θανάτους, την καταστροφή των μικρής κλίμακας κοινωνιών και οικονομιών, τη μόλυνση ή απώλεια τεράστιων αποθεμάτων νερού, την καταστροφή της «δημοκρατίας του νερού». Όλα αυτά με όγκους αριθμών που τεκμηριώνουν τον τίτλο: «Πόλεμοι για το νερό»

 

Το να μιλάμε για το νερό είναι σα να μιλάμε για τη ζωή. Για τη ζωή με όλες της τις σημασίες, τις πτυχές και τις διαστάσεις, το νερό ζει, ρέει ως αναντικατάστατη κι ανυπέρβλητη ανάγκη. Είναι το απόλυτο αγαθό. Δεν παρασκευάζεται, δεν μπορεί να παρασκευαστεί ενώ ταυτόχρονα ως ποσότητα παραμένει σταθερή. Αυτή είναι και η αιτία που για τον καπιταλισμό και όσους πιστεύουν ότι η ανάπτυξη είναι απ’ τα λαμπρότερα κατορθώματα στον πλανήτη, αποτελεί στις μέρες μας το απόλυτο εμπόρευμα. Έτσι, πέρα από την τοπικότητα του προβλήματος, «νερό στην Αίγινα», που εμπερικλείει αφενός μεν την παγίδα της έλλειψης μιας γενικότερης επίγνωσης άρα και ευεπίφορης εντός συνθηκών στην αγκίστρωση από την τοπική πολιτική και παραπολιτική σκηνή, αφετέρου δε την αδυναμία δικτύωσης κι αγώνα με άλλες κοινότητες που αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν ζήτημα  έλλειψης, το νερό είναι στο στόχαστρο της κατάκτησης των «νέων ηπείρων», πέρα από τη γεωγραφία και τα εθνικά σύνορα. Μαζί με τον ήλιο, τον αέρα, τα ζωικά κύτταρα, το νερό βρίσκεται εδώ και 30 περίπου χρόνια σε έντονη φάση εμπορευματοποίησης. Η τουριστική υδρονομή είναι μόνο μια όψη του προβλήματος και γι’ αυτό οφείλουμε να εξετάσουμε όσο το δυνατόν όλες τις παραμέτρους σ’ αυτήν την κατασκευή σπανιότητας και τεχνητής δημιουργίας ελλείψεων, όσο και την ιστορικότητά τους. Μέχρι και το λυκαυγές αυτής της νέας κατάστασης που ζούμε, το νερό δεν υπήρχε στο κέντρο του ενδιαφέροντος από πλευράς ανάπτυξης. Η βιομηχανική παραγωγή, η εντατικοποιημένη αγροτική καλλιέργεια μετά την «πράσινη επανάσταση» του 1950, έκαναν χρήση τεραστίων ποσοτήτων νερού, επιστρέφοντάς το μολυσμένο. Στη Φύση. Κι αυτό δεν ήταν ατύχημα. Η μόλυνση είναι κεντρική λειτουργία στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Οι αριθμοί είναι ιδιαιτέρως σοκαριστικοί: Ένα αυτοκίνητο χρειάζεται 148,5 τόνους νερό, ένα απλό τσιπάκι, 39 λίτρα, ενώ για την καλλιέργεια τεσσάρων μόνο φυτών (βαμβάκι, καλαμπόκι, σιτάρι και ρύζι),  μονοκαλλιέργειες που εκτόπισαν τις μικρής κλίμακας τοπικές παραγωγές και τον κοινοτικό έλεγχο του νερού, χρησιμοποιούνται τα 2/3 των υδάτινων πόρων που επιστρέφουν στη μια και στην άλλη περίπτωση το νερό μολυσμένο. Στον τουρισμό που πρόκειται για τον περιστασιακό νομαδισμό μεγάλου μέρους του ανεπτυγμένου κόσμου σε πρώην περιοχές με αγροτικό πληθυσμό και με μηδενικές υποδομές, οι αστικές απαιτήσεις σε μη αστικά περιβάλλοντα, κάνουν το νερό είτε για εγκαταστάσεις γκολφ, πισίνες και ντουζιέρες που υποχρεωτικά ρέει άφθονο, να έχει μια κομβική λειτουργία. Κι εκεί τα πράγματα ακολουθούν τον αντίστοιχο δρόμο. Μόνο οι απαιτήσεις μιας εγκατάστασης γκολφ συγκρίνονται με τις ανάγκες για νερό μιας πόλης 12.000 κατοίκων. Από την άλλη οι καθημερινές συνήθειες που έχουν επικρατήσει στο πλαίσιο μιας ολοένα και πιο εύκολης και καθαρότερης ζωής έχουν πολλαπλασιάσει την κατανάλωση και τη σπατάλη του νερού. Από τις αρχές του 70 τα πρότυπα απολύμανσης και η απόλυτη υγιεινή έκαναν την κατανάλωση νερού να πολλαπλασιάζει το αδιέξοδο. Πλυντήρια, πλύσιμο αυτοκινήτου, καθημερινά ντους, πλύσιμο βεράντας, καζανάκια, μπιντές, πότισμα αυλής, γλαστρών, πισίνες κλπ. Το νερό είναι ο καθημερινός διακομιστής μιας νέας τάξης πραγμάτων στην αστική καθημερινότητα. Τέλος, το ζήτημα της κατανάλωσης εμφιαλωμένων νερών, ως δείγμα μιας νέας άποψης περί υγιεινής και τρόπου ζωής, συνήθεια που διευρύνεται ακόμα και στις περιοχές που το νερό παραμένει σε ανεκτά από άποψη υγιεινής επίπεδα και πόσιμο, αποκαλύπτει μια άλλη διάσταση αυτού που αποκαλείται «προβληματοποίηση».

Πράγματι. Πρόκειται για την συντονισμένη τεχνητή δημιουργία έλλειψης του νερού που οδηγεί στην καθολική αίσθηση της σπανιότητας. Έτσι, αυτόκλητα η αντίληψη, η ανάπτυξη δηλαδή, που δημιούργησε το πρόβλημα, «καλείται» να το επιλύσει. Πώς όμως, αν όχι μέσα από μια νέα αντίληψη που ξεπερνάει τους όρους κοινωνικής συνύπαρξης που μέχρι τώρα γνωρίζαμε; Το νερό πια, δεν είναι αγαθό, ιερό, προσδοκώμενο σε λιτανείες και προσευχές. Ούτε φυλασσόμενο σε στέρνες και πηγάδια. Μόνο όταν το πληρώνεις το εκτιμάς!

Η τρομοκρατία των αριθμών είναι πάντα σε πρώτη παράταξη για αυτόν τον σκοπό. Από τη δεκαετία του 80 και αργότερα του 90 στον ελλαδικό χώρο κι ύστερα από μια φάση λειψυδρίας, είμαστε σε καθημερινό βομβαρδισμό δίπλα στις οργανωμένες διαφημίσεις που μας υπενθύμιζαν ότι δεν έχουμε αρκετό νερό δίπλα στα δελτία αποθεμάτων της λίμνης του Μαραθώνα. Το μήνυμα περίπου λέει: Ζούμε σε ένα πλανήτη που σκεπάζεται κατά 70% από νερό… Από αυτό μόνο το 2% είναι καθαρό… Και απ’ αυτό μόνο το 0,5% είναι προσβάσιμο για ανθρώπινη χρήση. «Μήπως διαλέξαμε λάθος πλανήτη»; αναρωτιούνται οι συγγραφείς της μπροσούρας; Ποιος μπορεί να καταλάβει το ποια είναι η αντιστοιχία των αριθμών κι όταν μάλιστα παγκοσμίως μας βομβαρδίζουν για το διπλασιασμό της κατανάλωσης κάθε 20 χρόνια που μας αποκαλύπτουν οι έξυπνοι υπολογιστές με τα προγνωστικά τους μοντέλα; Ποιος μπορεί να εκτιμήσει την άλλη –για μας γενναιόδωρη αν και από πλευράς επιστημόνων- προσφορά αριθμών ότι η γη δέχεται 40-50 κυβικά χιλιόμετρα κάθε χρόνο από τα σύννεφα; Παρόλα αυτά ο τρίτος κόσμος είναι αυτός που θα αποτελέσει την μακρινή υπενθύμιση του εφιάλτη. Παιδάκια που εκλιπαρούν με τα χεράκια τους στις διαφημίσεις της Γιούνισεφ, μαύρες γυναίκες που ξεκινούν το ταξίδι του νερού με τα κανάτια στον κεφάλι και τα εξαϋλωμένα πρόσωπα, χαμογελαστούς λευκούς των φιλάνθρωπων ΜΚΟ, να χαρίζουν σε άνυδρες ερήμους (που φαίνονται) μπουκάλια δίπλα σε περιφραγμένες περιοχές λευκών πλουσίων που απολαμβάνουν τη ζωή στην πισίνα (που δεν φαίνονται). Εκατοντάδες αριθμοί που οφείλονται δήθεν στην «κακή διαχείριση» των «απολίτιστων» μαύρων και στην κατάρα της ανομβρίας, πετά στους ανθρώπους του τρίτου κόσμου, το ανάθεμα. Μήπως εν τέλει αυτοί διάλεξαν λάθος περιοχή; Ξεχνάμε έτσι τόσο τα νέα σύνορα που θέτουν οι μεγάλες δυνάμεις ύστερα από πολεμικές εντάσεις και εθνοκαθάρσεις, αλλά και τις επενδύσεις στον πετροχημικό εξορυκτικό και βιομηχανικό κύκλο που μολύνουν ολόκληρες περιοχές κατασπαταλώντας τα υδάτινά τους αποθέματα. Ποιος θυμάται τις εξορύξεις της Σελ στη Νιγηρία, τις κρεμάλες σε αγωνιστές του λαού των Ογκόνι και τα νερά της γης τους που μολύνθηκαν από το πετρέλαιο; Ποιος θυμάται τους Χούτου και Τούτσι; Από την άλλη οι τεράστιες εκβιομηχανισμένες μονοκαλλιέργειες με τη συντεταγμένη χρήση νερού από την κατασκευή τεραστίων φραγμάτων κατάφεραν να καταστρέψουν τις ελέγξιμες οικονομίες από μικρής κλίμακας κοινωνίες και να δημιουργήσει εκατομμύρια υποσιτιζόμενους κλιματικούς και «φραγματικούς» πρόσφυγες των οποίων καταστράφηκαν τα χωριά και οι ζωές τους. Και στις περιπτώσεις αυτές έχουμε την επιστροφή του νερού σε νέου τύπου ανεξέλεγκτους μουσώνες. Με χιλιάδες θύματα και καταστροφές. Με χιλιάδες κλιματικούς πρόσφυγες, ανέστιους και πεινασμένους. 140.000.000 υπολογίζονται στο βιβλίο της Βαντάνα Σίβα οι κλιματικοί πρόσφυγες. Ο τρίτος κόσμος λοιπόν ας πούμε της γνωστής μας κυρίας Μητσοτάκη και της Άξιον Έιντ, ήταν το κατάλληλο τοπίο για να μπορέσει να στηθεί η κατασκευή της σπανιότητας του νερού. Από την άλλη η απορρύθμιση των αστικών δικτύων στις μεγάλες πόλεις και η συντεταγμένη αδιαφορία των αρχών έφερε και τη διαδικασία δημιουργίας των ιδιωτικών εταιριών που κάλυπταν το στοχευμένο κενό του κράτους και αναλάμβαναν ήδη από το 19ο αιώνα να διεκπεραιώνουν τη σημαντική αυτή λειτουργία. Η μόλυνση-παρακμή των δικτύων από τη μια και η εμπορευματοποίηση που αναλαμβάνει να λύσει το πρόβλημα είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ενός νομίσματος που θέτει και τα θεμέλια της ίδρυσης του παγκόσμιου εργοστασίου νερού. Ενός απίστευτου κύκλου εργασιών που περιλαμβάνει τους διεθνείς οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα η οποία υποχρεώνει σε ιδιωτικοποίηση των εθνικών υδάτων ολόκληρων χωρών προκειμένου να δώσει δανειακό χρήμα, όπως ο ΟΗΕ και οι οργανισμοί του που σχεδιάζουν την ορθολογική χρήση κάτω από αριθμητικά μοντέλα πρόβλεψης, μέχρι και τις χιλιάδες ΜΚΟ, γραφεία, υπηρεσίες που γραφειοκρατικά κινούνται στην κατεύθυνση της εμπορευματοποίησης. Οι εταιρίες έρχονται απλά για να «περισώσουν». Κι όχι μόνο αυτό, μας λένε τα μεγάλα πνεύματα της διεθνούς οικονομίας. Θα πρέπει να πληρώνουμε σε κάθε προϊόν το αποτύπωμα νερού του. Δηλαδή το εικονικό νερό. Της ποσότητας νερού που χρειάστηκε για να κατασκευαστεί.

Οι ενδείξεις μας λένε ότι το νερό θα είναι κάτι παραπάνω από το πετρέλαιο των προηγούμενων αιώνων. Οι συγγραφείς της μπροσούρας λένε ότι «μπροστά στο εμπόριο του νερού το εμπόριο πετρελαίου μέλλει να αποδειχθεί μια υπόθεση συνοικιακού σούπερ-μάρκετ».

Η προβληματοποίηση του νερού, δηλαδή η κατασκευή σπανιότητάς του έχει τους δικούς της όρους σ’ ότι αφορά την ευεργεσία που κάνει να μας υπενθυμίζει ότι το νερό δεν είναι για «αλόγιστη», δήθεν, χρήση.

 

ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ-ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Κι εδώ ένα μικρό ιστορικό είναι ότι πιο αναγκαίο για να θυμίζει αυτά που χάσαμε. Το νερό είχε μια κεντρική θέση ως αγαθό σε όλες οι δοξασίες και στερεότυπα του παρελθόντος οι οποίες το είχαν ταυτίσει με την ύπαρξη της ανθρώπινης κοινωνίας. Έτσι, πριν ξεκινήσουμε να ταυτίζουμε ολοένα την ύπαρξή μας με τα πρωτόκολλα μιας ιδέας πως, δεν υπάρχει τίποτε που να μην αγοράζεται και να πωλείται, σε κάθε κοινωνία υπήρχαν απαραβίαστες συνθήκες για τη συγκράτηση, φύλαξη και διανομή του νερού. Οι καιρικές συνθήκες ή ο θεός ήταν οι μοναδικές παράμετροι που μπορούσαν να θέσουν σε κίνηση μια διαδικασία αναζήτησης. Κι αυτή δεν ήταν άλλη από τις προσευχές ή τις λιτανείες. Μέχρι και μετά την εποχή που αυτάρεσκα ονομάζεται «βιομηχανική επανάσταση» και ύστερα από μια μεγάλη πανούκλα που αφαίρεσε εκατομμύρια ζωές στην κεντροδυτική Ευρώπη ύστερα από έλλειψη στοιχειωδών συνθηκών υγιεινής σε μια πρώιμη αστικοποίηση του Μεσαίωνα, το νερό ήταν αγαθό. Ακόμα και μετά το υποχρεωτικό στοίβαγμα εκατομμυρίων πρώην αγροτών στις βιομηχανουπόλεις, το νερό και η υγιεινή δεν έπαψαν να είναι μέσα στις προτεραιότητες της εξουσίας για την αναπαραγωγή του προλεταριάτου. Των εργατών που θα λειτουργούσαν τα εργοστάσια. Στο Παρίσι για παράδειγμα, μέχρι και τη δημιουργία κεντρικών δικτύων αποχέτευσης και ύδρευσης, η αστική κοκεταρία ανακάλυψε το τακούνι προκειμένου να μην πατά τα σκατά που ήταν παντού στην πόλη. Η ανάληψη από πλευράς κράτους και κεφαλαίου για επενδύσεις στο αστικό δίκτυο ύδρευσης και αποχέτευσης ήταν πλέον προτεραιότητα. Όχι όμως χωρίς αμφισβήτηση. Ακόμα και στο «Άθλιοι», του Βίκτωρα Ουγκό,  όταν ο Γιάννης Αγιάννης μεταφέρει το Μάριο στους υπονόμους των Παρισίων, αναρωτιέται το πώς πετάγονται στο Σηκουάνα τόνοι λυμάτων που θα μπορούσαν να είναι αξιοποιήσιμα στη γη, ως λίπασμα. Εν πάση περιπτώσει τότε περίπου ξεκινάει το ζήτημα. Με διάταγμα του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, στα 1853 ιδρύεται η Τζενεράλ Ντε Εζ (ως η πρώιμη Βιβέντι κι αργότερα Βεόλια) αναλαμβάνει να υδροδοτήσει τη Λυών. Από τη δεκαετία του 1880 θα βγει έξω από τα εθνικά σύνορα και θα αναλάβει τη Βενετία το 1880, την Ισταμπούλ το 1882 και το Πόρτο στα 1883. Στα 1858 ιδρύεται η Κομπέιν Γιουνίβερσαλ Ντε Σουέζ, στα 1880 η Σοσάιτι Λιονές Ντε Εζ που συγχωνεύονται με το όνομα Σουεζ διανοίγοντας την ομώνυμη διώρυγα μεταξύ Αφρικής και Ασίας. Στο μεγαλύτερο όμως κομμάτι του ανεπτυγμένου κόσμου, το κράτος είναι αυτό που έχει την γενική εποπτεία και μονοπώλιο γύρω από το ζήτημα του νερού καθώς και άλλων αγαθών, όπως της μεταφοράς, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας. Όλα ξεκινούν όμως από την παρακμή των δικτύων κι από την λεγόμενη κατασπατάληση των υδάτινων πόρων ή αλλιώς, από την αποτυχία του κράτους να διαχειριστεί το ζήτημα. τα τελευταία 30 χρόνια και κατόπιν της ανάδειξης των συμπτωμάτων της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης. Τότε ακούσαμε τα πρώτα τύμπανα του πολέμου για το νερό μεταξύ Συρίας-Ιράκ-Τουρκίας, μεταξύ Παλαιστίνης-Ισραήλ, μεταξύ Αιγύπτου-Σουδάν. Τότε ακούσαμε για πρώτη φορά για την κατασπατάληση του νερού στον αγροτικό τομέα. Τότε λοιπόν ειπώθηκε ότι «το νερό είναι το τελευταίο σύνορο των ιδιωτικοποιήσεων». Έτσι τη δεκαετία του 90, 93 κράτη προστέθηκαν  στον κατάλογο όσων ιδιωτικοποίησαν συνολικά ή εν μέρει τα δίκτυα νερού. Ολόκληρη η Βόρεια Αμερική,  23 κράτη της Λατινικής,  20 στην Ευρώπη, 30 στην Αφρική και μέση Ανατολή και 17 στην Ασία. Σε ακόμα περισσότερα κράτη εκείνη την περίοδο οι διαπραγματεύσεις γίνονται απευθείας ανάμεσα στις εταιρίες και τις δημοτικές αρχές. Εκτός από τις δυο γαλλικές άλλες τρεις εταιρίες νέμονται τα παγκόσμια αποθέματα νερού: η γαλλική Σορ, η αγγλογερμανική Τέιμς και η αμερικανική Μπέχτελ. Ποια είναι η ευεργετική συνεισφορά της Αγοράς;

τεράστια φράγματα σε όλον τον τρίτο κόσμο: επενδύσεις εκατομμυρίων που πληρώνουν οι ιθαγενείς υπό τη μορφή δανείων προκειμένου να απομακρυνθούν βιαίως από τους πατρογονικούς τόπους τους προς τα κάτω, να καταστραφούν χιλιάδες χωριά. Τι είναι όμως το φράγμα που έχει και μια θετική προσλαμβάνουσα συγκράτησης εκατομμυρίων τόνων νερού; Γραφειοκρατικός έλεγχος του νερού, έλεγχος της παραγωγής και καταστροφή κάθε αυτοδιαχείρισης, εκατομμύρια τόνοι γόνιμης λάσπης που κατακάθονται στη λεκάνη του, ζημιές που ισούνται με ανθρωπιστικές καταστροφές και εκατομμύρια πεινασμένους, διψασμένους, εξαρτημένους από ανθρωπιστικές βοήθειες που συνοδεύονται από νέες συνθηκολογήσεις δανείων από την Παγκόσμια Τράπεζα που φυσικά συνεχίζει να πλουτίζει από αυτούς. Η Παγκόσμια Επιτροπή για τα Φράγματα εκτιμά ότι παγκοσμίως έχουν μετακινηθεί 40-80 εκατομμύρια άνθρωποι από έργα φραγμάτων.

1)νέες εργασιακές σχέσεις: απολύσεις, χιλιάδες απολύσεις που ξεπέρασαν το 30% των εργαζομένων στην ύδρευση. Πολλές με τη συναίνεση των συνδικάτων χάρη σε μικρό αριθμό μετοχών που προσφέρθηκαν

κατακόρυφη αύξηση της τιμής του νερού: μετά από αυξήσεις 100-200%, στη Βολιβία πλήρωναν περισσότερο από το 1/3 των εισοδημάτων για την παροχή του νερού. Στη Βρετανία, οι αυξήσεις ξεπέρασαν το 100% ενώ τα κέρδη της εταιρίας ξεπέρασαν το 600%. Στις Φιλιππίνες άγγιξαν το 400%. Στην Ατλάντα των ΗΠΑ, η Σουέζ έπαιρνε χρήματα από το δήμο δήθεν για υποδομές και στη συνέχεια τα μοίραζε στους μετόχους ως κέρδη.

2)πάγωμα των επενδύσεων: επί της ουσίας ακύρωση των συμβολαίων αφού δεν υπήρξε παρά μόνο ένα 5% για αυτές.

σύνδεση των τιμών με σκληρό νόμισμα: η ρύθμιση των τιμών προέβλεπε υπολογισμό με βάση όχι το τοπικό νόμισμα αλλά με τις διακυμάνσεις του δολαρίου. Στην Αργεντινή ας πούμε οι τιμές ιλιγγιωδώς ανέβαιναν με βάση το δολάριο και το πέσος κατέρρεε.

3)σύνδεση της αναδιάρθρωσης των αστικών δικτύων με τη διαπραγμάτευση του εξωτερικού χρέους: οι εταιρίες σύναψαν συμβόλαια χάρη στην σχέση εξάρτησης που βασιζόταν στο χρέος. Ανάμεσα στις πρωτοκοσμικές χώρες και τις πρώην αποικίες τους. Ήταν μέσα στους δανειακούς όρους.

4)επιδείνωση των συνθηκών δημόσιας υγιεινής: η απολύμανση κοστίζει, η επιδιόρθωση βλαβών κοστίζει, το τσάμπα νερό απαγορεύεται αλλά τα βακτηρίδια είναι σε αφθονία. Έτσι, η δυσεντερία εμφανίστηκε στη Βρετανία ενώ το κόψιμο των παροχών στην Αφρική οδήγησε στη μεγαλύτερη επιδημία χολέρας. Στην Ατλάντα, μόνο το 2002 εκδόθηκαν 5 επείγουσες προειδοποιήσεις για βρασμό νερού ενώ στον Καναδά η κυβέρνηση μετά την αποκάλυψη ότι το 1/3 του νερού είναι μολυσμένο από κολοβακτηρίδια, αφαίρεσε τον συγκεκριμένο έλεγχο και την επόμενη χρονιά κατάργησε το πρόγραμμα ελέγχου.

5)διάλυση των προηγούμενων δικτύων: παντού σχεδόν όπου ιδιωτικοποιήθηκε η ύδρευση αφαιρέθηκε ή καταστράφηκε ο προηγούμενος τρόπος διανομής νερού και συνήθως για λόγους υγιεινής.

Παντού όπου αναπτύχθηκε η ιδιωτικοποίηση το μόνο που μπόρεσε να αλλάξει δίπλα στις καταστροφές που προκάλεσε, ήταν ο υδρομετρητής: λογαριασμοί, μετρητές κατανάλωσης και έκδοση μετοχών για ημετέρους.

 

 

 

Η ΖΩΗ ΣΕ ΜΠΟΥΚΑΛΙ

Μέσα από όλη αυτήν την υπέροχη προπαγάνδα για το καλό του κόσμου, οι άνθρωποι-καταναλωτές έχασαν και την εμπιστοσύνη τους στο ίδιο το νερό που παρέχει το δίκτυο. Στις αστικές περιοχές διότι πολλές φορές η απορρύθμισή τους και η εγκατάλειψή τους είχε γνωστά επακόλουθα στη δημόσια υγιεινή. Στην επαρχία συνήθως από τη μόλυνση των υπογείων υδάτων από τα νιτρικά και διάφορά χημικά ή τις εταιρίες που ήδη είχαν αρχίσει να αποκεντρώνονται ή από τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις. Η απάντηση ήταν πάλι από τις ίδιες τις εταιρίες με στόχο τη διαφύλαξη αποθεμάτων εν μέσω μιας κατασκευασμένης κρίσης σπανιότητας του νερού: εμφιάλωση. Ο επόμενος γύρος ποιος θα ήταν; Ο διαχωρισμός της οικιακής χρήσης του νερού από την κατανάλωση πόσιμου νερού λόγω «κακής» ποιότητας του δικτύου. Αν και το παρελθόν του εμφιαλωμένου νερού (σε κάποιες περιπτώσεις άξιες λόγου μόνο για μια σπαρταριστή αφήγηση αφού εκατοντάδες αστοί πέθαναν από ραδιούχο νερό που θεωρούνταν κάτι περίπου σαν θαυματουργό) ήταν συνδεμένο με τη διαφορά ανάμεσα στο λαουτζίκο και την αστική τάξη, έγινε ο πρόγονος της καθημερινής μας παράλογης συνήθειας. Δίπλα στην ανάπτυξη του λαίφ-στάιλ για την φροντίδα του εαυτού, το εμφιαλωμένο νερό άρχισε να αποτελεί καθημερινή ανάγκη παρόλο που όλες οι ενδείξεις έλεγαν ότι το νερό αυτό δεν διέφερε καθόλου ή ήταν μάλιστα και χειρότερο από αυτό των δικτύων ύδρευσης. Πόσο μάλλον όταν η μεταφορά του και μάλιστα μέσα στο πλαστικό αποδεικνυόταν ότι ήταν και πιο επικίνδυνο; Όμως το κίνημα της φροντίδας εαυτού αποδείχτηκε πιο ισχυρό από την πραγματικότητα. Το «εγώ» ως κυρίαρχη αξία, που άρχισε να αναδεικνύεται –ω! της αντίφασης, μαζικά!- ήταν η αποτελεσματική αιτία ανάπτυξης της κατανάλωσης εμφιαλωμένων. Κι επειδή είναι και πιο ακριβό σημαίνει και πιο ασφαλές. (Στην Ελλάδα μόνο το 2004 και με τις διακυμάνσεις των τιμών, το εμφιαλωμένο πουλιόταν από 373 μέχρι και 3950 φορές ακριβότερα από το νερό του δικτύου). Ποια είναι τα μυστικά του εμφιαλωμένου νερού; 1ον η συσκευασία που διαφυλάσσει δήθεν από κάθε κακή επίδραση την υγεία και 2ον η παρουσία της χημικής του ανάλυσης. Αυτής που σε πληροφορεί για τα στοιχεία που έχει, χωρίς να καταλαβαίνεις το πόσο ευεργετική είναι. Από την άλλη το πλαστικό μπουκάλι αναθέρμανε τη βιομηχανία του πετροχημικού κύκλου. Με το μπουκάλι να είναι πιο ακριβό από το ίδιο το περιεχόμενο.

Ένας απίστευτος ανταγωνισμός εταιριών πώλησης νερού βρίσκεται πίσω από εταιρίες με μακραίωνη παράδοση στην αποικιοκρατία. Από τη νεστλε και την κόκα κόλα μέχρι τις γνωστές προαναφερόμενες πολυεθνικές εταιρίες καθαρισμού των αστικών υδάτων που τα προσφέρουν σε συσκευασίες, ένας απίστευτος κύκλος διαφήμισης και δήθεν ελέγχου για την ποιότητα του νερού έχει ήδη ξεκινήσει και βρίσκεται στα έγκατα της προσωπικής μας επιθυμίας να πεθάνουμε όσο γίνεται πιο αργά. Μέχρι και την πιπίλα κατάφεραν να συνδέσουν με το μπουκάλι, για λογαριασμό των ανυποψίαστων καταναλωτών που μπορούν πια με το ένα χέρι να ρουφούν το νερό στο δρόμο, αξιοποιώντας την αρχέτυπη εμπειρία του θηλασμού. Πάντα νέος!

 

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Σταθμός στη «δική μας» ανάπτυξη της ιδιωτικοποίησης του νερού ήταν η περίοδος που στιγματίστηκε από τους μεγάλους καύσωνες του τέλους της δεκαετίας του 80 με τους 3-4.000 νεκρούς το καλοκαίρι του 87 και της έναρξης της κρίσης αποθεμάτων για το νερό των αρχών της δεκαετίας του 90. Τότε και οι μεγάλες διαφημίσεις με το μότο: «Νερό: δεν έχουμε αρκετό». Εκείνη την περίοδο και οι μεγάλες φιλανθρωπικές διαφημιστικές καμπάνιες για τις χώρες της Αφρικής μέχρι και σήμερα με τα ποσοστά επί των πωλήσεων του νερού Ζαγόρι για την Αφρική και την Άξιον Έιντ. Εκείνη την περίοδο συνέβη και η χρησιμοποίηση του, τότε, πολλά υποσχόμενου οικολογικού κινήματος και των παρεμβάσεών του για τη μόλυνση των νερών από τα νιτρικά και τα χημικά φάρμακα, τις βιομηχανίες, με αποκορύφωμα τη μόλυνση του Ασωπού, το 2007. Άρχισε να μας τελειώνει, από τότε, το ρηθέν: «νερό που τρέχει αμαρτία δεν έχει» με την οριστική υπαγωγή όλων των νερών της χώρας σε μια ενιαία διοικητική αρχή από το 2000 και την υποχρεωτική μετακίνηση της λίμνης του Μαραθώνα και της Υλίκης λίγο πιο δυτικά, στα Βαρδούσια όρη. Είχαμε μόλις τελειώσει με διάφορα «ενοχλητικά ζητήματα» διευθέτησης υδάτων και αποβλήτων. Μάχες δηλαδή των αρχών με τις τοπικές κοινωνίες. Και μάχες μεταξύ τοπικών κοινωνιών. Με το βιολογικό καθαρισμό στα νερά του Καλαμά και της Παμβώτιδος, με τα νερά της Αραβυσσού που ενέτασσε ο Οργανισμός Ύδρευσης Θεσσαλονίκης, με τη διεκδίκηση λίμνης Βεγορίτιδας στη Δυτική Μακεδονία από δυο χωριά, οριακά και συμβολικά γεγονότα για τη νέα τάξη πραγμάτων που θα ερχόταν στα 2012, να καταγράψει τα πηγάδια εν όψει ορθολογικοποίησης της οικονομίας.

Από την αρχή η μετοχοποίηση των οργανισμών κοινής ωφέλειας, γενικότερα ήταν η μέριμνα του οποιουδήποτε εκσυγχρονιστικού επιτελείου, προκειμένου ακολουθώντας το μοντέλο της ευέλικτης οικονομίας να μπορεί να ξεπουλά, μπιτ παρά, τις επιχειρήσεις του δημοσίου φροντίζοντας να καλύπτει και τις υποδομές των νέων ιδιωτικοποιημένων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων. Έτσι και με το νερό. Απώτατο σημείο ήταν τα μνημόνια στα οποία θεωρούνταν όρος βασικός η πώληση των δημοσίων επενδύσεων για την παροχή νερού και σαφώς ο συμβολικός και όχι μόνο, διορισμός του κυρίου Μπαρδή, ως διευθύνοντος συμβούλου στην ΕΥΔΑΠ. Ενός ανθρώπου στελέχους της γαλλικής Βεόλια. Της εταιρίας που ιδιωτικοποίησε τα νερά ενός μεγάλου μέρους του πλανήτη.

 

Η ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΥΔΡΟΝΟΜΗ

Ο τουρισμός από άποψη κατανάλωσης νερού, είναι μια παράμετρος που δεν μπορεί να συγκριθεί με την σπατάλη στη βιομηχανία ή στην εκβιομηχανισμένη αγροτική παράγωγή ή στην πετροχημική διαδικασία. Ο τουρισμός συγκρίνεται μόνο με την αστική και πλέον κατανάλωση σε μια μη αστική περιοχή που είναι υποχρεωμένη να στερεί ακόμα κι από τους κατοίκους της το νερό προκειμένου να ικανοποιούνται οι ανάγκες. Οι τουρίστες έχουν πάντα δίκιο. Κι αυτό γιατί για να μπορέσει να κινηθεί η τουριστική βιομηχανία από το ρουμ μέχρι τον τελευταίο φραπέ κι από την οικοδομή μέχρι το «εδώδιμο» προϊόν που είναι απαραίτητο μέσα στην εμπορευματική αναζήτηση του «άλλου» προϊόντος, χρειάζεται νερό. Δεν είναι τυχαίο ότι νησιά-παράλιες ζώνες υπάρχουν για να ικανοποιούν στο έπακρο τον τουρίστα, ενώ λίγο πιο κάτω το νερό μπορεί να αποτελεί ζητούμενο από τον αγρότη και τον ντόπιο. Δεν είναι τυχαίο ότι εκατομμύρια το χρόνο δαπανώνται για τη μεταφορά νερού από το κέντρο προς τα νησιά ή από την περιφέρεια του νησιού που έχει νερό προς την αξιοποιήσιμη παραλία. Ο τουρισμός λειτουργεί ως σχολή κατανάλωσης και εμπέδωσης της αυτονόητης λειτουργίας της Αγοράς. «Έχω όταν πληρώνω-πληρώνω και έχω». Ο τουρίστας βλέπει και μαθαίνει ότι τα πάντα λειτουργούν για την Αγορά. Όταν το όνειρο των διακοπών, το τελειώσει «ως άλλος άνθρωπος» ένα πρωί επιστροφής στο κέντρο με τους λογαριασμούς να περιμένουν «τον παλιό του εαυτό» και τη δουλειά που ξέχασε όταν ήταν στο νησί, ο πρώην τουρίστας θα γνωρίζει πως για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες που έμαθε πως πρέπει να ικανοποιούνται, θα πρέπει κι αυτός με τη σειρά του να βάλει ένα χεράκι. Κρίνει όλες τις αλλαγές περισσότερο αυτονόητες. Ή τουλάχιστον δεν τις εμποδίζει. Γιατί τότε κόβονται και τα όνειρα για τις διακοπές και τα Σαββατοκύριακα. Τις μικρές, αλλά, διακοπές. Ο τουρισμός είναι ένα σχολείο που λέει ότι δεν υπάρχουν όρια στην κατανάλωση. Ό,τι είναι να βρεις στην πόλη οφείλουν κάποιοι να σου το παρέχουν και στο χωριό. Μαζί και την ποσότητα νερού που χρειάζεσαι. Έτσι εξαντλούνται τα νερά της τουριστικής περιφέρειας και των νησιών. Κατά κάποιο τρόπο, ο τουρισμός έχει περίπου τις ίδιες επιπτώσεις με την μονοκαλλιέργεια και τη βιομηχανία. Φτιάχνει παντού τοπικά εργοστάσια νερού:

1)καταστροφή παλαιών μορφών συγκράτησης και διάθεσης του νερού (πηγάδια, στέρνες, υπέργειοι ταμιευτήρες): όλοι οι τρόποι συγκράτησης αποδεικνύονται μάταιοι, αφού ολοένα και περισσότερο νερό χρειάζεται ο τουρίστας και οι πισίνες που –ω της αντίφασης πολλές βρίσκονται σχεδόν δίπλα στη θάλασσα.

2)ανοίγει ο κύκλος της μόλυνσης και του διαχωρισμού χρήσεων του νερού: Είτε διότι η υπεράντληση προκαλεί την όσμωση με τα βοθρολύματα είτε διότι πολλά πηγάδια μετατρέπονται σε πρώτης τάξεως βόθροι. Τα πρώην πόσιμα και αρδεύσιμα ύδατα χαρακτηρίζονται σαν ακατάλληλα μαζί με τις πηγές και τις δημόσιες βρύσες και ακολουθά ο διαχωρισμός του νερού. Άλλο, το νερό για λάτρα κι άλλο, το νερό που ακριβοπληρώνουμε από 400 ως 4.000 φορές περισσότερο, για πόσιμο. Από την άλλη αφού η μεταφορά του νερού δεν πλησιάζει τις περισσότερες φορές, τις κατάλληλες συνθήκες υγιεινής, η απώλεια εμπιστοσύνης κάνει τα πράγματα πιο σύνθετα: κανείς δεν πίνει το νερό του δικτύου που προέρχεται από τη μεταφορά. Όταν μάλιστα αναμιγνύεται για «οικονομία» και με ντόπιες γεωτρήσεις που πουλάνε συνήθως θάλασσα.

3)δημιουργείται ένας κύκλος οικονομίας που επιβαρύνει την κοινότητα: αφού εγκαταλείπονται όλοι αυτοί οι τρόποι μαζί με την παλιότερη οικονομία (πρωτογενή παραγωγή) που ήταν άρρηκτα συνδεμένοι με αυτούς, ανοίγει ένας επιχειρηματικός κύκλος που θα φέρει νερό. Περισσότερες γεωτρήσεις που έχουν ως συνέπεια την αλάτωση των υδάτων αφού από ένα σημείο και μετά, τραβούν θάλασσα. Κι αφού είναι αποτυχημένο κι αυτό το μέτρο, τότε η κοινότητα (η τοπική αρχή δηλαδή) θα στραφεί στη μεταφορά του νερού. Που είναι πανάκριβη υπόθεση. Να πού πηγαίνουν οι απώλειες του τοπικού εισοδήματος. Στις φαρδιές τσέπες της Αγοράς.

4)υπερτιμολόγηση του νερού: είναι ένα νερό που πληρώνεται πολύ ακριβότερα από το νερό του αστικού δικτύου από το οποίο προέρχεται. Είναι «λογικό». Οι αυτοδιοικήσεις των τουριστικών περιοχών αυτοπεριοριζόμενες στην διαχείριση του ζητήματος υποδοχής των τουριστών χρεώνουν τους ντόπιους για αυτό το ιδιαίτερο οικονομικό βάρος. Για το σύνολο δηλαδή της σκηνοθετημένης επιστροφής του τουρίστα στις ρίζες του.

Δίπλα λοιπόν στην βιομηχανία και την εκβιομηχανισμένη παραγωγή, έχουμε τον τουρισμό που περισσότερο από κάθε άλλο κύκλο εργασιών αναπαράγει και ενισχύει τον σύγχρονο, εγωιστή-άνθρωπο. Τον Χόμο Τουρίστικους. Στις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής του. Όταν είναι μακριά από την εργασία.

 

Η ΑΙΓΙΝΑ

Αντίστοιχα και στην Αίγινα, τα τελευταία 20-30 χρόνια ξεκίνησε η κρίση σπανιότητας του νερού. Όπως και σ’ όλη την Ελλάδα. Εκείνη την περίοδο ανευρίσκονται και τα πρώτα δημοσιεύματα με διαμαρτυρίες στον τοπικό τύπο. Με ένα αδιάφορο καταναλωτικό κοινό που πολλαπλασίαζε απλά τον πληθυσμό ανάμεσα στον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο, με τον Αύγουστο να γίνεται το «σώσε». Έπρεπε να παίρνει τα ντουζάκια του δίπλα στη θάλασσα, να τα ξαναπαίρνει για τη νυχτερινή του διασκέδαση, να ποτίζει την αυλή του με τα καλλωπιστικά φυτά, να γεμίζει την αριστερή ή δεξιά του πισίνα στην αριστερή ή δεξιά του βιλίτσα, να το χρησιμοποιεί για να χτίζει, να έχει τις απαιτήσεις που έχει στο σπίτι του και με το παραπάνω, λόγω θερινής ραστώνης. Έτσι απέκτησε δικαιώματα ντόπιου. Με το «πλερώνω». Έτσι αναπτύχθηκε αυτή η μικτή τοπική ταυτότητα. Μαζί και οι επιχειρηματίες του τουρισμού και της οικοδομής, που μοναδική τους έγνοια ήταν το «δίκιο του τουρίστα». Κι από κοντά ένας κόσμος που έβγαζε το ψωμάκι του. Τα καλοκαίρια. Για να παίρνει μια βαθειά οικονομική ανάσα για το χειμώνα. Κι ο νεανικός ντόπιος πληθυσμός άρχισε να πλέει στα λιβάδια της τουριστικής ευφορίας να αποκτά τις συνήθειες μιας τάξης «ανώτερης», της τουριστικής. «Καπουτσίνο ιν ον δε μπιτς, μεγάλε»!

Έτσι αναπτύχθηκε η τουριστική συνείδηση.

Από το 1975 η χωροταξική Ρυθμιστική μελέτη νήσων Αιγίνης Αγκιστρίου και των πέριξ νησίδων μετά πολεοδομικών –ρυμοτομικών σχεδίων οικισμών και ζωνών αναπτύξεως, προειδοποιούσε για το τι θα γινόταν για το νερό, για την τουριστική ανάπτυξη, για τη ρυμοτομία, για την ανάπτυξη των οικισμών, για την υπερσυγκέντρωση πληθυσμού στη Χώρα, για το κυκλοφοριακό, για την πρωτογενή παραγωγή. Όλα αυτά που υπήρχαν στη μελέτη ως κακή πρόβλεψη έγιναν και με το παραπάνω. Εγκαταλείφθηκε η πρωτογενής παραγωγή, καταστράφηκαν ή εγκαταλείφθηκαν οι τρόποι συγκράτησης του νερού, χτίστηκε η Αίγινα στα πρότυπα της Σαλαμίνας, το νερό στα πηγάδια και γεωτρήσεις γέμισε θάλασσα, πηγάδια που έγιναν βόθροι ή οσμώθηκαν με τα διπλανά βοθρολύματα, τόποι της περιφέρειας και δασάκια γέμισαν με μπάζα, εγκρίθηκε από τη δεκαετία του 90 η πανάκριβη μεταφορά νερού από μονοπώλια-πειρατές και μια κλοπή-απώλεια νερού που υπολογίζεται στο 40-45% του δικτύου. Μετρητές που δουλεύουν «ιδιόμορφα», παράλληλες συνδέσεις στο δίκτυο, απλήρωτοι λογαριασμοί από «μεγάλους» καταναλωτές που δεν πληρώνουν με το «έτσι θέλω», συνθέτουν ένα τοπίο που μοιάζει, αλλά δεν είναι, αξεπέραστο.

Οι δημοτικές αρχές; Ακόμα και πριν το «καλό κράτος» του Καλλικράτη ήταν βαποράκια του χρήματος από το Κράτος, αργότερα από τη Νομαρχία και σήμερα από την Περιφέρεια, προς τους ιδιώτες. Ποτέ δεν φρόντισαν για τις υποδομές της Αίγινας. Του νησιού τους δηλαδή. Οι άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας. Κοινοτικές γεωτρήσεις που δεν λειτουργούν για το κοινό καλό, πηγές όπως στο δάσος μεταξύ Παλιά Χώρας και Σουβάλας-Αγίων που έκλεισαν χωρίς να στερέψουν, πλοία-υδροφόρες που δεν αγοράστηκαν για μια φτηνή μεταφορά, στέρνες που δεν κατασκευάστηκαν ως όφειλαν σε κάθε οικοδομή, φραγματάκια ανάσχεσης των όμβριων σε κατεβασιές των βουνών μας δεν έγιναν (πέρα από κάποια ξεχαρβαλωμένα φραγματάκια) για να μην χάνεται στη θάλασσα ούτε μια σταγόνα απ’ τη βροχή, η ντόπια παραγωγή δεν στηρίχθηκε από άποψη συνέχειας και υποδομών, η περιφέρεια του νησιού απομονώθηκε από ένα τουρισμό που θα μπορούσε να αποτελέσει πεδίο ισχυροποίησης δεσμών και γνωριμίας με τις απίστευτες ομορφιές και ιστορικούς θησαυρούς της.

Τι έκαναν; Αισχρή διαχείριση. Υποθήκευσαν το νησί στα τραπεζικά δάνεια, στους ιδιώτες, στο κράτος και στους τσιφλικάδες πολιτικούς, δημιούργησαν ένα τουρισμό των 200 μέτρων της παραλίας της πόλης της Αίγινας, χρεώθηκαν και συνεχίζουν να χρεώνονται σε ιδιώτες όπως στους υδρομεταφορείς βοηθώντας τους να επεκτείνουν τα μονοπώλιά τους, αυξάνουν την τιμή του νερού κρατώντας ένα γενναίο ποσό για πολιτιστικό τέλος και σήμερα στέκονται αμήχανοι μπροστά στον Καλλικράτη που είναι ένα μόνιμο αποκεντρωμένο μνημόνιο για τη Χώρα μας. Και με ανοιχτό το στόμα μπροστά στους προαγωγούς της ιδιωτικοποίησης των νερών. Ζητιανεύοντας κάθε τόσο χρήμα από την περιφέρεια και εύνοια από τους πολιτικούς για τις μικρές κρίσεις-θέατρο που προκαλούν οι νερουλάδες. Και μπροστά μας το φάσμα της σύνδεσης με την προ των θυρών ιδιωτικοποίησης της ΕΥΔΑΠ και ΕΥΔΑΠ Νήσων.  Με μια συνολικής επένδυση των μέχρι τώρα 30 εκατομμυρίων ευρώ. Αυτό λέει η μελετο-κατασκευή όπως αυτές που συναντούν κατά τη διαδικασία της κατασκευής διάφορα ανυπέρβλητα εμπόδια για να αυξάνουν το κόστος. Ε, δεν θα βρουν μπροστά τους κάποιο βράχο; Κάποιο εμπόδιο; Τέλος, η ΕΥΔΑΠ Νήσων είναι το κατάλληλο εφεύρημα για την υπαγωγή όλων των νερών της περιφέρειας μας υπό μια ρυθμιστή αρχή. Ποια; Την εταιρία φυσικά που θα νοικιάσει ή θα αγοράσει με το αζημίωτο τα νερά μας και τις υποδομές μας. Ακόμα και την αποικιακή σύνδεσή μας με την ΕΥΔΑΠ και όλα τα χερσαία έργα που θα γίνουν για να φάνε οι ιδιώτες.

Η αστικοποίηση του νησιού μας έχει κι άλλες πτυχές που δεν θα αναπτυχθούν στο παρόν. Μόνο μια ως υστερόγραφο που συνδέεται άμεσα με τις απόλυτες ανάγκες μας όπως αυτή για το νερό. Ποια είναι; Τα πάσης φύσεως απόβλητά μας. Αυτά που εξάγουμε επί πληρωμή για να μην πεθάνουμε από πανούκλα και λεπτοσπείρωση, δίπλα σ’ αυτό που εισάγουμε επί πληρωμή πάλι για να μην πεθάνουμε. Όχι για να ζούμε, αλλά για να μην πεθάνουμε. Τι εξάγουμε; Συνήθως αυτό που βρωμάει στους κάδους και είναι χρήσιμο υλικό. Που στην περίπτωση μιας στοιχειώδους αυτοργάνωσης θα μπορούσε να είναι αρίστης ποιότητας ζωοτροφή και πλούσιο φυτικό λίπασμα για τα χωράφια. Με τα μπάζα θα μπορούσαμε να έχουμε αποκαταστήσει τα νταμάρια που έκαναν την Αίγινα εργοτάξιο στο παρελθόν. Σε μια περίοδο που αποτυπώνεται η υπαγωγή ενός νησιού σε προάστιο της Αθήνας και οι άνθρωποί του σε αθύρματα της διεθνούς αγοράς.

Έτσι λοιπόν ανοίγουμε ένα διάλογο, που θα μπορέσει ίσως μέσω μιας γενικότερης επίγνωσης να αναδείξει συμπεράσματα κι ίσως κάποιες θέσεις αγώνα, όχι απλά για το νερό, ως Η2Ο, αλλά για την ίδια τη ζωή μας.

 

Σχεδία στ’ ανοιχτά της Αίγινας

Σεπτέμβρης 2012

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΡΙΘΜΩΝ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΩΝ

1)Η Intel που έχει εργοστάσια στη Σάντα Κλάρα, χρησιμοποιεί 1.400.000 τόνους νερό. Τα εργοστάσιά της στην Αλόχα άλλους 1.000.000 το χρόνο. Η Βάλκερ Σιλτρόνικ, εργοστάσιο πυριτίου χρειάζεται 3.000.000 τόνους το χρόνο.

2)Ένα αυτοκίνητο χρειάζεται 150 τόνους νερό.

3)Ένα τσιπάκι χρειάζεται 38 λίτρα κι ένα μεσαίου μεγέθους εργοστάσιο χρησιμοποιεί 190.000 τόνους. Όσο μια πόλη 20.000 κατοίκων.

4)Το γραφείο προστασία του Περιβάλλοντος εκτιμά ότι οι αμερικανικές πόλεις θα πρέπει να ξοδέψουν περίπου 150 δισεκατομμύρια δολάρια τις επόμενες δεκαετίες για τις βελτιώσεις των υποδομών ύδρευσης. Και για τα συστήματα αποχέτευσης άλλα 460 δισεκατομμύρια δολάρια. (2002)

5)Το 1994 η Τζακάρτα της Ινδονησίας χτυπήθηκε από ανομβρία και λειψυδρία. ΟΙ εγκαταστάσεις όμως γκολφ για τους τουρίστες συνέχισαν να υδροδοτούν με 1000 κυβικά νερό την ημέρα.

6)Στην κορύφωση μιας τρίχρονης ξηρασίας, το 1998, στην Κύπρο, η κυβέρνηση έκοψε την παροχή νερού κατά 50% στους αγρότες εξασφαλίζοντας τις ανάγκες σε ύδρευση, 2 εκατομμυρίων τουριστών.

7)Κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 με το «ευχαριστούμε Αθήνα», ο Δ. Κουτσογιάννης, καθηγητής του τομέα των υδάτινων πόρων του ΕΜΠ και συνυπεύθυνος της ολυμπιακής επάρκειας νερού έλεγε για τον πιθανό περιορισμό στην κατανάλωση 4 εκατομμυρίων κατοίκων σε περίπτωση που οι συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές.

8)Λίτρα νερού που αντιστοιχούν ανά ημέρα: Αφρική: 17, Ασία: 31, Αγγλία: 122, Γαλλία: 164, ΗΠΑ: 211, Ισπανία: 265

9)5.000 παιδιά πεθαίνουν ημερησίως από έλλειψη νερού

10)Στη δεκαετία του 1990, 143 περιπτώσεις ξηρασίας επιδείνωσαν τη ζωή 185 εκατομμυρίων ανθρώπων… Η λίμνη Τσαντ περιορίστηκε από τα 6.900 τετραγωνικά μίλια σε 1.500 στα τελευταία 20νχρόνια (2001). Πού στο διάολο πήγαν τα υπόλοιπα 5.400; Μήπως η Νιγηρία που κατέχει το ¼ της λίμνης χρησιμοποιεί τα νερά για την κατεργασία διαμαντιών;

11)Η παροχή νερού σε ανθρώπους και επιχειρήσεις είναι ήδη (2000) μια βιομηχανία με τζίρο 4000 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Αυτό το νούμερο αποτελεί σήμερα το 40% του μεγέθους του πετρελαϊκού τομέα και είναι κατά 1/3 μεγαλύτερο από το παγκόσμιο μέγεθος της φαρμακοβιομηχανία. Τρελά λεφτά!

12) 13)Τη δεκαετία του 90, 93 κράτη προστέθηκαν  στον κατάλογο όσων ιδιωτικοποίησαν συνολικά ή εν μέρει τα δίκτυα νερού. Ολόκληρη η Βόρεια Αμερική,  23 κράτη της Λατινικής,  20 στην Ευρώπη, 30 στην Αφρική και μέση Ανατολή και 17 στην Ασία. Σε ακόμα περισσότερα κράτη εκείνη την περίοδο οι διαπραγματεύσεις γίνονται απευθείας ανάμεσα στις εταιρίες και τις δημοτικές αρχές. Εκτός από τις δυο γαλλικές άλλες τρεις εταιρίες νέμονται τα παγκόσμια αποθέματα νερού: η γαλλική Σορ, η αγγλογερμανική Τέιμς και η αμερικανική Μπέχτελ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΜΑΣ

1)«Αν οι πόλεμοι αυτού του αιώνα γίνονται για το πετρέλαιο, στον επόμενο αιώνα θα γίνονται για το νερό» Ισμαήλ Σερατζελντίν, αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας.

2)«Στο Τέξας υγρό χρυσάφι είναι πλέον το νερό και όχι το πετρέλαιο» New York Times 16-4-2001

3) «Οτιδήποτε λοιπόν, το αποσπά από την κατάσταση στην οποία η Φύση έχει εξασφαλίσει και αφήσει, το έχει αναμίξει με την εργασία του και το έχει συνδέσει με κάτι το οποίο του ανήκει και ως εκ τούτου γίνεται ιδιοκτησία του» Τζόν Λόκ

4)«Η μοίρα του ανθρώπου είναι να κατακτήσει όλη τη γη και η μοίρα   της γης είναι να υποταχθεί στον άνθρωπο. Δεν μπορεί να υπάρχει καθολική κατάκτηση της γης ούτε πραγματική ικανοποίηση για την ανθρωπότητα, αν μεγάλα τμήματα της γης παραμένουν έξω από τον πλήρη έλεγχο του ανθρώπου. Μόνο όταν όλα τα μέρη της γης αναπτυχθούν με την καλύτερη υπάρχουσα γνώση και περιέλθουν σε ανθρώπινο έλεγχο, θα μπορεί πλέον ο άνθρωπος να πει ότι η γη του ανήκει…» John Widtsoe από το τμήμα διαχείρισης υδάτινων πόρων των πρώιμων ΗΠΑ

5)Από ομιλία του Λίντον Τζόνσον στα 1966 όταν παρουσίαζε το πρόγραμμα «Νερό για την Ειρήνη» στην Ινδία: «Βρισκόμαστε σε αγώνα προς την καταστροφή. Πρέπει να καλυφθούν οι παγκόσμιες υδατικές ανάγκες, αλλιώς το αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα είναι μαζικός λιμός…Αν αποτύχουμε  σας διαβεβαιώ σήμερα ότι ούτε η πρωτοφανής δύναμη του Αμερικανικού Στρατού δεν θα μπορεί να διατηρήσει την ειρήνη για πολύ».

6)Πρωθυπουργός της Ινδίας Ρατζίβ Γκάντι, 1980: «Η σημερινή κατάσταση είναι ότι από το 1951 έχουν ξεκινήσει 246 μεγάλα επιφανειακά αρδευτικά έργα. Μόνο 66 από αυτά έχουν ολοκληρωθεί ενώ 181 είναι ακόμα υπό κατασκευή. Ίσως, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι ο λαός δεν έχει δει σχεδόν κανένα όφελος από αυτά τα έργα. Για 16 χρόνια δίνουμε χρήματα. Οι άνθρωποι δεν έχουν λάβει τίποτα απ’ όσα δικαιούνται, ούτε άρδευση, ούτε νερό, ούτε αύξηση παραγωγής, ούτε βοήθεια στην καθημερινή τους ζωή».

 

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΑΣ

1)«Η γη έχει αρκετά για να καλύψει τις ανάγκες όλων μας, αλλά όχι αρκετά για να ικανοποιήσει την απληστία λίγων» Μαχατμά Γκάντι

2)Το νερό στην αραβική, στην ουρντού και στην ινδουιστική λέγεται ab. Η φράση Abad raho είναι χαιρετισμός που εύχεται ευημερία και αφθονία. Στα ουρντού η λέξη abadi περιγράφει τον ανθρώπινο οικισμό

3)Από τις εισηγήσεις του Ιουστινιανού: «Σύμφωνα με το νόμο της φύσης αυτά τα πράγματα είναι κοινά για την ανθρωπότητα –ο αέρας, το τρεχούμενο νερό, η θάλασσα κατά συνέπεια οι ακτές της»

4)«Το νερό είναι κάτι που κινείται, που περιπλανιέται και είναι αναγκαίο να είναι κοινόχρηστο σύμφωνα με το νόμο της φύσης, έτσι ώστε εγώ να μπορώ να έχω μια προσωρινή, εφήμερη επικαρπία του νερού» Ουίλιαμ Μπλάκστοουν

4)Από το Κοράνι: «Το νερό είναι η πηγή όλης της ζωής»

5)ΟΣηκουάνας ήταν θεός. Η Τάμεσις στην Αγγλία ήταν θεότητα.

 

 

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ-ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ 1975

Από τη χωροταξική Ρυθμιστική μελέτη νήσων Αιγίνης Αγκιστρίου και των πέριξ νησίδων μετά πολεοδομικών –ρυμοτομικών σχεδίων οικισμών και ζωνών αναπτύξεως «Αίγινα 3»

Από τα γραφεία Μελετών: 1)Σ. ΜΑΥΤΑ-ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Η. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ 2) Γ.ΜΙΧΑΛΙΤΣΙΑΝΟΥ

Ελληνική Δημοκρατία-Υπουργείον Συντονισμού

«Οι βασικότεροι λόγοι που έκαναν την ανάθεση της μελέτης της Αιγίνης αναγκαία, είναι ότι η θέση του νησιού μέσα στον ευρύτερο χώρο των Αθηνών συνδυαζόμενη με το καλό κλίμα και τα στοιχεία τουριστικής έλξεως (μνημεία, νησιώτικη παράδοσις, γραφικότητης τοπίων, ακτές) έχουν καταστήσει την Αίγινα ήδη από εικοσαετίας τόπο μεγάλης εκδρομικής και παραθεριστικής κινήσεως με πολλές δυσμενείς επιπτώσεις πάνω στην ελκυστικότητα του νησιού και μακροχρονίως πάνω στην τοπική οικονομία… Η θέσις, το κλίμα η θάλασσα και η έλξις των τοπίων και μνημείων αποτελούν μια σημαντική δυνατότητα τουριστικής αναπτύξεως για το νησί, που όμως έχει ήδη εξελιχθή σε ψηλά επίπεδα αλλά με τρόπο που χωρίς να ανεβάζη το εισόδημα των κατοίκων, έχει προκαλέσει επιζήμιες επιπτώσεις στους ίδιους τους τουριστικούς πόρους και στη λοιπή οικονομία…»

«…O συνολικός πληθυσμός της περιοχής μελέτης ήταν το 1971 10.186 άτομα. Στο διάστημα 1961-1971 ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 6,38%. Η αύξησις αυτή ήταν μικροτέρα από άλλες περιοχές του νομού Αττικής-Πειραιώς. 62% του πληθυσμού της περιοχής μελέτης κατοικεί στην Χώρα της Αίγινας. Οι συνθήκες στεγάσεως στην περιοχή μελέτης κρίνεται ότι δεν είναι ικανοποιητικές, δεδομένου ότι το 95% των νοικοκυριών δεν διαθέτουν λουτρό ή ντους και 26% δεν διαθέτουν κουζίνα ή αποχωρητήριο, τέλος δε 30% των νοικοκυριών στεγάζονται με πυκνότητα μεγαλύτερη των 9 ατόμων στο δωμάτιο. Το επίπεδο της οικονομίας της περιοχής μελέτης είναι από τα χαμηλότερα του νομού Αττικής-Πειραιώς λόγω ελλείψεως πόρων. Στον πρωτογενή τομέα η Αίγινα παρουσιάζει την χαρακτηριστική εξειδίκευση στη φιστικιά. Γενικά ο πρωτογενής τομέας πάσχει από έλλειψη νερού. Η θέσις, το κλίμα η θάλασσα και η έλξις των τοπίων και μνημείων αποτελούν μια σημαντική δυνατότητα τουριστικής αναπτύξεως για το νησί, που όμως έχει ήδη εξελιχθή σε ψηλά επίπεδα αλλά με τρόπο που χωρίς να ανεβάζη το εισόδημα των κατοίκων, έχει προκαλέσει επιζήμιες επιπτώσεις στους ίδιους τους τουριστικούς πόρους και στη λοιπή οικονομία…»

«…Στο δευτερογενή τομέα δεν υπάρχει αξιόλογη ανάπτυξις ούτε δυνατότητες

Η σύνθεσις της απασχολήσεως είναι:

-πρωτογενής      48%

-δευτερογενής   27%

-τριτογενής        25%

Στην περίοδο δε της τουριστικής αιχμής είναι:

-πρωτογενής       32%

-δευτερογενής    15%

-τριτογενής         52%

Το εισόδημα και η διάρθρωσις αυτού το 1972 ήτανε συνολικό εισόδημα 131 εκατ. Δρχ. (χωρίς εισόδημα οικοπέδων) κατά κεφαλήν 32.000 δρχ. (χωρίς εισόδημα οικοπέδων)

πρωτογενής       43%

δευτερογενής     23%

τριτογενής         34%

τουρισμός          27%

Υπάρχουν δυνατότητες βελτιώσεως της οικονομίας της περιοχής, με επίλυση του προβλήματος του νερού για τον πρωτογενή τομέα, με ορθολογικότερη αξιοποίηση των τουριστικών πόρων, κατασκευή της απαραίτητης υποδομής και περιορισμό της μη τοπικής οικονομικής δραστηριότητας λόγω της οποίας το παραγόμενο εισόδημα εξάγεται από τον τόπο…»

«…Ο τουρισμός στην Αίγινα είναι παραθεριστικός και εκδρομικός. Το τουριστικό ρεύμα στην Αίγινα αποτελεί σε αριθμό διανυκτερεύσεων το 0,66% του τουριστικού ρεύματος της Χώρας, ενώ ο πληθυσμός της αποτελεί το 0,12% του πληθυσμού της Χώρας. Στην τριετία 1969-1972 η αύξησις των διανυκτερεύσεων ήταν 23% των ημεδαπών και 275% των αλλοδαπών, ενώ στο σύνολο Χώρας η αύξησις ήταν 8,8% και 123% αντιστοίχως. Οι ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες αποβίβασαν το 1972 654,5 χιλιάδες επιβάτες και 32,6 χιλιάδες οχήματα, το 30% των οποίων κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Το σύνολο σχεδόν της κινήσεως εξυπηρετείται από το λιμάνι της Αίγινας, το οποίο παρουσιάζει συμφόρηση. Κατά μια μέρα αιχμής στη νήσο Αίγινα βρίσκονται 31.000 άτομα με τη σύνθεση:

10.000 κάτοικοι

13.000 παραθεριστές

3.000 πελάτες ξενοδοχείων

5.000 εκδρομείς

Απ’ αυτό φαίνεται ότι ο πληθυσμός της ημέρας αιχμής είναι τριπλάσιος του γηγενούς και ότι το μεγαλύτερο μέρος είναι παραθερισταί. Επίσης φαίνεται ότι η τουριστική κίνησις εκτός ξενοδοχείων είναι σημαντική και οι συνήθεις μετρήσεις βάσει διανυκτερεύσεων δίνουν υποεκτιμήσεις του ημεδαπού κυρίως τουριστικού κύματος.

Οι σχέσεις κλινών ξενοδοχείων προς τις κλίνες τουριστικών δωματίων στην Αίγινα είναι 1:1,2 (υπάρχουν 1.210 κλίνες ξενοδοχείων και 1.483 κλίνες τουριστικών δωματίων) ενώ στην Ελλάδα στο σύνολό της η σχέσις είναι 1:0,9. Δεν υπάρχουν ξενοδοχεία Α΄ κατηγορίας στη νήσο Αίγινα. Στο Αγκίστρι δεν υπάρχει κανένα ξενοδοχείο.

Στην περιοχή μελέτης υπάρχουν 2.677 παραθεριστικές κατοικίες (έναντι 4.156 μονίμων) ωρισμένες δε περιοχές είναι καθαρά τόπος παραθερισμού με ελάχιστες μόνιμες κατοικίες.

Το σύνολο των απασχολούμενων στον τουρισμό στο πεντάμηνο Απριλίου-Σεπτεμβρίου είναι 1.090 άτομα. Κατά την λοιπή περίοδο οι απασχολούμενοι είναι μόνο 200.

Στην πόλη της Αίγινας υπάρχει το 60% των καταστημάτων εξυπηρετήσεως των τουριστών. Το 25% όμως των κλινών ξενοδοχείων.Από πλευράς ξενοδοχειακού δυναμικού η σημαντικώτερη περιοχή είναι η Αγία Μαρίνα που έχει το 50% των ξενοδοχειακών κλινών.

Τα πολιτιστικά στοιχεία έλξεως επισκεπτών στην περιοχή μελέτης είναι:

-ο ναός της Αφαίας δωρικός ναός

-ο αρχαιολογικός χώρος Κολώνας (περιέχει λείψανα προϊστορικού οικισμού, τειχών δωρικού ναού, κτηρίων κλασσικής εποχής και ελληνιστικής εποχής)

-τάφοι διαφόρων εποχών

-ο αρχαιολογικός χώρος Ελλανίου όρους (ερείπια ναού ελληνιστικής εποχής και ναός βυζαντινός)

-η Παληαχώρα (λείψανα μεσαιωνικής πρωτεύουσας της Αίγινας με 38 ναούς οι οποίοι σώζονται μέχρι και σήμερα)

-οι βυζαντινές εκκλησίες σε διάφορα μέρη της νήσου

-νεώτερα μνημεία (Κυβερνείο, Εϋνάρδειο ορφανοτροφείο, που έχει μετατραπεί σε φυλακές, αρχοντικά της εποχής του Καποδίστρια και μεταγενέστερα

-η παραδοσιακή αρχιτεκτονική (αιγαιοπελαγίτικη, στεριανή και νεοκλασική).

Τα στοιχεία αυτά, πάνω στα οποία βασίστηκε η αρχική έλξις επισκεπτών, η οποία εξελίχθηκε σε σημαντική τουριστική ανάπτυξη της περιοχής, παρουσιάζουν μεγάλα προβλήματα στη σημερινή τους κατάσταση. Έχουν αλλοιωθή, τα ίδια ή ο χώρος μέσα στον οποίο βρίσκονται και είναι, κατά το πλείστον, ξεκομμένα από τη σύγχρονη ζωή.

Πέρα από τα πολιτιστικά στοιχεία υπάρχουν και αξιόλογα τοπία, η νησιώτικη ατμόσφαιρα, το κλίμα και οι ακτές που έλκουν τους επισκέπτες.

Το έτος 2000 υπολογίζεται ότι κατά μίαν ημέρα αιχμής θα υπάρχουν πάνω στην περιοχή μελέτης 85.000 άτομα (έναντι (31.000 σήμερα) με την σύνθεση:

20.000 κάτοικοι

28.000 παραθεριστές

17.000 πελάτες ξενοδοχείων

20.000 επισκέπτες (εκδρομείς)

Οι απασχολούμενοι στον τουρισμό, το έτος 2000, προβλέπεται να είναι 1.200 μονίμως και 3.000 στην περίοδο αιχμής. Το προβλεπόμενο τουριστικό εισόδημα για το 1987 προβλέπεται ότι θα αποτελή 40% του γενικού εισοδήματος (έναντι 29% σήμερα)…»

«Από πλευράς υδροδοτήσεως υπάρχει οξύ πρόβλημα. Ο υπόγειος ορίζοντας έχει κατέβει και υπάρχει κίνδυνος αλατώσεως και μολύνσεως… Ο πληθυσμός της Χώρας ήταν, το 1971, 6.000 κάτοικοι, 60% του πληθυσμού περιοχής μελέτης. Για το έτος 2000 σύμφωνα με την επιλεγείσα χωροταξική λύση θα είναι 9.500, 44% του πληθυσμού περιοχής μελέτης. Στην περιοχή της Χώρας έχουμε το 30% της γεωργικής γης της περιοχής μελέτης, παράγεται δε το 57% των κηπευτικών, 75% των καρπών δενδρωδών καλλιεργειών, 77% των φιστικιών. Το 70% του γεωργικού εισοδήματος της περιοχής προέρχεται από τη Χώρα. Επίσης το 70% των κεφαλιών βοοειδών και το 67% των κεφαλιών ορνίθων υπάρχει στην περιοχή αυτή. Η υπεροχή της περιοχής στον γεωργικό τομέα οφείλεται στην ύπαρξη εκεί του μεγαλυτέρου μέρους των γόνιμων εδαφών, του αγοραστικού κοινού και της υποδομής των μεταφορών. Το έτος 2000,σύμφωνα με τη μελέτη, η περιοχή θα έχει διατηρήσει την γεωργική δραστηριότητα διότι καταβάλλεται προσπάθεια να αποφευχθή η οικιστική επέκτασις σε γόνιμα εδάφη. Με την επίλυση δε του υδρευτικού προβλήματος και με την τεχνολογική πρόοδο θα βελτιωθή η παραγωγικότης του γεωργικού τομέως».

«…Βασικά επιδιώκεται να ξεπεραστούν τα εμπόδια που παρακωλύουν την φυσιολογική εξέλιξη της πόλεως, όπως είναι η πόλωσις των λειτουργιών στο συμφορημένο  κέντρο, η ύπαρξις φραγμών στην επέκταση (π.χ. η ύπαρξις φυλακών και γηπέδου εμποδίζει την ανάπτυξη προς τον νότον) ή η, για κερδοσκοπικούς λόγους, παράλογη επέκταση του δικαιώματος δομήσεως σε όλη τη γόνιμη γη (χαρακτηρισμός μιας εκτάσεως 13.000 στρεμμάτων σαν οικισμού προ του ’23)…»

«…Εξετάζονται τέλος τρεις εναλλακτικές εικόνες ρυθμίσεων του χώρου:

-η εικόνα των τάσεων, δηλαδή η διατήρησις της δυνατότητος οικοδομήσεως πάνω στο σύνολο των 13.000 στρεμμάτων που έχουν χαρακτηρισθεί σαν οικισμοί προς του ’23 και μπορούν να οικοπεδοποιηθούν με αρτιότητα 150 τ.μ. σε ακτίνα 4 χλμ. Από το κέντρο της Χώρας.  Τούτο σημαίνει κατάτμηση της γόνιμης γεωργικής γης και ψευτοαστικοποίηση διότι θα χτιστή μόνο το 2% της χωρητικότητος με διασπορά, μεγάλο κόστος υποδομής, αλλοίωση του περίγυρου του παραδοσιακού οικισμού. Πλήρης καταστροφή του παραδοσιακού κεντρικού πυρήνος λόγω πιέσεων.

-η εικόνα της μεγίστης συγκεντρώσεως, της νέας επεκτάσεως σε μια μόνον περιοχή. Τούτο σημαίνει πλήρη αντιστροφή των τάσεων και επομένως μεγάλο κόστος οικονομικό,  διοικητικό και κοινωνικό εφαρμογής, ενώ αντίθετα το κόστος κατασκευής της υποδομής, η εξυπηρέτηση των κατοίκων και η δυνατότης διατηρήσεως του παραδοσιακού οικισμού και περίγυρου είναι στοιχεία ευνοϊκά της εικόνας.

-η ενδιάμεση εικόνα, δηλαδή η εκλογή περισσοτέρων της μιας περιοχών για νέα ανάπτυξη, με είδος αναπτύξεως προσαρμοσμένο στα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής. Αυτό σημαίνει ένα συνδυασμό των πλεονεκτημάτων των προηγούμενων εικόνων, έτσι ώστε να έχη δυνατότητες εφαρμογής χωρίς μεγάλη αναστάτωση όπως στην πρώτη εικόνα, αλλά και πλεονεκτήματα λειτουργίας όπως η δεύτερη…»

«…Παρά το γεγονός ότι η Αίγινα έχει κυρηχθή ως προστατευόμενος οικισμός, δεν  δίδει την εντύπωση ότι έχει καταβληθή προσπάθεια συντηρήσεως. Πολλά νέα, άσχημα και ‘’ξένα’’ στο τοπικό περιβάλλον στοιχεία έχουν χρησιμοποιηθεί και έχουν διαβρώσει σημαντικά τον χαρακτήρα της Αίγινας.

Η Χώρα της Αίγινας είναι διάστικτη από αξιόλογα κτίρια, παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, επί πλέον διαθέτει τον αρχαιολογικό χώρο της Κολώνας. Το σύνολο όμως των μνημείων αυτών δεν έχει ικανοποιητικά διατηρηθή και ενταχθή στη σύγχρονη ζωή, η οποία δημιουργεί πιέσεις αλλοιώσεως.

Οι χρήσεις γης χαρακτηρίζονται από μεγάλη συγκέντρωση υπηρεσιών στο κέντρο και από έλλειψη κοινόχρηστων ελεύθερων χώρων.

Υπάρχει ένα εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως νομοθετημένο με διάταγμα του 1898. Χαρακτηριστικό του σχεδίου αυτού αποτελεί η έλλειψη σεβασμού στον παραδοσιακό χαρακτήρα της χαράξεως, του πλάτους και της μορφής γενικά των οδών, στην τοπογραφία και στις υπάρχουσες ιδιοκτησίες. Η εφαρμογή του απαιτεί πλήθος προσαρτήσεων και αποζημιώσεων.

Ανάλογα με το τι συμφέρει κάθε φορά τον ιδιοκτήτη οι καινούργιες οικοδομές πότε τοποθετούνται στην υφισταμένη οικοδομική γραμμή,  πότε τοποθετούνται σύμφωνα με το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως, με αποτέλεσμα να οξύνεται το πρόβλημα κυκλοφορίας στην πόλη.

Οι επιτρεπόμενες ελάχιστες επιφάνειες οικοπέδων είναι 40-60 μ2, ισχύον σύστημα είναι το συνεχές και το επιτρεπόμενο μέγιστο ύψος οικοδομών είναι τα 8 μ., ή δυο ορόφοι ανεξαρτήτου πλάτους δρόμου μέχρι 8 μ. Για πλάτος δρόμου πάνω από 8μ. επιτρέπεται ύψος 11μ. (Εν τούτοις δεν υπάρχουν παρά 39 οικοδομές τριώροφες από τις 1280 της Χώρας και από αυτές μόνο οι 12 είναι παλιές. Τούτο δείχνει ότι δεν υπάρχει πίεσις για ψηλότερα κτήρια.

Παρά τους ισχύοντες όρους δομήσεως και τις προδιαγραφές της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που απαγορεύουν περισσότερους από τρεις ορόφους έχουμε σήμερα 5 τετραώροφες και μία πενταόροφη. Το ισχύον οικοδομικό σύστημα το συνεχές ευθύνεται τόσον για την μεγαλύτερη αλλοίωση του παραδοσιακού χαρακτήρα της πόλεως όσον και για την απαράδεκτη αύξηση της πυκνότητος της πόλεως (διότι δίνει την δυνατότητα να χτιστή η παραδοσιακή αυλή ενώ συγχρόνως η παλιά οικία στο βάθος καταλαμβάνει τμήμα ή ολόκληρον τον υποχρεωτικώς ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου».

 


Ένα παραμύθι (χωρίς δράκο) για το νερό στην Αίγινα

Τα τελευταία περίπου 30 χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες τουριστικές ζώνες στον κόσμο, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται βαθμιαία τα συμπτώματα της κρίσης σπανιότητας του νερού. Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό πλαίσιο και στο νησί μας. Στην Αίγινα

Θα ήταν παράλογο να μην συνέβαινε. Παραθαλάσσιες και νησιώτικες, πρώην αγρο-κτηνοτροφικές περιοχές, με την αλιευτική δραστηριότητα μαζί ως βασικούς οικονομικο-κοινωνικούς προσανατολισμούς, έγιναν  πεδίο ανάπτυξης της τουριστικής βιομηχανίας. Ο λιγοστός πληθυσμός ραγδαία από τη δεκαετία του ’90 και μετά, πολλαπλασιάζεται από έναν πληθυσμό απαιτητικό και σπάταλο στο νερό και με «νέες» υδροβόρες αστικές συνήθειες περί «καθαριότητας» και «υγιεινής». Από έναν αστικό πληθυσμό αδιάφορο για την πραγματική τοπική ζωή. Αδιάφορο για την ένδεια του Αιγινήτη που μετατράπηκε πολύ γρήγορα  σε δυνατότητα άνετης επιβίωσης έως και οικονομικής μεγέθυνσης με την παροχή υπηρεσιών στην τουριστική βιομηχανία. Άλλαξαν, λοιπόν, οι προσανατολισμοί της οικονομίας στο νησί  μας με βάση τη γενική κυρίαρχη πολιτική βούληση προς μια ανεξάντλητη και «αειφόρο» στροφή προς τις τουριστικές υπηρεσίες.

Έτσι  παραγκωνίστηκε έως καταστράφηκε  κάθε δυνατότητα συγκράτησης των όμβριων υδάτων. Το  δίκτυο ύδρευσης και η επέκτασή του με διαρκείς προσθήκες παρέμεινε ίδιο. Πολλά πηγάδια μετατράπηκαν σε βόθρους ενώ για τις νέες ανάγκες του τουρισμού αλλά και λόγω των θαυμαστών ιστορικών, γεωγραφικών, αισθητικών, κλιματικών και άλλων ιδιαιτεροτήτων του νησιού να προσελκύει μετοίκους, ανοίχτηκαν πλήθος γεωτρήσεων που από ένα σημείο και μετά τραβούσαν, απλά, νερό από τη θάλασσα. Η έλλειψη στοιχειώδους μέριμνας από τις εκάστοτε δημοτικές αρχές να ενισχυθούν οι υποτυπώδεις υποδομές με υδροφόρα πλοία προκειμένου να ελαχιστοποιείται το κόστος, η έλλειψη βούλησης για την αναπλήρωση νερού από κοινοτικά ελεγχόμενες γεωτρήσεις, η έλλειψη κοινωνικού έλεγχου για την ποσότητα εισαγωγής νερού, η έλλειψη μέριμνας σχετικά με το δίκτυο και τις τεράστιες απώλειες, η έλλειψη διάθεσης μιας νέας προσπάθειας συγκράτησης του επιφανειακού νερού με σύγχρονους τρόπους (π.χ. φράγματα τύπου Απεράθου Νάξου, δενδροφυτεύσεις, σπορά φυτών), υπερμεγέθυναν το ζήτημα. Έτσι μετατράπηκε η Αίγινα σε ένα αστικό τοπίο από άποψη καθημερινών συνηθειών, οικονομίας και κοινωνίας. Έτσι γεννήθηκε η προβληματοποίηση του νερού.

Από την άλλη οι τοπικές αρχές χρεώνονταν –διαρκώς- προκειμένου λειτουργικά να διατηρούν ένα σχετικά ανεκτό πεδίο παροχής υπηρεσιών κυρίως στα τουριστικά στίφη, ενώ αδιαφορούσαν, στη βάση ενός πρόσκαιρου πολιτικού ή άλλου οφέλους, για τη δημιουργία και στήριξη υποδομών στην παροχή νερού. Έτσι, μέσες-άκρες, σε όλη την παράκτια Ελλάδα αλλά και σε όλη τη Μεσόγειο Θάλασσα, η υπόθεση πόσιμο νερό, απέκτησε κάτι παραπάνω από τη σημασία που είχε το πετρέλαιο τον προηγούμενο αιώνα. Πάνω σ΄ αυτή την ανάγκη πάτησαν και οι βιομηχανίες εμφιάλωσης που είτε μέσω της διαφήμισης είτε μέσω της πραγματικής έλλειψης σε πόσιμο νερό, γιγαντώθηκαν, πουλώντας νερό από πηγές που νοικιάζουν ή ανήκουν στην επικράτεια Οργανισμών Τοπικής ‘’Αυτοδιοίκησης’’, δίνοντας ψίχουλα ως ανταποδοτικά οφέλη.

Από την έναρξη της χιλιετίας, μάλιστα, εποχή στην οποία θεσμοποιήθηκε η δυνατότητα του κράτους να ελέγχει όλα τα νερά της ελληνικής γης, ξεκίνησε και όλη η παραφιλολογία για το νερό=εμπόρευμα καθώς και το ιδεολόγημα: «μόνο όταν το πληρώνεις το εκτιμάς». Ο νόμος «Καλλικράτης», σύγχρονος πολιτικός ιμάντας μεταφοράς χρήματος προς τους ιδιώτες και τους εργολάβους, απογείωσε τη δυνατότητα των διεθνών ολιγοπωλίων του νερού, δηλαδή τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, να στήσουν ένα πανηγύρι χρήματος γύρω από τη διαχείριση του αστικού δικτύου ύδρευσης-αποχέτευσης των πόλεων αλλά και όλων των τοπικών δικτύων μέσω της ίδρυσης θυγατρικής, τοπικής ΕΥΔΑΠ. Παράδειγμα αποτελεί η «δική μας» θυγατρική ΕΥΔΑΠ Νήσων σε μια περίοδο που οι όροι των Μνημονίων περιλαμβάνουν την ιδιωτικοποίηση των «μητρικών» ΕΥΔΑΠ (Αθήνα-Πειραιά) και ΟΥΘ (Θεσσαλονίκη). Η επιλογή του προσώπου, τέλος, ως διευθύνοντος συμβούλου, ενός προσώπου που έπαιξε σημαντικό ρόλο σε πολυεθνική που ενεπλάκη με ιδιωτικοποιήσεις νερού διεθνώς (VEOLIA πρώην VIVENTI WATER) δεν έχει μόνο συμβολικό χαρακτήρα αλλά επισφραγίζει μια βασική επιλογή. Τη απόλυτη μετατροπή ενός απόλυτου αγαθού σε απόλυτο εμπόρευμα (υπάρχουν περιοχές στον κόσμο που απαγορεύεται και η συλλογή νερού της βροχής). Αυτή περίπου είναι η πραγματικότητα στο νησί και με κάποιες αποκλίσεις –κυρίως έντασης- στο ευρύτερο οικουμενικό πλαίσιο.

Συμπερασματικά και ειδικά για το νησί μας και μπροστά στις ολοφάνερες προσπάθειες για διαρκή ανατιμολόγηση (=επέκταση της εμπορευματοποίησης) του νερού βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σταυροδρόμι:

Από τη μια έχουμε τη συνέχιση ενός αδιέξοδου τρόπου πολιτικής, οικονομίας και κοινωνικής συγκρότησης που διαρκώς καταστρέφει τις δυνατότητες επιβίωσης, αυτοδυναμίας και αξιοπρέπειας.

Από την άλλη οφείλουμε να ξαναδίνουμε νόημα στις απονεκρωμένες έννοιες «δημοκρατία», «οικονομία» και «κοινωνία», να ανασταίνουμε τη χαμένη γνώση των παλιών που μας στήριξε ακόμα και στους πιο δύσκολους καιρούς, να αναζητούμε την ισορροπία κοινωνίας και ατόμου, κοινωνίας και φύσης, οικονομίας και κοινωνίας, ηθικής και πραγματικότητας.

Από σήμερα κι όχι σε ένα «απώτερο» μέλλον, μπορούμε να συζητάμε για:

την προσπάθεια για την τοπική διευθέτηση ζητημάτων από τοπικές συνελεύσεις και τα δίκτυά τους σ’ όλο το νησί,

την εφαρμογή προγράμματος κατασκευής φραγμάτων, σουβάλων κι άλλων μορφών ταμιευτήρων νερού,

τη φύτευση δένδρων και άλλων φυτών προκειμένου το ρίζωμά τους να συγκρατεί το βρόχινο νερό,

την εξασφάλιση χαμηλής ροής στο δίκτυο ύδρευσης και ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες,

την αγορά πλωτής υδροφόρας,

την απαγόρευσης λειτουργίας και εγκατάστασης κάθε υδροβόρας ιδιωτικής ή μέχρι τώρα δημοτικής επιχειρηματικής πρακτικής,

την εγκατάσταση και ελεγχόμενων κοινοτικά, γεωτρήσεων,

την απαίτηση οικονομικής χρηματοδότησης για την κατασκευή στερνών, σε κατοικίες και άλλα κτίρια,

τη δημιουργία Ινστιτούτου Ανάλυσης Νερού και Γεωλογικών Μελετών, Κέντρου Θαλάσσιας Έρευνας όπως και Εργαστηρίων Φυτοπαθολογίας- Κτηνιατρικής,

τη στήριξη εγκαταστάσεων, μεταποίησης, διάθεσης και διανομής για τα αγαθά της γεωργικής-κτηνοτροφικής παραγωγής-αλιείας καθώς και του ξεκαθαρίσματος των λογαριασμών όλων των μεγάλων χρεοφειλετών

την σταδιακή ανανέωση του δικτύου ύδρευσης και των εγκαταστάσεών του όπου χρειάζεται,  όπως και τον έλεγχο της εισαγωγής του από επιτροπές πολιτών (απώλειες 45%),

την αποκέντρωση αλλά και ποιοτική αναβάθμιση των τουριστικών υπηρεσιών.

Με τις πτυχές αυτής της κατεύθυνσης ενδεχομένως προσαρμοσμένες στην πραγματικότητα, εμπλουτισμένες κι από περισσότερες κοινωνικές ή τοπικές συνιστώσες, μπορούμε να προχωράμε, ανακτώντας την επιβίωση και την αξιοπρέπεια.

καλοκαίρι 2012

σχεδία στ’ ανοιχτά της Αίγινας                                  http://sxedia.espivblogs.net