κείμενο του Κώστα Σαμάντη, ενεργού μέλους κινήσεων πολιτών στον Υμηττό, αρθρογράφου στη “Ρήξη” και μέλους της ΚΠ “Άρδην”, με το οποίο πραγματοποίησε εισήγηση στο “πολιτικό καφενείο” Αίγινας
ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ : ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ ΣΤΟΝ ΦΟΥΧΤΕΛ
Ξεκινώντας τη σημερινή μας συζήτηση για τη τοπική αυτοδιοίκηση θα χρειαστεί να πάμε αρκετά χρόνια πίσω και συγκεκριμένα στο 1912 όταν η τότε κυβέρνηση προχώρησε στη πρώτη νομοθέτηση του πλαισίου στο οποίο θα κινιόταν .
Σύμφωνα λοιπόν με αυτό ορίστηκαν γύρω στις 6.000 δήμους και κοινότητες οι οποίες και θα αποτελούσαν εφ εξής τη ραχοκοκαλιά του θεσμού. Ο σκοπός ήταν προφανής: μέσα από την εγκαθίδρυση μικρών και μεγαλύτερων οργανισμών ΤΑ το βάρος της ανασυγκρότησης της νεαρού κράτους έπεφτε στις πλάτες αυτοδιοικητικών μονάδων οι οποίες αφενός θα φρόντιζαν , ακόμη και στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της χώρας με δεδομένα τα προβλήματα μετακίνησης και επικοινωνίας, την οργάνωση της τοπικής κοινωνίας και την διευθέτηση των προβλημάτων που τη συνόδευαν αλλά επίσης και τη συγκράτηση των τοπικών πληθυσμών ώστε να λειτουργήσει ο εκτεταμένος και αποκεντρωμένος παραγωγικός ιστός ο οποίος στη συντριπτική πλειοψηφία του ήταν αγροτικός.
Στα χρόνια που ακολούθησαν το εκτεταμένο αυτό πλέγμα δήμων και κοινοτήτων βρέθηκε αντιμέτωπο με αρκετά προβλήματα σοβαρότερα των οποίων, εκτός της γραφειοκρατίας και της έλλειψης πόρων , ήταν αφενός η κατά κεντρική πολιτική επιλογή ενίσχυση των αστικών κέντρων , η αστυφιλία όπως έχουμε συνηθίσει να την ονομάζουμε αφετέρου το μεγάλο κίνημα εσωτερικής μετανάστευσης που ακολούθησε το τέλος της εμφύλιας σύρραξης του 1946-1949. Παρ΄ όλα αυτά, στο μέτρο του δυνατού που της αναλογούσε, η κοινότητα και ο μικρός δήμος επιτελούσαν σημαντικό έργο στην οργάνωση της περιφέρειας. Ειδικότερα για τους κατοίκους νησιών αλλά και απομονωμένων ορεινών περιοχών , με τη πλειοψηφία του γεωγραφικού ανάγλυφου της χώρας μας να χαρακτηρίζεται από αυτές τις ιδιομορφίες, πάντα ήταν ο κοινοτάρχης αυτός ο οποίος θα μπορούσε να βοηθήσει στο ξεπέρασμα κεντρικών γραφειοκρατικών εμποδίων, στη διατήρηση σε ένα στοιχειώδες λειτουργικό επίπεδο των δρόμων και των υδάτινων ροών για παράδειγμα, στη διεκδίκηση καλύτερων όρων στην εκπαίδευση της περιοχής ακόμη και την διεκδίκηση ενός προσωρινού ή ενός αγροτικού ιατρού. Λειτουργούσε ουσιαστικά ως το μακρύ χέρι της τοπικής , μικρής και απομακρυσμένης από τα κέντρα εξουσίας, κοινότητας. Οι όποιες ενστάσεις σχετικά με τη σύνδεση και τη λειτουργία των κοινοταρχών και δημάρχων με κατεστημένα κομματικά σχήματα και ο ενδεχόμενος ρόλος τους ως τοπικού κομματάρχη προφανώς και μπορούν να συζητηθούν, ουδόλως όμως μπορούν να αλλάξουν τη δυναμική που κουβαλούσε ο μικρός και αποκεντρωμένος χαρακτήρας της ΤΑ.
Τα τελευταία χρόνια η κεντρική εξουσία αποφάσισε ότι το συγκεκριμένο μοντέλο ήταν μη λειτουργικό και κυρίως αντιοικονομικό.
Μη λειτουργικό γιατί προτιμούσε να ασκεί έναν όλο και περισσότερο συγκεντρωτικό πολιτικό έλεγχο σε κάθε δομή της χώρας και αντιοικονομικό μιας και στο φαντασιακό της κυριαρχούσε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο και όχι η και οικονομική και παραγωγική ανασυγκρότηση της πατρίδας. Στο πλαίσιο αυτό επιχειρήθηκε και η πρώτη διοικητική μεταρρύθμιση η γνωστή και ως Καποδίστριας. Κατ΄ αυτήν περιορίστηκε ο αρχικός αριθμός των 6.000 περίπου δήμων και κοινοτήτων σε 1060 με ένα μεγάλο μέρος της περιφέρειας να αποστερείται πλέον των όποιων αυτοδιοικητικών και λειτουργικών δικαιωμάτων είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Επί της ουσίας ο Καποδίστριας δεν μπόρεσε να επιλύσει βασικά ζητήματα για την ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας και της υπαίθρου ιδιαίτερα. Η απομείωση των διοικητικών λειτουργιών (τοπικές υπηρεσίες κ.α) οδήγησε στην σταδιακή ελάττωση του πληθυσμού της περιφέρειας μιας και πλέον η εξυπηρέτηση των κατοίκων (από ένα πιστοποιητικό γέννησης μέχρι τη στήριξη της απασχόλησης) μεταφέρθηκε μακρύτερα από τον τόπο διαμονής.
Η μέριμνα για την προστασία του αστικού, αγροτικού και φυσικού περιβάλλοντος πέρασε από τα χέρια των τοπικών κοινωνιών (Δήμων ή Κοινοτήτων) σε κεντρικότερους και πιο απομακρυσμένους οργανισμούς. Ενώ μέχρι τότε η κάθε Κοινότητα και Δήμος είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και καθήκον στη συντήρηση, φύλαξη και ανάπτυξη των υπαρχουσών δομών (υδρευτικοί και αρδευτικοί οδοί, πυρασφάλεια, καθαριότητα, τοπικό οδικό δίκτυο κ.λ.π.) τώρα τούτο το ανέλαβε ο κεντρικός Δήμος ο οποίος όμως έχει και τις προτεραιότητές του (και οι οποίες σαφώς συνδέονται ευθέως και με τον αριθμό των ψηφοφόρων), με αποτέλεσμα μικρές οικιστικές κοινότητες (άρα και με λίγους κατοίκους) να κατέχουν τις τελευταίες θέσεις στην όποια εξυπηρέτηση.
Βασικότατο έλλειμμα παρουσιάσθηκε και στην πολιτική λειτουργία των τοπικών κοινωνιών.
Παλαιότερα ο κάτοικος των μικρών Δήμων και των Κοινοτήτων της υπαίθρου συναντούσε τον τοπικό Δήμαρχο ή Κοινοτάρχη ακόμα και στον δρόμο μπορώντας έτσι να του διαμαρτυρηθεί ή και να τον ελέγξει. Η παρουσία στα τοπικά συμβούλια ήταν ευκολότερη άρα και ο δημόσιος έλεγχος συχνότερος. Η τοπική αυτοδιοίκηση λειτουργούσε, με τις όποιες ελλείψεις της, περισσότερο. Μπορούμε να φανταστούμε πόσο πιο δύσκολες γίνονται οι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, λειτουργίες και παρεμβάσεις σε Δήμους των 50.000, 100.000 ή και 200.000 κατοίκων.
Είναι γνωστά τα τραγικά αποτελέσματα των μεγάλων πυρκαγιών του 2007. Ένα μεγάλο μέρος της χώρας, με την Πελοπόννησο να κατέχει τα θλιβερά πρωτεία, κυριολεκτικά έγινε έρμαιο των πυρκαγιών με τις φωτιές να φτάνουν ακόμη και σε πλατείες χωριών ή ενδεικτικά ακόμη και σε νεκροταφεία ! Το συγκεκριμένο δραματικό γεγονός είχε να κάνει όχι μόνο με την ερημοποίηση της υπαίθρου ή των ορεινών περιοχών αλλά και με τη διοικητική αποδόμηση στην οποία οδηγήθηκε η χώρα μετά τον Καποδίστρια. Η καθαριότητα μικρών οικιστικών περιοχών δεν μπορούσε να είναι προτεραιότητα απομακρυσμένων διοικητικών αρχών. Ένας κοινοτάρχης όμως, ακόμη και για λόγους στενού μικροκομματικού συμφέροντος, δεν θα μπορούσε να αφήσει το νεκροταφείο της μικρής περιοχής που έλεγχε χωρίς αποψίλωση και καθαρισμό. Αυτό είναι ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό, πιστεύουμε, παράδειγμα για την μετά Καποδίστρια περίοδο.
Ακόμη χειρότερα έγιναν τα πράγματα με τον κατ΄ επίφαση Καλλικράτη. Επήλθε κατάργηση των κοινοτήτων (κατ΄ εξοχήν παραδοσιακός, πολιτικός και πολιτιστικός τρόπος οργάνωσης του Ελληνικού χώρου) καθώς και επιπλέον μείωση των οργανισμών ΤΑ από τους 1060 στους 330.
Μη βιαστούν κάποιοι να πουν ότι αυτό αποτελούσε επιταγή της ευρωπαϊκής ένωσης ή διευρυμένη έστω εφαρμογή στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Μια προσεκτική ανάλυση των ευρωπαϊκών δεδομένων, μας οδηγεί στα αντίθετα ακριβώς συμπεράσματα. Χώρες με τον ίδιο πληθυσμό με τον πληθυσμό της χώρας μας, όπως είναι η Ουγγαρία και η Τσεχία έχουν, η μεν πρώτη τριπλάσιους από τους τότε υπάρχοντες Δήμους στην Ελλάδα (3.175 συγκεκριμένα), η δε δεύτερη εξαπλάσιους (δηλαδή 6.249) και με μέσο όρο κατοίκων ανά Δήμο, κατά πολύ μικρότερο, (3.212 και 1.634 αντίστοιχα) κατοίκους ανά Δήμο. Ακόμα και στις χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκουμε αντίστοιχα παραδείγματα. Γερμανία 12.200 περίπου Δήμοι με 6.800 κατοίκους ανά Δήμο. Ισπανία 8.111 με 5.036 κατοίκους. Ιταλία 8.100 Δήμοι και μέσο όρο 7.049. Για το τέλος θα αναφέρουμε τη Γαλλία η οποία με εξαπλάσιο πληθυσμό της Ελλάδος, έχει 36.683 ΟΤΑ και μέσο όρο μόλις 1.686 κάτοικους ανά Δήμο. Τέλος, αλλά όχι ελάχιστο, αναφέρουμε ότι στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία έχει 50 φορές παραπάνω πληθυσμό από τη χώρα μας, έχει αντίστοιχα 90 φορές περισσότερους Δήμους με μέσο όρο περίπου 5.400 κάτοικους ανά Δήμο.
Πως λοιπόν σε αυτές τις χώρες το μικρό μέγεθος μπορεί και λειτουργεί; Πως λοιπόν σε αυτές τις χώρες είναι δυνατόν οι κάτοικοι να γνωρίζουν το Δημοτικό Συμβούλιο ακόμα και προσωπικά και στην Ελλάδα θα πρέπει να το μαθαίνουμε μια φορά ανά τετραετία και να το συναντούμε μόνο από τηλεοράσεως;
Όμως ο Γολγοθάς της ΤΑ έπρεπε να συνεχιστεί.
Στις 30 Απριλίου του 2010 ο τότε πρωθυπουργός Γ.Α. Παπανδρέου ανακοίνωσε την πρόσδεση της χώρας στο μηχανισμό της τρόικας και την υπαγωγή της σε καθεστώς μνημονίου, τριών μέχρι σήμερα για να είμαστε ακριβείς. Η καταστροφή της ΤΑ συνεχιζόταν, σε οικονομικό, διοικητικό και κοινωνικό επίπεδο.
Όσον αφορά το πρώτο κατά τα πρώτα χρόνια εφαρμογής του μνημονίου τα στοιχεία μιλούν μόνα τους:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε., η Ελλάδα παρουσιάζει το τρίτο μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ ως προς τις συνολικές της δαπάνες. Με άλλα λόγια η ΤΑ είναι στη 3η θέση για να παίρνει τα λιγότερα χρήματα. Συγκεκριμένα, το 2009 οι συνολικές δαπάνες της Τ.Α. στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν στο 3,1% του ΑΕΠ και μετά να ακολουθούν η Κύπρος με τις δαπάνες για την Τ.Α. στο 2,1% του ΑΕΠ και η Μάλτα με τις δαπάνες για την Τ.Α. στο 0,6% του ΑΕΠ. Σε τελείως άλλη κατεύθυνση βρίσκεται η Δανία με τις δαπάνες για την Τ.Α. να συνιστούν το 37,4% του ΑΕΠ και η Σουηδία με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι 26,3% του ΑΕΠ.
Σε ότι αφορά το δανειακό βάρος των τοπικών Αρχών, οι ελληνικοί δήμοι παρουσιάζουν το μικρότερο ποσοστό δανειακού βάρους στην ευρωπαϊκή τοπική αυτοδιοίκηση, με εξαίρεση τη Μάλτα. Στην Ελλάδα το χρέος της Τ.Α. ανέρχεται σε 1,7 δισ. Ευρώ (ποσοστό 0,7%) όταν στη Μάλτα το χρέος είναι μηδενικό. Αντιθέτως, το μεγαλύτερο ποσοστό χρέους παρουσιάζεται στο Βέλγιο, με το χρέος των τοπικών αρχών να ανέρχεται στο 8,8% του χρέους της χώρας (30,4 δισ. ευρώ) και στην Ιταλία ποσοστό 8,1% (127,3 δισ. ευρώ).
Ας δούμε τις μειώσεις που υπέστη η ΤΑ:
Κατά τα χρόνια 2009 έως 2012 σύμφωνα με τα στοιχεία της ΚΕΔΕ έχει αφαιρεθεί το 60% των εσόδων της αυτοδιοίκησης από κρατικές επιχορηγήσεις
Συγκεκριμένα, από 3.692.500.000 ευρώ το 2009 μειώθηκαν σε 1.794.007.304 το 2012. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται μείωση 38% στα χρήματα που δίνονται για έργα (ΣΑΤΑ). Από 847, 500 εκατ. ευρώ το 2009 η ΣΑΤΑ έχει μειωθεί σε 320 εκατ. ευρώ το 2012.
Όσον αφορά το διοικητικό/ λειτουργικό τα ΝΠΔΔ και τα ΝΠΙΔ μειώθηκαν από 5.880 σε 1.138 με το ίδιο δυσμενές κλίμα να ισχύει και για τα στοιχεία για τους εργαζόμενους
Το διάστημα 2010-2011 αποχώρησαν 4.839 εργαζόμενοι από την τοπική αυτοδιοίκηση, κυρίως λόγω συνταξιοδότησης. Επιπλέον 12.292 εργαζόμενοι μεταφέρθηκαν με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, που προέκυψε από την κατάργηση των Νομαρχιών. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που ανακοινώθηκαν κατ΄απαίτηση της τρόικας και στο πλαίσιο της κινητικότητας προβλέπονται άλλες 5500 απολύσεις από την ΤΑ.
Δυστυχώς οδηγούμαστε σε ένα αμφίβολο μέλλον του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Παπακωνσταντίνου έλεγε πριν δυο χρόνια ότι η αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να λειτουργεί με επιχορήγηση κάτω από 3,8 δις ενώ στον προϋπολογισμό του 2012 ήταν εγγεγραμμένα 2,4 δις (να σημειωθεί ότι το 2011 δόθηκαν 3,526 δις).
Άλλα μέτρα που ίσχυσαν τη χρονιά που μας πέρασε:
Α. Μείωση κατά 50 % των συμβασιούχων Β. Μείωση των μισθών κατά 10% όλων των αιρετών (Περιφερειαρχών, Δημάρχων, συμβούλων κ.λ.π.) Γ. Μείωση των αντιδημάρχων (με ερωτηματικό αν θα παραμείνουν στις θέσεις τους και δεν θα πληρώνονται) Δ. Μείωση της ΣΑΤΑ εξαιτίας της μείωσης των κονδυλίων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Ε. και σημαντικότερο προωθούνται ιδιωτικοποιήσεις των υπηρεσιών και προκρίνονται προσλήψεις με συμβάσεις σε διάφορες υπηρεσίες των δήμων μόνο με την λογική των ανταποδοτικών.
Τα συγκεκριμένα επεισόδια είναι ένα μικρό μέρος μόνο τη αναταραχής που επικρατεί τους τελευταίους μήνες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Τα τρία τελευταία χρόνια του μνημονίου η κρατική επιχορήγηση προς τους δήμους μειώθηκε όπως είπαμε κατά 60% με την κυβέρνηση να προαναγγέλλει μέσα στον Αύγουστο επιπλέον περικοπές κατά 30%. Είναι αυτονόητο ότι οι μειώσεις αυτές οδηγούν με δραματικό τρόπο στην κατάρρευση της λειτουργίας των δήμων και κατ’ επέκταση του κοινωνικού ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την ταυτόχρονη αδυναμία πληρωμής μισθών και υποχρεώσεων να είναι πλέον πραγματικότητα.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο πρόεδρος της Οικονομικής Επιτροπής της ΚΕΔΕ Δ.Τσιαντής, η σημερινή υποχρηματοδότηση θα οδηγήσει μετά τον Οκτώβριο τους μισούς περίπου δήμους (περίπου 160) σε καθεστώς άμεσου προβλήματος ρευστότητας για το επόμενο χρονικό διάστημα. Ανάμεσά τους μάλιστα με τέσσερις από τους πέντε μεγάλους : Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Πάτρας και Λάρισας.
Ο ένας μετά τον άλλον οι δήμοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα χρεοκοπίας. Ήδη επτά δήμοι δεν κατόρθωσαν να καταβάλλουν μισθούς τον Σεπτέμβριο. Την αρχή έκανε ο δήμος Περάματος και ακολούθησαν οι δήμοι Τήλου, Αίγινας, Τρικκαίων, Καρδίτσας, Καισαριανής και Αχαρνών. Ο τελευταίος μάλιστα έβαλε στις 21 Σεπτεμβρίου λουκέτο λόγω της δεινής οικονομικής του κατάστασης. Άσχετα αν ξεπεράστηκε προσωρινά το πρόβλημα αυτό, ουσιαστικά είναι το πρώτο επίσημο λουκέτο που μπαίνει σε δήμο της χώρας.
Τέλος αλλά καθόλου ελάχιστο είναι το πολιτικό μέρος του προβλήματος και αυτό έχει να κάνει με τις κυριαρχικές τάσεις αλλά και πρακτικές της Γερμανικής επεκτατικής πολιτικής.
Σε μια χώρα που πλέον είναι ξεκάθαρο παρά ποτέ ότι έχει καταστεί μια αποικία χρέους, με μια πολιτική ηγεσία ανίκανη να ασκήσει μια ανεξάρτητη εθνική πολιτική, να προγραμματίσει μια ουσιαστική όσο και αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση, να υλοποιήσει μια κοινωνικά δίκαιη πολιτική αλλά πρόθυμη να υλοποιήσει τις αποφάσεις και εξωφρενικές απαιτήσεις των επικυρίαρχων η ΤΑ δεν μπορεί παρά να υποστεί τα επίχειρα μιας τέτοιας κατεύθυνσης.
Συγκεκριμένα:
Στις 5 Μαρτίου του 2010 η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ υπογράφει συμφωνία με τον τότε πρωθυπουργό, τον αλήστου μνήμης Γ. Παπανδρέου περί εντατικοποίησης των φιλικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Σε εφαρμογή αυτής της συμφωνίας κάτω από άμεση γερμανική εποπτεία περνούσαν 12 ελληνικοί δήμοι, δυο αιρετές περιφέρειες και μια αποκεντρωμένη διοίκηση. Κάτω όμως από τον ψευδεπίγραφο τίτλο των φιλικών σχέσεων κρύβεται η προσπάθεια της Γερμανίας να ελέγξει την ΤΑ της χώρας μας με κύριο αλλά όχι αποκλειστικό αντικείμενο να εκμεταλλευτεί «τα απορρίμματα, το νερό και την ενέργεια» όπως δήλωσε ο γνωστός γερμανός επιτετραμμένος εν είδει γκαουλάιτερ, Χανς Γιόαχιμ Φούχτελ από τη μια αλλά και να εξάγει/ πουλήσει παρωχημένη, ήδη στη κεντρική Ευρώπη, τεχνολογία και τεχνογνωσία. Με απλά λόγια και μέσω συμβάσεων και συμφωνιών να αφαιρεθεί ο έλεγχος και η εκμετάλλευση σημαντικών πόρων για την ΤΑ και από την άλλη να πληρώσουμε για να αγοράσουμε ότι δεν τους χρειάζεται πλέον και έχουν για πέταμα. Και δαρμένοι και χρεωμένοι που λέει ο λαός.
Όπως είναι ίσως γνωστό ένα από τα πρώτα πράγματα τα οποία αποφάσισαν να ελέγξουν οι γερμανικές αρχές κατοχής στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1941 ήταν η δημόσια διοίκηση γενικότερα και η τοπική αυτοδιοίκηση με ιδιαίτερη στόχευση. Όσοι δήμαρχοι και κοινοτάρχες, που στο σύνολό τους είχαν διοριστεί από το δικτάτορα Μεταξά, δέχτηκαν τη συνεργασία με τις γερμανικές αρχές κατοχής, παρέμειναν στο πόστο τους. Όσοι, ελάχιστοι, παραιτήθηκαν αντικαταστάθηκαν από δημόσιους υπάλληλους τους οποίους διόρισαν οι γερμανοί. Έτσι οι επίσημες αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης ελέγχονταν άμεσα με σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών του κατακτητή. Η εξυπηρέτηση αυτή περιελάμβανε την εξασφάλιση σε συνεργασία με τις γερμανικές οικονομικές υπηρεσίες, αγροτικών προϊόντων, πρώτων υλών, ημικατεργασμένων βιομηχανικών προϊόντων, μεταφορικών μέσων και εξαρτημάτων ή μηχανών που έβγαζε τότε η Ελλάδα, είτε με επίταξη είτε με εξαγορά με κατοχικό πληθωριστικό χρήμα.
Ο Χέρμαν Νοϊμπάχερ ο ανάλογος Φούχτελ της κατοχής, εφάρμοσε αποτελεσματικά τη διαδικασία «Ντεγκρίγκες». Σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία από τη μια πλευρά οι τιμές των προϊόντων που εισάγονταν στην Ελλάδα από τη Γερμανία μεθοδικά ανέβαιναν, ενώ από την άλλη οι τιμές των εμπορευμάτων που εξάγονταν από την Ελλάδα (αγροτικά προϊόντα και πρώτες ύλες σε σημαντικό βαθμό) σταδιακά μειώνονταν. Έτσι στις αρχές του 1943 είχε δημιουργηθεί ένα ενεργητικό υπέρ των Γερμανών στο διακρατικό ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών που δημιουργήθηκε ενισχύοντας περαιτέρω την πίεση για εξαγωγές που είχε τόσο ανάγκη η Γερμανία στον πόλεμο τον οποίο διεξήγαγε.
Ο δικός μας Χανς Φούχτελ έχει ελαφρώς διαφοροποιημένο ρόλο. Στο στόχο του, μέσω του ελέγχου των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της χώρας μας, έχουν μπει η διαχείριση των οικιακών απορριμμάτων, η αξιοποίηση (βλέπε εκποίηση) της ακίνητης περιουσίας των δήμων, η συνεργασία σε τουριστικό επίπεδο (βλέπε ιαματικές πηγές, παραλίες), κοινωνικά αγαθά που σκοπεύουν να δώσουν σε χέρια ιδιωτών (βλέπε νερό, ρεύμα κλπ) ακόμη και ο ορυκτός πλούτος της χώρας μέσω του ελέγχου των περιφερειών όπως είναι οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Ένα επιχείρημα, σαθρό στο περιεχόμενό του, το οποίο μετέρχονται οι πρόθυμοι για την συνεργασία (βλέπε υποταγή) των δήμων και περιφερειών με τον επίτροπο της γερμανικής κυβέρνησης είναι η κακή οικονομική κατάσταση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και ο υπερβολικός δανεισμός τους, ένα γεγονός το οποίο, κατ’ αυτούς, τους καθιστά ευάλωτους.
Όμως :
Η πραγματικότητα λέει ότι οι ελληνικοί ΟΤΑ ήταν το 2011 οι λιγότερο χρεωμένοι σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που απέστειλε ο επίτροπος των οικονομικών Όλι Ρεν στον έλληνα ευρωβουλευτή Νίκο Χουντή απαντώντας σε σχετική ερώτηση το Νοέμβριο του 2012. Σύμφωνα με τον πίνακα που ανακοίνωσε ο Ρεν τα υψηλότερα ποσοστά χρέους των ΟΤΑ επί του ΑΕΠ το 2011 παρουσιάζουν η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες με ποσοστό 8,6%. Ακολουθούν η Γαλλία με χρέος 8,4%, η Δανία με 7,3%, η Σουηδία με 7%. Οι χώρες με το μικρότερο χρέος της τοπικής αυτοδιοίκησης μεταξύ των 27 είναι η Ελλάδα με ποσοστά 0,9% του ΑΕΠ και η Μάλτα με χρέος 0,1%. Και σε όλα αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστεί η ραγδαία μείωση του ΑΕΠ της χώρας μας από το 2009 και μετά.
Προς τι όμως η σπουδή πέρα από την υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων επιλογών και η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων στη χώρα μας στο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης και συγκεκριμένα η «υποχρεωτική συνεργασία» με τη γερμανική αντίστοιχη; Την απάντηση ίσως δίνει η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι γερμανικοί ΟΤΑ. Σε άρθρο της το Νοέμβριο του 2011 η γερμανική Taggesspiegel του Βερολίνου με τον ειρωνικό τίτλο «Γίναμε Ελλάδα» παρουσιάζει την υπερχρέωση πολλών οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης στη Γερμανία. Γράφει η συγκεκριμένη εφημερίδα «Στους περισσότερους δήμους η κατάσταση είναι οικτρή, μάλιστα ο ένας στους τρεις δήμους δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετήσει τα χρέη του. Η «Αθήνα» βρίσκεται παντού σε κάθε (γερμανική) περιφέρεια. Και όταν οι τράπεζες θα αρχίσουν να κάνουν δικά τους ράνκινγκ για την παροχή δανείων στην τοπική αυτοδιοίκηση, όπως γίνεται εδώ και πολύ καιρό για τα κρατικά ομόλογα, τότε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, τα κρατίδια και οι δήμοι θα πρέπει να καθίσουν σε ένα τραπέζι και να συζητήσουν για ένα νέο καθεστώς χρηματοδότησης, το οποίο δεν θα μετακυλύει στους δήμους και στις περιφέρειες την υλοποίηση κεντρικών αποφάσεων χωρίς να ενδιαφέρεται για τη χρηματοδότησή τους και επιπλέον θα τις καθιστά ανεξάρτητες από τις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου».
Για να το πούμε απλά οι περισσότεροι δήμοι (αλλά και κρατίδια) είναι στο χείλος της χρεοκοπίας. Μπορούν να ακολουθήσουν δύο δρόμους: Ο ένας είναι η χρηματοδότηση από την κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, πράγμα το οποίο σημαίνει αύξηση του δημόσιου χρέους και ελλείμματος και κατά συνέπεια τον κίνδυνο υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Γερμανίας, ο άλλος είναι η δανειοδότηση από τις τράπεζες μέσω της νέας ρύθμισης των δανείων που έχουν από αυτές. Σε αυτή την περίπτωση οι εμπράγματες εγγυήσεις πχ ακίνητη περιουσία, είναι ήδη εξαντλημένες. Έχουν ήδη υποθηκεύσει τα πάντα μέχρι και τα φορολογικά έσοδα της επόμενης δεκαετίας. Με αυτό ως δεδομένο χρειάζονται νέα περιουσιακά στοιχεία είτε δικά τους είτε τη διαχείριση άλλων κι εδώ ακριβώς μπαίνει η συνεργασία (βλέπε εκμετάλλευση) με τις περιφέρειες και τους δήμους της Ελλάδας).
Το σενάριο αυτό έχει ξαναπαιχτεί. Για όσους πιστεύουν ότι η συνεργασία μπορεί να είναι ισότιμη και να στηριχτεί στον αμοιβαίο σεβασμό αρκεί να θυμηθούμε το τι ακριβώς υπέστη η Ανατολική Γερμανία όταν ενοποιήθηκε με τη Δυτική. Η ισότιμη συνεργασία και ο αμοιβαίος σεβασμός προς τους αδελφούς ανατολικογερμανούς είχε ως αποτέλεσμα τη συστηματική αποδιοργάνωση της οικονομικής παραγωγής του ανατολικού πλέον τμήματος της Γερμανίας, την αφαίμαξη κάθε πλουτοπαραγωγικού στοιχείου της και τη ραγδαία φτωχοποίηση των κατοίκων της. Με ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας, συντριπτικά μεγαλύτερο αυτό της Δυτικής, και με αμοιβές στο μεγαλύτερο μέρος τους κάτω των 400 ευρώ (7,4 εκατομμύρια εργαζομένων αναφέρουν οι γερμανικές στατιστικές για το 2010).
Όποιος ελπίζει στο καλύτερο αποτέλεσμα της συνεργασίας γερμανικών και ελληνικών ΟΤΑ πλανάται πλάνην οικτράν.
Πόσο εύκολο όμως είναι να περάσει μια τέτοια συνεργασία;
Η συντριπτική πλειοψηφία των εκλεγμένων αιρετών ανήκει είτε στη Ν. Δημοκρατία είτε στο ΠΑΣΟΚ, κατ’ εξοχήν κόμματα μνημονιακά, οπότε λογικό είναι οι τοπικοί άρχοντες αυτών των κομμάτων να υιοθετούν, κατ’ επιλογήν, την εφαρμογή αυτής της πολιτικής.
Εξήντα Έλληνες δήμαρχοι και περιφερειάρχες και πολλοί ακόμα δημοτικοί παράγοντες συμμετείχαν στην 4η ελληνογερμανική συνέλευση δημάρχων που διεξήχθη στη Νυρεμβέργη το διήμερο 22 και 23 Οκτωβρίου. Η Ντόιτσε Βέλλε στο Δελτίο Τύπου που δημοσίευσε πανηγυρίζει «ενώ τον περασμένο χρόνο ακόμη, στην 3η Συνέλευση στη Θεσσαλονίκη, ο αριθμός των Ελλήνων δημάρχων δεν έφτανε ούτε τους 20, τώρα στον κατάλογο συμμετοχής της συνέλευσης αναγραφόταν τα ονόματα 60 δημάρχων και αντιδημάρχων, περιφερειαρχών» συνοδευόμενους από τους υπουργούς Γιάννη Μιχελάκη και Αθανάσιο Τσαφτάρη, εκπροσώπους υπουργείων και υπηρεσιών, αλλά και από τρία μελή του Αναπτυξιακού Τομέα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αναφέρει η Ντόιτσε Βέλλε. Παρακάτω το Δελτίο Τύπου συνεχίζει στον ίδιο τόνο «οι ενδοιασμοί, καχυποψίες αλλά και η άγνοια έχουν σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί.» Και πώς να μην πανηγυρίζουν οι Γερμανοί, όταν παρά όλα όσα έχουν επιβάλλει στην Ελλάδα συνεργάζονται μαζί τους εκατοντάδες δημοτικοί άρχοντες;
Θυμόμαστε όλοι το 3ο συνέδριο «Ελληνογερμανικής Συνεργασίας» που διεξήχθη πέρυσι στα πλαίσια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Το θυμόμαστε όχι μόνο για τη σφοδρή αντίδραση των εργαζομένων κατά του προσώπου του Χανς Φούχτελ και τις καταγγελίες της ΠΟΕ ΟΤΑ για την «χρυσή συμφωνία κυβέρνησης και ορισμένων δημάρχων για την εκχώρησης της αποκομιδής του σκουπιδιών σε ιδιώτες». Το θυμόμαστε εξίσου για αυτά τα οποία με θράσος ο Φούχτελ εξέφρασε. Ο γερμανός τοπάρχης ανακάλυψε «μελέτες και έρευνες που έδειξαν ότι για εργασίες όσον αφορά την τοπική αυτοδιοίκηση απαιτούνται 3.000 εργαζόμενοι στην Ελλάδα, ενώ στη Γερμανία η δουλειά διεκπεραιώνεται με 1.000 άτομα. Θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις και να φανούν τρόποι πως θα μειωθούν ο αριθμός τους», προαναγγέλλοντας με τον τρόπο αυτό την επιβολή, έξωθεν και άνωθεν, μαζικών απολύσεων στους δήμους . Ξεχνά όμως ότι οι δήμοι της ελληνικής τοπικής αυτοδιοίκησης απασχολούν μεγάλο αριθμό εργαζομένων στην καθαριότητα, στο πράσινο, στα τεχνικά συνεργεία, στις κοινωνικές υποδομές αναλαμβάνοντας με αυτό τον τρόπο την ευθύνη για κοινωνικές δραστηριότητες που τους αναλογεί σε αντίθεση με τους γερμανικούς ΟΤΑ όπου πλείστες όσες των υπηρεσιών αυτών έχουν εκχωρηθεί σε ιδιώτες, χωρίς καμία κοινωνική διάσταση στην άσκηση αυτών των υπηρεσιών και με προφανές το αυξημένο κόστος μιας και τα οικονομικά κριτήρια είναι μοναδικά και κυρίαρχα. Όχι ότι οι δήμοι της χώρας μας δεν χρειάζονται μια πιο λειτουργική και εκσυγχρονισμένη αναδιοργάνωση. Όχι ότι οι δήμοι της χώρας μας δεν παρουσιάζουν προβλήματα διαφάνειας. Εξακολουθούν όμως, παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα της εφαρμογής δύο αποδομητικών διοικητικών μεταρρυθμίσεων (βλέπε Καποδίστριας και Καλλικράτης), να παραμένουν ως οι εγγύτεροι στον πολίτη θεσμοί δημοκρατίας και ως κατεξοχήν, εν δυνάμει πάντα, τομείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής στις τοπικές κοινωνίες.
Ποια πεδία όμως έχουν μπει στο στόχαστρο των γερμανικών οικονομικών κύκλων;
Κατ’ αρχάς και κατ’ εξοχήν ο τομέας της διαχείρισης των απορριμμάτων.
Την αρχή έκανε η κυβέρνηση η οποία ανακοίνωσε την πρόθεσή της για την επεξεργασία σχεδίου επιβολής κεφαλικού φόρου για τα μη επεξεργασμένα οικιακά απορρίμματα που μέσω των δήμων οδηγούνται στους ΧΥΤΑ. Για την επιβολή του σχεδίου αυτού επικαλείται για άλλη μια φορά την υιοθέτηση κοινοτικών οδηγιών. Ουσιαστικά πιέζουν τους δήμους για το διπλασιασμό των δημοτικών τελών τα οποία πληρώνουν ήδη οι πολίτες, για την υγειονομική ταφή των απορριμμάτων. Και αυτό τη στιγμή που ήδη τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μείωση στην παραγωγή των αστικών απορριμμάτων, πράγμα το οποίο συνδέεται απευθείας με τη μείωση της κατανάλωσης. Προετοιμάζουν με αυτό τον τρόπο την κοινωνία ώστε μέσα από την αύξηση του κόστους των σκουπιδιών ανά οικογένεια να περάσουν στο επόμενο στάδιο που είναι η εκχώρηση της διαχείρισής τους από κάποιους «εθνικούς εργολάβους» σε συνεργασία με εταιρείες του εξωτερικού ή ακόμη και με αυτές καθαυτές τις εταιρείες. Εξ ου και η ανησυχία του γερμανού εντεταλμένου για το θέμα των απορριμμάτων.
Τα δύο προηγούμενα χρόνια γίναμε όλοι μάρτυρες του βομβαρδισμού ενημέρωσης σχετικά με τις σύγχρονες τεχνολογίες καύσης απορριμμάτων που αναπτύσσουν γερμανικές εταιρείες. Εργοστάσια «φιλικά» προς το περιβάλλον τα οποία έχουν τη δυνατότητα να εγκατασταθούν ακόμη και στο κέντρο της πρωτεύουσας, αν είναι δυνατόν, σύμφωνα με το υποτιθέμενο πρότυπο της Βιέννης. Έφτασαν μάλιστα σε σημείο να στοχεύσουν τόσο στην έκταση της ΠΥΡΚΑΛ στον Υμηττό όσο και στο πάλαι ποτέ υποτιθέμενο Μητροπολιτικό Πάρκο του Ελληνικού. Όσο και αν τα συγκεκριμένα σχέδια φαίνεται να μην μπορούν να πείσουν, οι συγκεντρώσεις που διοργανώνει ο Φούχτελ με καλεσμένους τους γερμανούς επιχειρηματίες οι οποίοι ανακαλύπτουν το Ελ Ντοράντο τους, και δημάρχους από όλη την Ελλάδα φαίνεται να είναι επιτυχείς για τους πρώτους. Ο τομέας της διαχείρισης των απορριμμάτων είναι το σημαντικότερο διακύβευμα το επόμενο χρονικό διάστημα για τους ΟΤΑ και δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε την περίπτωση της Κερατέας από τη μια πλευρά ούτε την περίπτωση της Νάπολη από την άλλη όπου η μαφία της Ιταλίας διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στη διαχείριση των απορριμμάτων.
Στο παιχνίδι αυτό έχουν πρόθυμους συνεταίρους την dreamteam της εγχώριας διαπλοκής. Μεγαλοεργολάβοι, καναλάρχες, αρχιερείς της απομύζησης του Ελληνικού δημόσιου χρήματος έχουν ήδη προγραμματίσει τα επόμενα βήματά τους. Καθ΄ υπόδειξη των Γερμανών πατρόνων τους σχεδιάζουν την με 1,1 δις χρηματοδότηση της κατασκευής 4 εργοστασίων απορριμμάτων με τη Γερμανική τεχνολογία που ήδη αναφέραμε. Εκτός του ότι με τα λεφτά αυτά σύμφωνα και με μελέτη της ΠΟΕ-ΟΤΑ μπορούν να κατασκευασθούν 17 νοσοκομεία ή να ενισχυθεί το καταρρέον πλέον ΕΣΥ προκύπτει και το εξής: Στα συμβόλαια λειτουργίας των εργοστασίων αυτών προβλέπεται η σταθερή προμήθεια τους με συγκεκριμένο όγκο απορριμμάτων ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερή και απρόσκοπτη κερδοφορία τους. Όμως: τα τελευταία χρόνια λόγω των μνημονιακών μέτρων και της σταδιακής μείωσης της καταναλωτικής ικανότητας του μέσου νοικοκυριού ο μέσος όρος απορριμμάτων που «παράγει» η ελληνική οικογένεια βαίνει σταθερά μειούμενη, φθάνοντας μάλιστα σε περιοχές ακόμη και στο 80% ! Αντί λοιπόν ένας λογικός και φιλικός προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον προγραμματισμός διαχείρισης των σκουπιδιων όπως είναι η ανακύκλωση, η κομποστοποίηση, η επαναχρησιμοποίηση επιλέγεται η κατ΄ επιταγή και προς το συμφέρον των γερμανών επικυρίαρχων συνεργασία με Γερμανικές «εξειδικευμένες» εταιρίες στον τομέα αυτό.
Άλλος σημαντικός τομέας είναι ο τομέας του τουρισμού. Αρκετοί δήμοι διαχειρίζονται υπό την ευθύνη τους τόσο αξιόλογες εγκαταστάσεις όπως είναι οι ιαματικές πηγές όσο και αυτά καθαυτά μεγάλα τμήματα του αιγιαλού της χώρας μας. Οι επιδιώξεις όμως των γερμανών επικυρίαρχων δεν σταματούν στις βλέψεις που έχουν για την ιδιωτική εκμετάλλευση των τουριστικών υποδομών της χώρας. Προχωρούν ένα βήμα παραπέρα. Σε συνάντηση που έγινε το Μάρτιο του 2013 με την υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη ανακοινώθηκε η συνεργασία πάνω στον κλάδο της τουριστικής εκπαίδευσης. Στις δηλώσεις του ο επίτροπος και υφυπουργός Εργασίας, μην το ξεχνάμε, της Γερμανίας Φούχτελ στάθηκε στο θέμα της επαγγελματικής εκπαίδευσης ή όπως την ανέφερε δυικής εκπαίδευσης όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται. Το πρόγραμμα αυτό βασίζεται κυρίως στη στήριξη από ιδιωτικές επιχειρήσεις το οποίο λειτουργεί παράλληλα με το Υπουργείο Τουρισμού. Εστιάζοντας ακόμη περισσότερο στα πλεονεκτήματα αυτής της δυικής εκπαίδευσης υπογράμμισε ότι ο μαθητευόμενος εργάζεται, δέχεται «κάποιες» αποδοχές ενώ ταυτόχρονα αφουγκράζεται τις τάσεις αγοράς εργασίας και μπορεί ταυτόχρονα να εργαστεί και στο εξωτερικό».
Το σενάριο το έχουμε ξαναζήσει. Τα τελευταία τέσσερα – πέντε χρόνια υπάρχει μια σταθερά αυξανόμενη μείωση των εργαζομένων στο τουριστικό τομέα. Διαβάζοντας τις ανακοινώσεις των συνδικαλιστικών οργάνων των ξενοδοχοϋπαλλήλων βρίσκει κανείς την καταγγελία ότι ολοένα και περισσότερο εισάγονται «εκπαιδευόμενοι» από τρίτες χώρες, κυρίως την Πολωνία, όπου έναντι πινακίου φακής υποτίθεται ότι κάνουν το εκπαιδευτικό τους, ουσιαστικά όμως υποκαθιστούν τους Έλληνες εργαζόμενους σε αυτές τις επιχειρήσεις και αποδομούν με έμμεσο ή άμεσο τρόπο τις συλλογικές συμβάσεις, τις απολαβές και όσα άλλα εργασιακά δικαιώματα, πχ ωράριο εργασίας, πλαισιώνουν τον τομέα αυτό. Η επιδίωξη είναι σαφέστατη.
Άλλος τομέας είναι ο τομέας των ορυκτών.
Τον Ιούνιο του 2012 πραγματοποιήθηκε συνάντηση του εντολοδόχου του Αντώνη Σαμαρά Γιώργου Δακή (περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας) με τον γερμανό απεσταλμένο της Καγκελαρίου Φούχτελ συνοδεία για άλλη μια φορά επιχειρηματιών γερμανικών και ελληνογερμανικών συμφερόντων. Σκοπός της συνάντησης η προώθηση στην ευρωπαϊκή επιτροπή μέσω του Φούχτελ του αιτήματος χρηματοδότησης της κατασκευής του νέου λιγνιτοηλεκτρικού σταθμού Πτολεμαΐδας. Με δεδομένο το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα της Ν. Δημοκρατίας, στο οποίο είναι σαφής η πρόθεσή της για πώληση της ΔΕΗ και των εργοστασίων της στα πρότυπα του αεροδρομίου, η συνάντηση με το γερμανό υπάλληλο της κυρίας Μέρκελ χαρακτηρίζεται ως η μετεκλογική εκτέλεση μιας συμφωνίας που έχει ήδη αναγγελθεί. Ακόμη χειρότερα ο περιφερειάρχης «ζήτησε παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της μη εφαρμογής της εξίσωσης των τιμών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης για τη Δυτική Μακεδονία που αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών»! Κι εδώ ακριβώς προκύπτει το πολιτικό πρόβλημα που συνοδεύει την υλοποίηση της συμφωνίας του Γ. Παπανδρέου με τη Μέρκελ. Ο Δακής απευθύνει αιτήματα όχι στην ελληνική κυβέρνηση της οποίας αρμοδιότητα είναι, αλλά σε ένα γερμανό αξιωματούχο(!) ο οποίος ουδεμία σχέση έχει με το υπουργείο οικονομικών, ανάπτυξης ή υγείας της ελληνικής κυβέρνησης. Εάν αυτό δε συνιστά εθελοδουλία κατά το πρότυπο του «στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» τι συνιστά; Εύλογο το ερώτημα: Βρισκόμαστε ήδη υπό γερμανική κατοχή και δεν το γνωρίζουμε;
Στο ίδιο κλίμα, θερμό κατά τα άλλα, η συνάντηση του Πέτρου Τατούλη περιφερειάρχη Πελοποννήσου με τον Φούχτελ. Η συζήτηση δομήθηκε πάνω σε θέματα ανάπτυξης και συνεργασίας για την εφαρμογή ενός στρατηγικού σχεδιασμού της περιφέρειας Πελοποννήσου. Η απάντηση του Φούχτελ αποκαλυπτική. «Έχετε διάθεση, ενέργεια, προετοιμασία και ολοκληρωμένο σχέδιο κι εμείς βρισκόμαστε εδώ για να βοηθήσουμε». Όλοι όμως γνωρίζουμε το πόσο και με ποιο τρόπο βοήθησε η γερμανική κυβέρνηση τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Και σε αυτή τη συνάντηση η απουσία εκπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης, όχι ότι θα διασφάλιζε ζητήματα πχ εθνικής κυριαρχίας, ήταν εμφανής. Δυστυχώς αυτή η δυνατότητα της αδιαμεσολάβητης δυνατότητας συνεργασίας κάθε τοπικού αιρετού με εξωεθνικά κέντρα κατοχυρώνεται από την διοικητική μεταρρύθμιση του Ραγκούση, την και «Καλλικράτης» επονομαζόμενη. Περιττό να αναφέρουμε ότι το ίδιο ακριβώς πλαίσιο χαρακτηρίζει κάθε συνάντηση αιρετών περιφερειαρχών και δημάρχων με τα αιτήματα των τελευταίων εν είδει «σπαρακτικής έκκλησης» να απευθύνονται απευθείας στο γερμανό επιτελάρχη, απουσία πάντα κάθε εκπροσώπησης της ελληνικής κυβέρνησης και με τα δημοτικά συμβούλια να παίζουν το ρόλο του κομπάρσου. Η διαχείριση των προβλημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης ολοένα και περισσότερο εκχωρούνται στον Φούχτελ.
Θα θέλαμε να συμπληρώσουμε την εισήγησή μας με ένα τελευταίο το οποίο όμως έχει τη σημασία του. Τον τελευταίο καιρό ολοένα και περισσότεροι δήμοι και περιφέρειες εκλιπαρούν ουσιαστικά για την αδελφοποίηση των οργανισμών τους με αντίστοιχους της Γερμανίας. Ήδη λίγο μετά την εγκατάστασή του το 2011 ως γκαουλάϊτερ στην Ελλάδα ο Φούχτελ είχε εκφράσει τα παράπονά του ότι μόνο τριάντα ελληνικές πόλεις έχουν αδελφοποιηθεί με γερμανικές όταν ο αντίστοιχος αριθμός των γαλλικών πόλεων είναι 2000. Δυστυχώς δεν χρειάζεται να ανησυχεί. Ήδη ο Μπουτάρης αδελφοποίησε πέρυσι το Νοέμβριο τη Θεσσαλονίκη με την Κολωνία ενώ ο Πέτρος Τατούλης τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει για εξεύρεση εταίρου στη Δημοκρατία της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας, κρατίδιο στο οποίο εκλέγεται ο Φούχτελ.
Κλείνοντας θα θέλαμε να επισημάνουμε το εξής:
Το ιδεόγραμμα που χρησιμοποιούν οι κινέζοι για να περιγράψουν το πρόβλημα είναι ακριβώς το ίδιο που χρησιμοποιούν και για την ευκαιρία.
Η παράθεση της δύσκολης συγκυρίας και των σημαντικών προβλημάτων που ορίζει το σημερινό ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η ΤΑ δεν μπορούν παρά να λειτουργήσουν ως ευκαιρία αλλά και ως υποχρέωση δική μας να παλέψουμε και να διεκδικήσουμε την τοπική αυτοδιοίκηση που οραματιζόμαστε.
Όλα λοιπόν τα προηγούμενα μπορούν να τεθούν ως κατ΄ αρχήν θέματα προς συζήτηση και προβληματισμό με τελικό αιτούμενο όμως την πορεία, τις δομές, την ουσία ή την διάρθρωση αυτού που αιτούμεθα ως ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΔΗΜΟ, με την αρχαιοελληνική έννοια της Εκκλησίας.
Αν μπορούσαμε να βάλουμε κάποια στοιχεία, πρωτόλεια, στον προβληματισμό μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν μπορεί παρά να είναι ένας Δήμος στον οποίο πάντα βαρύνουσα θέση έχει η επιλογή της αυτοθέσμισης της κοινωνίας με βάση τα ιδιαίτερα εθνικά, γλωσσικά, πολιτιστικά και όποια άλλα χαρακτηριστικά, η διατήρηση ή\και ενίσχυση της αυτονομίας του υποκειμένου, η διεκδίκηση της κοινοτικής ζωής σαν διαδικασία και σαν σκοπό.
Ταυτόχρονα το σπάσιμο της κυριαρχίας του ιδιωτικού πάνω στο δημόσιο, με την διεκδίκηση του ΔΗΜΟΥ ως κοινωνικό χώρο συνάντησης και ανταλλαγής απόψεων – σχέσεων – συναισθημάτων – δραστηριοτήτων. Ένα Δήμο που θα λειτουργεί ως αξία χρήσης και όχι ανταλλακτική αξία.
Αυτό τελικά που επιζητούμε να βιώσουμε είναι ένας Δήμος ΖΩΝΤΑΝΟ ΚΥΤΤΑΡΟ που θα καθορίζεται από την συνολική λειτουργία του, πέρα από διαχωρισμούς – κατακερματισμούς ΕΡΓΑΣΙΑ – ΜΕΤΑΦΟΡΑ – ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΖΩΗ – ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ
ΕΝΑ ΔΗΜΟ τελικά όπου η ζωή σ΄ αυτόν θα είναι ένα διαρκές παιχνίδι, μια διαρκής γιορτή.
Στην εξυπηρέτηση τούτου του οράματος χρειάζεται όμως να τεθούν όλοι. Χωροταξία, πολιτισμός, οικονομική ζωή, σχέση με το περιβάλλον, παιδεία, κοινωνικές σχέσεις και κυρίως η πολιτική επιλογή ή αλλιώς η επιλογή του μοντέλου του κοινοτισμού.
Γιατί η καθεαυτή λειτουργία ενός εναλλακτικού δήμου βρίσκεται μέσα στον πυρήνα αυτού που αποκαλούμε κοινοτισμό. Μάλιστα είναι και το πρωταρχικό στάδιο της δοκιμασίας αυτού του μοντέλου. Εδώ ακριβώς ο τόπος μας έχει να μας χαρίσει την πείρα του, μιας και η χώρα μας ως κατ΄ εξοχήν κοινοτική έχει πλούσια παράδοση η οποία μπορεί να γίνει σημαντικός οδηγός και δάσκαλος.