αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα του Νίκου Σαραντάκου
Όταν ακούει τη λέξη κουλτούρα, τραβάει το πιστόλι του
Αναρτήθηκε από τον/την sarant στο 10 Μαΐου, 2013
Στο χτεσινό μας άρθρο, που ήταν αφιερωμένο στη συζήτηση που ξεκίνησε με αφορμή τις δηλώσεις της ποιήτριας Κικής Δημουλά, ένας επισκέπτης παρουσίασε σε σχόλιο ένα βιντεάκι (θα το δούμε παρακάτω), στο οποίο ο αρχηγός της Χρυσής Αβγής, ο Ν. Μιχαλολιάκος καταφέρεται εναντίον της ποιήτριας, αρνούμενος ευθέως την ποιητική αξία της. Παρακολουθώντας το βίντεο, η πρώτη φράση που μου ήρθε στο μυαλό ήταν η γνωστή “Όταν ακούω τη λέξη κουλτούρα τραβάω το πιστόλι μου”, που είχα ακούσει να αποδίδεται άλλοτε στον Γκέμπελς, άλλοτε στον Γκέρινγκ ή στον Ρούντολφ Ες ή σε κάποιο άλλο ίνδαλμα των επιτελών της ναζιστικής συμμορίας.
Βέβαια, δεν θα την παρουσίαζα χωρίς να την τσεκάρω έστω και ακροθιγώς, δηλαδή χωρίς να κοιτάξω τουλάχιστον τη Βικιπαίδεια. Φαίνεται λοιπόν ότι η φράση στο πρωτότυπο είναι “Wenn ich Kultur höre … entsichere ich meinen Browning!”, το οποίο σημαίνει “Όταν ακούω τη λέξη κουλτούρα, απασφαλίζω το Μπράουνιγκ μου”. Στα αγγλικά θα τη βρείτε “Whenever I hear the word ‘culture’ I reach for my revolver”, παρόλο που το Μπράουνινγκ, αυστηρά μιλώντας, δεν είναι περίστροφο. Όπως είπα η φράση έχει αποδοθεί στον Γκέρινγκ και σε άλλους ναζιστές, αλλά στην πραγματικότητα ακούστηκε πρώτη φορά στο θεατρικό έργο Schlageter, του ναζιστή θεατρικού συγγραφέα Χανς Γιοστ: τη φράση τη λέει ένας ήρωας του έργου, ο Thiemann. Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε τον Απρίλιο του 1933 προς τιμή των γενεθλίων του Χίτλερ. Ωστόσο, τη φράση περί κουλτούρας την υιοθέτησε αργότερα ο Μπάλντουρ φον Σίραχ, πρόεδρος της χιτλερικής νεολαίας, και μάλιστα σε ένα ντοκιμαντέρ εμφανίζεται να την εκφωνεί και ταυτόχρονα να βγάζει το πιστόλι του -οπότε η σύνδεση της φράσης με τους ναζιστές είναι απολύτως βάσιμη.
Βέβαια, στο βιντεάκι που θα δείτε, ο αρχηγός των θαυμαστών του Χίτλερ δεν καταδικάζει συλλήβδην την ποίηση: αντιδιαστέλλει την “ακατανόητη και παρακμιακή” (αν και δεν χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη) ποίηση της Κικής Δημουλά με το έργο του Βαλαωρίτη, του Σεφέρη ή του Ελύτη. Υποστηρίζω ότι ο θαυμασμός του προς τον Σεφέρη, ας πούμε, είναι υποκριτικός, αλλά αυτό θα το κρίνετε εσείς βλέποντας το βιντεάκι. Έκανα μάλιστα τον κόπο και απομαγνητοφώνησα ένα κομμάτι, για όσους δεν αντέχουν να προσλαμβάνουν τον Αρχηγό με δύο από τις αισθήσεις τους. Το στιγμιότυπο είναι απόσπασμα από την εκπομπή “Επί του πιεστηρίου” του Κόντρα Τσάνελ, στην οποία ο κ Μιχαλολιάκος ήταν προσκεκλημένος προχτές σχεδόν επί μία ώρα (!). Οικοδεσπότης της εκπομπής ο κ. Μάκης Κουρής. Ποιοι είναι οι άλλοι δύο τσιρλίντερ του Μιχαλολιάκου δεν ξέρω, όσο κι αν φαίνεται περίεργο μπορεί να είναι συντελεστές της εκπομπής.
Μιχ:Διάβασα και τώρα τελευταία έγινε ένα θέμα με μία ποιήτρια, Κική Δημουλά, αν την έχετε υπόψη σας….
Κουρής (δεν ακούγεται καθαρά, κάτι σαν “σας έκανε μια σκληρή κριτική”)
Μιχ: …και μας έχει δει, λέει, και να σκοτώνουμε …. ποιητική αδεία, φαντασιόπληκτη (0.13)
Κουρής (διαβάζει τη δήλωση της Κικής Δημουλά περί Χ.Α: Θα ήθελα να τη σκοτώσω γιατί σκοτώνει αυτούς τους ανθρώπους).
Μιχ: Καταρχάς, έχετε διαβάσει ποτέ κανένα ποίημα της Δημουλά;
Κουρής: Δεν προλαβαίνω
Μιχ. (στρέφεται προς άλλον τσιρλίντερ): Εσείς κύριε Δαλαμάγκα; [αν συγκράτησα σωστά το όνομα]
[Γέλια ως απάντηση]
Μιχ.: Εσείς, κύριε Βιτάλη;
Βιτ.: Έχω διαβάσει (γέλια) Παλαιότερα
Μιχ.: Τι καταλάβατε;
Βιτ.: Ντάξει… Έκανε μία σοβαρή προσπάθεια, κάνει η κυρία Δημουλά, δεν είναι….
Μιχ.: Θα τη συγκρίνετε [και σταυρώνει τα χέρια αυτάρεσκα] με έναν Βαλαωρίτη; (ο.38)
Βιτ.: Εντάξει τώρα ο Βαλαωρίτης…
Μιχ.: Μ’ έναν Ελύτη; Μ’ έναν Σεφέρη;
Βιτ.: Δεν λέω, αλλά είναι μία σημαντική προσωπικότητα της σύγχρονης πνευματικής ζωής… δεν μπορούμε να τα μηδενίζουμε…
Μιχ.: Εγώ ευθέως θα το πω, ποιας σύγχρονης πνευματικής ζωής, που μαζεύονται διακόσιοι με ψειριασμένα μούσια, μπολσεβίκια και κουμούνια, και κλαίνε τη μοίρα τους; (0.57) Αυτό είναι τέχνη;
Βιτ.: Δεν είναι μπολσεβίκα η κυρία Δημουλά.
Μιχ.: Βεβαίως και δεν είναι, διότι ξέρετε πότε διορίστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος, διότι διάβασα το βιογραφικό της;
Κάποιος: Δεν το γνωρίζω.
Μιχ. (πονηρό χαμόγελο): Το 1949 παρακαλώ.
Βιτ. (πονηρό χαμόγελο): Ε, αυτό δεν το γνώριζα.
Μιχ.: Ξέρετε πότε πήρε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης; Η προοδευτική κυρία Δημουλά; (1.14)
Βιτ.: Ναι, αλλά δεν είναι το πρόβλημα αυτό
Μιχ.: Το 1972, επί 21ης Απριλίου κύριε Βιτάλη.
Βιτ, ευσεβάστως: Κύριε Πρόεδρε, δεν είναι το πρόβλημα αυτό… η κυρία Δημουλά…
Μιχ.: Όχι, δεν είναι το πρόβλημα, γιατί έχουνε μάθει να λένε όλοι ψέματα… και να λένε μισές αλήθειες. Τους φτύνω (1.27)
Βιτ.: Κατέγραψε όμως… κατέγραψε τις εικόνες στην Κυψέλη… κατέγραψε με τον δικό της τρόπο τις εικόνες στην Κυψέλη
Μιχ.: Είπε ότι ξυλοφορτώσανε την αδερφή της, τον γαμπρό της….
Βιτ.: Αυτό λέω, την κατέγραψε… και μετά σας κάνει κριτική
Μιχ.: και μετά, όταν την κράξανε, όταν την κράξανε είπε ότι βλέπει εμάς να σκοτώνουμε… είναι μια ψεύτρα. (1.44) Λέει αρλούμπες, όπως λέει και στα ποιήματά της
Κουρής: Είστε άδικος, διότι οι πνευματικοί άνθρωποι… τους πνευματικούς ανθρώπους τους καταγγέλλει. Η ίδια λέει εδώ [διαβάζει]
Μιχ.: Ποιους πνευματικούς ανθρώπους; Δηλαδή αυτή είναι πνευματικός άνθρωπος;
Κουρής [διαβάζει απόσπασμα της δήλωσης Δημουλά στο maga.gr]: Τι είναι αυτός ο πνευματικός άνθρωπος που από έναν πάσχοντα ξέρει περισσότερα; Είναι έξυπνος; Τους αποδοκιμάζει…
Μιχ.: Έχει καταντήσει η Ελλάδα μας, η Ελλάδα των ποιητών, η Ελλάδα ενός Σεφέρη, ενός Ελύτη, ενός αν θέλετε Μανώλη Αναγνωστάκη [ακούγεται βροντή από κόκαλα που τρίζουν] να θεωρεί μεγαλύτερη ποιήτρια την Κική Δημουλά. Διαβάστε ποιήματά της
Κουρής: Δεν είπαμε αυτό…
Μιχ. [απαγγέλλει] Φύσηξε νοτιάς και αισθανόμουν σαν κρεμάστρα με τα τέτοια…. Μάθημα ρευματισμών. Μπούρδες λέει! (2.16)
Βιτ.: Μα δεν είπαμε… δεν συγκρίνουμε…
Μιχ.: Φοβάστε; Δεν έχω την ελευθερία της γνώμης μου να κρίνω;
Βιτ.: Βεβαίως. Αλλά άλλο πράγμα ο Ρίτσος, ο Βάρναλης, ο Καβάφης, άλλο η Δημουλά
Μιχ.: Αυτή λέει αρλούμπες!
Κουρής: Δεν είναι παρούσα όμως να σας απαντήσει.
Μιχ.: Τι να μου απαντήσει; Ότι δεν λέει αρλούμπες; Εγώ έχω διαβάσει τα ποιήματά της, δεν είναι ανάγκη να είναι παρούσα.
Κουρής: Ναι, αλλά δεν…. [μουρμουρίζει χωρίς να ακούγεται]
Μιχ.: Γιατί; Να είμαι ευγενής με κάποια κυρία, η οποία βραβεύτηκε επί 21ης Απριλίου με το Κρατικό Βραβείο, διορίστηκε το 49, που αν είχες τρίτο ξάδερφο αριστερό και δεν ήσουν δεξιός δεν διοριζόσουν στην Τράπεζα της Ελλάδος, και τώρα θυμήθηκε, που είναι ραμολιμέντο στα στερνά της γεράματα, και τη λένε μεγάλη ποιήτρια(2.55)…
(Κάποιος): Ε τώρα έχετε…. εντάξει…
Μιχ: να μας λέει δολοφόνους; Μα γιατί εντάξει; Αυτή με λέει δολοφόνο, λέει ότι είδε να σκοτώνουμε….
(Τσιρλίντερ): Με το ίδιο σκεπτικό θα μπορούσε να πει κάποιος…
Μιχ.: Έχει Αλτσχάιμερ η κυρία!
(Τσιρλίντερ): …ότι σε κάποιους στίχους, σε κάποια άλλα τραγούδια λένε άλλα πράγματα…
Μιχ. Ναι, αλλά είπε ότι εγώ δεν τους σκοτώνω… δηλαδή οι άλλοι να κάθονται να τους σκοτώνουνε… εντάξει ωραία… δεν είναι το ίδιο πράγμα. Εδώ την παρουσιάζετε σαν τον πνευματικό ογκόλιθο, σαν έναν σύγχρονο Σωκράτη
(Τσιρλίντερ): Όχι, όχι.
Μιχ.: …που έβγαλε το χρησμό, και λέει ότι εμείς σκοτώνουμε. Πού το είδε η κυρία αυτή ότι σκοτώνουμε;
Κουρής: Βλέπω ότι σας έχει εκνευρίσει πολύ… πονάει[;]
Μιχ.: Δεν με έχει εκνευρίσει αυτή καθόλου. Με έχει εκνευρίσει αυτό που λέγεται σύγχρονη κουλτούρα (3.37) που είναι μια αρλούμπα, μια μπούρδα, η αμορφωσιά έχει κατακλύσει αυτή τη χώρα, καταλάβετέ το, τα παιδιά μας δεν έχουν ακούσει ούτε ένα ποίημα του Παλαμά, και ακούνε της Κικής Δημουλά και του κάθε ανύπαρκτου! Βλέπουνε τις μπούρδες του Παπακαλιάτη στην τηλεόραση και δεν ξέρουν τι-πο-τε! Του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη… του Λασκαράτου, που είναι πατριώτης σου [ο Κουρής συγκατανεύει] αυτό το βαθύ πνεύμα, δεν το ξέρει κανείς… ξέρει την Κική Δημουλά (4.06)
Κουρής: Φταίνε οι καθηγητές, οι δάσκαλοι, τα σχολεία.
Μιχ.: Φταίει η γενιά του Πολυτεχνείου
Κουρής: Φταίνε οι καθηγητές, οι δάσκαλοι…
Μιχ.: Φταίει η γενιά του Πολυτεχνείου που αφάνισε μια γενιά ολόκληρη Ελλήνων και την καταδίκασε στην αμορφωσιά και στον ανθελληνισμό. Αυτό θα το πολεμήσει η Χρυσή Αυγή!
Τελικά παραθέτω ολόκληρη τη στιχομυθία, γιατί βρίσκω ότι είναι πολύ αποκαλυπτική για τη χρυσαβγίτικη προσέγγιση στον πολιτισμό. Βρίσκω επίσης εμετική την δουλοπρεπή στάση του Κουρή και των άλλων τσιρλίντερ, που παρακολουθούν απαθείς τον προσκεκλημένο τους να βρίζει σκαιά την Κική Δημουλά και περιορίζονται σε χλιαρές διαμαρτυρίες για το θεαθήναι, όταν δεν σιγοντάρουν. Τον αφήνουν επίσης να λέει διάφορα ψέματα, χωρίς να τον διορθώνουν, όπως ας πούμε ότι κανένα ποίημα του Παλαμά δεν διδάσκεται στα σχολεία.
Επίσης, βρίσκω υποκριτική την αναφορά του Μιχαλολιάκου στον Σεφέρη και τους άλλους ποιητές -είναι γνωστό ότι οι πνευματικοί πρόγονοί του είχαν επιτεθεί βιαιότατα στον Σεφέρη, κατηγορώντας τον λίγο-πολύ με παρόμοια επιχειρήματα όπως οι τωρινοί φασίστες την Κική Δημουλά. Το θέμα αξίζει χωριστή παρουσίαση σε ειδικό άρθρο, αλλά θα πω δυο λόγια σύντομα. Τον Φεβρουάριο του 1947, ο Σεφέρης τιμήθηκε με το βραβείο Κωστή Παλαμά για το “Ημερολόγιο Καταστρώματος”. Η ακροδεξιά εφημερίδα “Ελληνικόν αίμα” ξεκίνησε αμέσως εκστρατεία λάσπης (αργότερα μπήκε στο χορό και η Εστία). Σε ένα φύλλο της, αφού παραθέσει ένα ποίημα από τη βραβευμένη συλλογή, γράφει με χιούμορ Μιχαλολιάκου: Έτσι εξηγείται το διατί ο εαμίτης και σουρρεαλίστας ποετάστρος αποκαλεί την συλλογήν του “Ημερολόγιον Καταστρώματος”. Διότι με το διάβασμά της ο αναγνώστης καταλαμβάνεται από ναυτίαν. Ω δυστυχισμένε Παλαμά, εν ονόματί σου οποία αίσχη διαπράττονται!
Και σε επόμενο φύλλο παραθέτει τον σεφερικό στίχο “κι ένας πηχτός αέρας φέρνει γύρα / σκουπίδια, καβαλίνα, μπόχα και καταλαλιά”, πράγμα που δίνει εύοσμη τροφή στον λιβελλογράφο του Αίματος: Και τώρα ερωτώμεν. Είναι για βραβείον ο ατυχής καβαλλινογράφος ή για ζουρλομανδύαν;
Βιβλία έκαιγε ο χιτλερικός υπουργός το 1933, ζουρλομανδύα ετοίμαζε ο ακροδεξιός δημοσιογράφος το 1947, Αλτσχάιμερ διαγνώνει ο χρυσαβγίτης αρχηγός σήμερα, η γραμμή είναι ευθεία και η συνέχεια αδιάσπαστη: όταν ακούνε κουλτούρα εκνευρίζονται και βγάζουν πιστόλι.
Όσο για τον στίχο της Κικής Δημουλά που κουτσά στραβά απάγγειλε ο Μιχαλολιάκος, μισό στίχο βέβαια διότι ολόκληρον είναι αδύνατον να καταφέρει, είχα περιέργεια να βρω από ποιο ποίημα είναι παρμένος, και πόσο πολύ τον στραπατσάρισε ο Αρχηγός των ελλήνων εθνικιστών όταν τον μετέφερε ως “Φύσηξε νοτιάς και αισθανόμουν σαν κρεμάστρα“, διότι ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι δεν μπόρεσε να μεταφέρει με ακρίβεια ούτε μισό στίχο, δεν το αντέχει.
Δυστυχώς δεν έχω όλες τις συλλογές της Δημουλά, μου λείπουν μερικές από τις νεότερες, π.χ. το Ενός λεπτού μαζί. Και ο επίμαχος στίχος, έτσι ποδοπατημένος δεν βγαίνει στο γκουγκλ, όπου θα βρείτε μόνο αναφορές στο βιντεάκι αυτό, με ενθουσιώδεις τίτλους από χρυσαβγίτες που θαυμάζουν τις φιλολογικές επιδόσεις του αρχηγού τους. Ωστόσο, ο Θεός αγαπάει τον Νικοκύρη, διότι βρήκα στο Χαίρε ποτέ το απόσπασμα στο οποίο σχεδόν σίγουρα αναφέρθηκε ο αρχηγός των νεοναζιστών. Είναι άλλωστε ο μοναδικός στίχος της Δημουλά όπου συνυπάρχουν ο νοτιάς και η κρεμάστρα:
Νοτιάς. Πονούν θανάσιμα τα κόκαλα.
Εννοώ εκείνες τις ατομικές μας κρεμάστρες
να ταξιδεύει ατσαλάκωτο το σχήμα μας
πλασιέ εδώ εκεί της διάρκειάς μας.
Αυτή είναι η κατά Μιχαλολιάκον “αρλούμπα”, αυτούς τους τέσσερις στίχους προσπάθησε να διαβάσει, διότι παραπάνω δεν αντέχει, και προσπαθώντας να τους απαγγείλει, έργο τιτάνιο γι’ αυτόν, τους μπουρδούκλωσε και τους πετσόκοψε σε: “Φύσηξε νοτιάς και αισθανόμουν σαν κρεμάστρα“. Κι όμως, είχε μετά το θράσος να κομπάζει στους χειροκροτητές του ότι “έχει διαβάσει” ποιήματα της Κικής Δημουλά.
Τέσσερις στίχοι, τόση φαίνεται πως είναι η μέγιστη ανεκτή δόση ποίησης για τον φασίστα. Εμάς όμως μας αρέσει η ποίηση, κι έτσι βρίσκω ταιριαστό να κλείσω παραθέτοντας ολόκληρο το ποίημα που ανέλυσε φιλολογικά ο αρχηγός των νεοναζιστών. Έτσι θα επουλωθούν και τα τραύματα που ίσως προκάλεσε στην καλαισθησία σας ο ναζιστικός οχετός που σας ανάγκασα να διαβάσετε ή να ακούσετε προηγουμένως.
Πρόκειται για το ποίημα “Αναλαμπές της ανυπαρξίας”, από τη συλλογή “Χαίρε ποτέ” και μετά τη συγκεντρωτική έκδοση “Ποιήματα” (σελ. 387). Το μεταφέρω σε μονοτονικό αλλά διατηρώ την ορθογραφία του πρωτοτύπου:
ΑΝΑΛΑΜΠΕΣ ΤΗΣ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑΣ
Νοτιάς. Υγρός καιρός αστέγνωτος
έξω στο πέρασμά του απλωμένος μέρες.
Στάζοντας ξημερώνει
ή κλαίγοντας όπως αρέσκεται να λέει
περιαυτολογώντας το συνηθέστερο.
Κάθε πρωί το φως τα πρώην φύλλα όλα
οι σιδεριές στ’ ουρανού τα παράθυρα
μη και του φύγει η μανιακή
συνήθεια να υπάρχει
όλα σα να ‘ναι καμωμένα
από σπυριάρικο νερό.
Παλιά αυτό λεγόταν δροσοσταλίδες
πάχνη πάνω στα φύλλα όλα.Ύστερα μετονομάστηκε υγρασία.
Υγρασία. Πονούν θανάσιμα οι αρθρώσεις.
Την περισσότερη ώρα μένεις καθηλωμένος
στην κουνιστή σου μνήμη.
Τι έγινε; Έσπρωξες μονολόγους
αυτή την κλασική βαριά επίπλωση του χρόνου;
Μήπως σήκωσες γεμάτο το απροχώρητο;
Νοτιάς. Πονούν θανάσιμα τα κόκαλα.
Εννοώ εκείνες τις ατομικές μας κρεμάστρες
να ταξιδεύει ατσαλάκωτο το σχήμα μας
πλασιέ εδώ εκεί της διάρκειάς μας.
Η διάρκειά μας· έργο ανεπίγραφο
περίφημου ανώνυμου διακόπτη
τύψη επιδερμική της ανυπαρξίας
ψευδώνυμό της εύηχο πολύ αβανταδόρικο
όταν πρωτοδημοσιεύει σώματα
-μια εντελώς ατάλαντη ερασιτεχνική αιωνιότης.
Η διάρκειά μας: μειοδότης της διάρκειας.
Γι’ αυτούς τους πόνους λένε πως υπάρχει
μια πολύ θαυματουργή
σκόνη που γινόμαστε.
Δεν είναι αμέσως προσιτό, μάλιστα δεν είναι και από το είδος ποίησης που με συγκινεί εμένα προσωπικά, αλλά είναι ποίηση -και καλή ποίηση μάλιστα. Δεν απορούμε που τραβάει το πιστόλι του ο Μιχαλολιάκος.