Έβρεχε λιωμένη σοκολάτα ο καριόλης Βαλεντίνο
και τα τριαντάφυλλα κόλλησαν στις ρόδες σου.
Άνοια είπαν ό,τι έπαθε ο πατέρας σου
Ανακοπή της μάνας σου
Μοιραίο το δικό σου
Οι κουκουβάγιες έψαλλαν τον τελευταίο ασπασμό κι η μπάντα του Δήμου έπαιζε μια ιδέα από σκόνη ερήμου
Ο Ιανός είπε τον επικήδειο-τ’ άλλο πρόσωπο κοιτούσε λοξά στα μάτια την Κούνεβα -ακόμα την κοιτά
Κι ο Πειραιάς, όπως πάντα χωρατατζής, είπε τ’ αστείο του:
«Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας νέος 51 χρονών που η μάνα του τον είδε πενηντάρη, να χορεύει ζεϊμπέκικο στο Σιλό. Τι αγωνία κι αυτή. Πενήντα χρόνια η ίδια αγωνία…»
Κανείς δε γέλασε.
«Μάινα» φώναξε κάποιος άγνωστος πόνος. Αυτή τη φορά ήταν ο Πέτρος.
14-02-2009