«Την Κυριακή στις 10 του Ιούλη, μια ομάδα αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, ήρθανε στην Αίγινα… Μέσα στους λίγους Γενήτες που τους υποδέχτηκαν… ήμουν κι εγώ. Σαν έφυγα από τη συγκέντρωση –και συ στην αντίσταση; με ρώτησε συμπατριώτης μας θεατής.
-Προτιμώ ν’ ανήκω σ’ αυτούς που τα δύσκολα χρόνια κάνανε αντίσταση στους κατακτητές –ντόπιους και ξένους- παρά σ’ αυτούς πούκαναν λαθρεμπόριο και μαύρη αγορά του λαδιού, του είπα…
…Ένα πρωί, μετά από μια εκτέλεση στον Τούρλο, γύρισε ο Ξυδέας –ήμουνα τότε το ψυχοπαίδι του- και με σιγανή φωνή, γεμάτος δέος ψιθύρισε:
-Τους εκτελούσαν και αυτοί τραγουδούσαν τον Εθνικό Ύμνο, ούτε δέχτηκαν να τους δέσουν τα μάτια…
…Και συ ανώνυμε παιδικέ φίλε που θυμάσαι –καθώς περνούσαμε μικροί για να πάμε στο σχολείο – τον ασβεστωμένο με τον ασβέστη κόκκινο από το αίμα των εκτελεσμένων τοίχων της Αγίας Ειρήνης είμαι σίγουρος –πως άσχετα αν στα μπέρδεψαν οι ιστορικοί και τα συστήματα- και πως με τη σκέψη σου ήσουν μαζί μ’ αυτούς πούρθαν να προσκυνήσουν τον τόπο που μαρτύρησαν οι σύντροφοί τους…»
«Βήμα της Αίγινας», Ιούλιος 1983, Φύλλο 104