Αλωμένος από τους παράγοντες επιβιώνει μόνο στο καφενείο και σε οποιοδήποτε γεγονός σε πηγαίνει μπροστά στην αναζήτηση της αλήθειας, στην ομορφιά του συλλογικού, στη μαγεία της τέχνης. Με την εις άτοπον απαγωγή μπορεί ο καθείς να ξεκαθαρίσει,το ποια είναι αυτά τα γεγονότα που μπορούν να έχουν προοπτική ελευθερίας και μοιρασιάς. Τα γεγονότα που μπορούν να μυρίζουν κοινωνική δικαιοσύνη, μόρφωση, αγώνα και μαγεία. Όσα γεγονότα δεν παραληρούν μπροστά σε επισήμους, και δεν φοράνε βραδινά αεράτα κουστούμια. Όσα χωρούν την κοινωνία χωρίς να τη σέρνουν από τη μύτη. Όσα πλάθουν τον απαραίτητο ιστό της αλληλεγγύης χωρίς κύμβαλα να αλαλάζουν. Όσα μοιάζουν με τις καλύτερες στιγμές του σπιτιού χωρίς να πληρώνεις νοίκι. Όσα δεν κουβαλούν τη χύτρα με τους ψήφους για να μαγειρέψουν από πίσω σου την αδυναμία σου να μην αναλαμβάνεις ευθύνες. Όσα απλώνονται χωρίς να επεκτείνονται. Όσα μιλούν χωρίς να επιβάλλονται.
Αυτός είναι ο δημόσιος χώρος: ένα ροδάκινο που μοιράζεται στα ίσα.
ΥΓ: Από την συστηματική μέχρι την περιστασιακή στοχοποίηση ανθρώπων, ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας συναρθρώνεται γύρω από την μετατροπή του εναπομείναντος και επιζώντος κοινού σε έναν εσμό που περικυκλώνει ασφυχτικά. Ο δήμαρχος, ο αντιδήμαρχος, ο σύμβουλος, ο διευθυντής σχολείου, ο εκδότης τοπικής εφημερίδας, ο δικηγόρος, ο μπλόγκερ, ο κάθε ρόλος και άνθρωπος που εκτίθεται στο δημόσιο χώρο μπορεί να είναι ο στόχος.
Παιδί του Φόβου και της Κακίας, ο Μοχθηρός, γεννήθηκε μέσα στη στέρηση της Παιδείας, της Φιλίας και της Πραγματικής Ζωής. Έχοντας το τραύμα αυτής της εγκατάλειψης κι εξ αιτίας μιας νοσηρής προσκόλλησης με τη μητέρα του σε μια συγκυρία χωρισμού της με το Φόβο, ζευγάρωσε μαζί της. Το παιδί που γεννήθηκε ήταν η Σκευωρία που συναντιέται κάθε φορά με την Περίπτωση χωρίς να δημιουργεί μόνιμες σχέσεις μαζί της. Η Τηλεόραση και η Υποκρισία, είναι οι μόνες φιλικές σχέσεις που διατηρεί.
Και καλά, όταν έχεις και καβάντζες: ένα κόμμα, μια οργάνωση, ένα σύλλογο, ένα ρόλο εξουσίας, μια μεγάλη οικογένεια. Όταν δεν έχεις τίποτε απ’ όλα αυτά κι έχεις μόνο τη διαθήκη της γιαγιάς σου: «να κάνεις πάντα το καλό γιατί το άδικο ουκ ευλογείται», τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Αλλά για όλους: τόσο για αυτούς που αδικούν όσο και για αυτούς που αδικούνται. Είναι μια μάχη διαρκής και μόνο ο δημόσιος χώρος μπορεί να της δίνει προοπτική και ένα διακριτικό φωτισμό που την κάνει ανθρώπινη.
(Όταν δεν έχεις καν τη διαθήκη της γιαγιάς σου τότε είσαι σε αδιέξοδο. Γιατί πρέπει να ανατρέξεις στην Ιστορία. Παιδί της Φιλοσοφίας και του Χάους).
Δεν έχουμε άλλα όπλα: Το δημόσιο χώρο -τότε και πάντα- που εξανθρωπίζει κι αποδαιμονοποιεί θεούς και ανθρώπους, τέρατα και ελέφαντες. Ακόμα και τους πιο κακούς.